Συνάντησα χθες ένα παιδί —ανηψάκι μου— που ο νονός του, του είχε κάνει δώρο ένα χριστιανορωμέικο ανάγνωσμα.
Γεμάτος απορία ο μικρός, μου έκανε την ερώτηση:
— Τι απέγινε, θεία Ελένη, η «ιερά ακροβυστία»;
Μπλόκαρα. Κατ΄ αρχήν, είχα άγνωστη λέξη. Τι θα πει «ακροβυστία», και μάλιστα «ιερά»;
Για να μην πιαστώ αδιάβαστη, άνοιξα ένα γαλλο-γαλλικό λεξικό. Δεν βρήκα τίποτα. Κατόπιν άνοιξα ένα αγγλο-αγγλικό. Μηδέν. Πήγα να αγοράσω ένα γερμανο-γερμανικό γιατί δεν είχα τέτοιο, μα ήταν ακριβό και το άφησα.
Μέσα στην μαύρη απελπισία μου, άνοιξα κάτι χριστιανικά κιτάπια που μου βρίσκονταν, μπας κι έβαζε ο Γιαχβέ το χεράκι του ή ό,τι, τέλος πάντων του βρισκόταν κι έβγαζα καμιά άκρη.
Και το έβαλε, μόνο και μόνο για να μου μπει στο ρουθούνι! (Πρέπει να είναι αναγνώστης της «Ελεύθερης Έρευνας» και μας έχει νεύρα!).
Με φώτισε κι έψαξα στο Google, που έχει όλες τις απαντήσεις κι έτσι βρήκα επιτέλους τι θα πει!
Ακροβυστία είναι λοιπόν, το περισσευάμενο πετσάκι του γνωστού σε όλους μας, κυρίους και κυρίες, τσουτσουνιού.
Μπορεί κατά καιρούς να μαζεύει μάκα (αναλόγως των συνηθειών υγιεινής του φέροντα), αλλά είναι εξόχως χρήσιμο,
διότι προστατεύει την ευαίσθητη βάλανο. Έτσι λένε οι άντρες και τους πιστεύω, γιατί κάτι παραπάνω γνωρίζουν
από τα κορίτσια επί του θέματος «τσουτσούνι-ευαισθησία».
ΟΚ, την ακροβυστία τη βρήκα. Στο «ιερά» κόλλαγα τώρα. Ποια ήταν αυτή;
Στείλαμε λοιπόν, έναν δαιμόνιο ρεπόρτερ της «Ελεύθερης Έρευνας» (το γράφω ολόκληρο, γιατί κάποιοι αναγνώστες γκρινιάζουν όταν το βλέπουν εν συντομία Ε.Ε.) να ψάξει και να ψαχτεί.
Τον χάσαμε 17 ολόκληρες ημέρες και την 19η ημέρα κατά τας γραφάς, μας χτύπησε το κουδούνι. Ιδρωμένος, άπλυτος, αξύριστος, με κύκλους (μπλε και πράσινους) κάτω από τα μάτια και σκισμένο παντελόνι:
— Παιδιά, δεν θα το πιστέψετε, μας είπε.
Σκάσαμε στα γέλια:
— Εδώ, ρε φλούτσο, πιστεύουμε άλλα κι άλλα! Πες εσύ…
Μας τη βγαίνει άσχημα με ερώτηση, προφανώς για να μας ξεκάνει:
— Τι γιορτάζει την Πρωτοχρονιά όόόλος ο πλανήτης;
— Την πρώτη ημέρα του νέου χρόνου. Όχι;
— Την περιτομή, ρε παιδιά!
— Ποιανού καημένου;
— Του Ιησού, ρε!
— Του γνωστού;
— Αχ, κλείστε της το στόμα. Ναι ρε, του γνωστού. Του έκοψαν την ακροβυστία. Κι εμείς όλο χαρά το γιορτάζουμε κάθε χρόνο.
Ήταν δε τόσο σημαντικό γεγονός, που βάλαμε να ξεκινάει ο χρόνος από αυτό.
Φέτος θα γιορτάσουμε την 2020ή επέτειο της αποκοπής του ιερού πετσακίου. Χαράς Ευαγγέλια!
Και χαιρόμαστε και γιορτάζουμε τόσο πολύ, που του έκοψαν μόνο το πετσάκι. Φανταστείτε να του το έκοβαν όλο, τι χαρές θα είχαμε...
— Και ποια ήταν η τύχη αυτού του ιερού πετσακίου;
— Ξέρω κι εγώ; Όταν αναλήφθηκε πάντως, δεν το πήρε μαζί του.
Τον κοιτάξαμε συνειδητοποιώντας το μεγάλο θεολογικό κενό. Τι απέγινε η ακροβυστία του, η οποία είχε κοπεί τριαντατρία χρόνια πριν την Ανάληψή του;
— Να πας να ψάξεις να βρεις την ακροβυστία, του είπαμε, αλλά αυτός μουλάρωσε.
— Να πάτε να πνιγείτε! Εδώ είναι ό,τι βρήκα (πέταξε το τραπέζι δυο-τρεις κόλλες Α4 και δύο στικάκια). Καθήστε και μελετήστε τα. Εγώ πάω να κάνω μπάνιο, να ξουριστώ και να κοιμηθώ. Όταν ξυπνήσω θέλω αύξηση!
Έφυγε.
Τον κοιτάξαμε εμβρόντητοι! Τι αύξηση; Ευχαριστιών; Μόνο «ευχαριστώ» έχει εισπράξει μέχρι στιγμής από το περιοδικό.
Από την μελέτη των στοιχείων που προσκόμισε ο συντάκτης μας πάντως, προέκυψαν τα εξής σοβαρά:
Γεννήθηκε ο Ιησούς λένε, ωραία και καλά, 3,5 κιλά μωρό και υγιέστατο!
Εκεί που κοιμόταν ήσυχο-ήσυχο και χορτάτο μερικές μέρες μετά, είπαν:
— Ας του χαλάσουμε τον ύπνο.
Το πήγαν λοιπόν στη συναγωγή, στο ειδικό τμήμα αποκοπής πετσακίων κι εκεί που κοιμόταν, ακούει μια χράτς και ανοίγει τα ματάκια του:
— Το δικό μου ήταν; Ουααααά! Πονάειειειειει!
Αυτό έκλαιγε, ενώ οι μεγάλοι γύρω-γύρω ήταν όλο ευτυχία και χαμόγελα! Ας ήταν το δικό τους τσουτσούνι και θα τα λέγαμε! Ο Ιωσήφ μόνο ψέλλισε:
— Παιδιά, λίγη προσοχή μόνο, μην πάτε παραπέρα.
Πέρασαν τα χρόνια, μεγάλωσε, δοξάστηκε, δικάστηκε, εκτελέστηκε, αναλήφθηκε και γειά σας! Φεύγοντας όμως βιαστικά και όπως-όπως, ξέχασε το πετσάκι του επί της Γης, το οποίο όμως, παρέμεινε σε καλά χέρια.
Το πρώτο ιερό πετσάκι έκανε την εμφάνισή του οκτώ αιώνες μετά στην Αυλή του Καρομάγνου, που σημαίνει Σάρλ (Καρλ, Κάρολος) ο Μέγας. Έγινε Μέγας, διότι ήταν μεγάλο λαμόγιο και νίκησε τα λιγότερο λαμόγια, αυτά είναι γνωστά. Θέλησε ο Καρλομάγνος να φτιάξει μια Γαλλία ενωμένη κάτω από έναν αρχηγό, κατά προτίμηση αυτόν τον ίδιο. Δεν μπαίνω σε λεπτομέρειες, όποιος θέλει ας διαβάσει την Ιστορία της Γαλλίας.
Στις 25 Δεκεμβρίου 800 μ.Χ. λοιπόν, ο Καρλομάγνος το έδωσε στον Πάπα Λέοντα Γ΄, που τον έστεψε αυτοκράτορα του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους. Ο Καρλομάγνος τον διαβεβαίωσε ότι του το είχε δώσει ένας άγγελος, όταν προσευχόταν στον Πανάγιο Τάφο.
Τον παραμύθιασε τον Πάπα. Στην πραγματικότητα, ήταν γαμήλιο δώρο της βυζαντινής αυτοκράτειρας Ειρήνης της Αθηναίας.
Είχε βρεθεί, άγνωστο πώς, στο προικώο μπαούλο της. Ξεχασμένο.
Η Ειρήνη είχε δεχθεί μια πρόσκληση γάμου... αλλουνού και συγκεκριμένα του, περί ου ο λόγος, Καρλομάγνου.
Ο Καρλομάγνος δεν ήταν κανά παιδάκι, που κληρονόμησε την περιουσία του μπαμπά, δηλαδή το θρόνο. Έσφαξε το κατά δύναμιν, πήδηξε κι έδειρε κατά το δοκούν και το κατά δύναμιν επίσης κι εστέφθη! Συμμάχησε και με τον Πάπα της Ρώμης, αλλιώς θα τον είχε φάει το μαύρο σκοτάδι.
Κάποια στιγμή γνώρισε μια κοπέλα, ψιλονοστιμούλα, ψιλοέξυπνη και ψιλοπλούσια. Αποφάσισε να την παντρευτεί.
Τι πείραζε; Αν νοστιμευόταν καμιά άλλη στο μέλλον, οι αμερικάνοι το είχαν πει: «married, but not dead!».
Προκειμένου να εξασφαλίσει τη δύναμή του και το θρόνο του, έπρεπε να τον παραδεχτούν οι υπόλοιποι βασιλιάδες. Τους κάλεσε όλους. Σχεδόν.
Μέσα σε αυτούς ήταν και η Ειρήνη:
— Πω πω μπελάς τώρα. Τι δώρο να του πάω;
Έψαξε στο ίντερνετ της εποχής (μίλησε με εμπόρους) και της έδωσαν διάφορες ιδέες. Κρύσταλλα Βοημίας, ημιπολύτιμες πέτρες από το Περού, βαμβακερά Αιγύπτου, μεταξωτά, χρυσό. Η Ειρήνη, όμως, ήταν πολύ τσιγκούνα.
«Πόσο κάνει τούτο; Πόσο κάνει κείνο;», τους έπρηξε!
Είδε κάτι πιατάκια του καφέ, που της είχαν κάνει δώρο στο δικό της γάμο και τα σιχαινόταν!
— Αυτά θα του δώσω, είπε.
Έσκασε όμως μύτη η ακόλουθός της, μια πορφυρογέννητη, και της είπε:
— Να κυρία, βρήκα τι δώρο θα κάνω στον άρχοντά μας για τον γάμο του. Αυτά τα φλυτζανάκια του καφέ!
Ήταν ολόιδια! Τσαντίστηκε η αυτοκράτειρα κι άρχισε να σκαλίζει το μπαούλο της, για να δει τι δώρα της είχαν κάνει της ίδιας, που δεν της άρεσαν, μήπως έβρισκε κάτι.
— Τι μαύρη αηδία είναι αυτή; αναρωτήθηκε.
Μετά θυμήθηκε, ήταν ιερό πετσάκι:
— Αααααα, σώθηκα!
Του το πήγε λοιπόν, δώρο.
Ο Καρλομάγνος κατουρήθηκε από την χαρά του και μετά το έδωσε στον Πάπα.
Από τότε, έτσι για την αλητεία, ερίζουν πολλές εκκλησίες και μοναστήρια για την κατοχή του ιερού αυτού πετσακίου.
Μήπως είχε γίνει κανένα θαύμα κι ίσως ο Ιησούς να παρήγαγε παραπάνω από ένα πετσάκια και να τα διένειμε αρμοδίως εις τα παραρτήματα; Ή μήπως είχε παράγει μόνο ένα πετσάκι, αλλά αυτό θαυματουργώς πολλαπλασιάστηκε;
Υπολογίζεται ότι το Μεσαίωνα κυκλοφορούσαν περί τα δεκαοκτώ μοναδικά ιερά πετσάκια, πχ στους καθεδρικούς Le Puy-en-Velay και Santiago de Compostela, στις εκκλησίες των Besançon, Metz, Hildesheim, Charroux, Conques, Langres, Fécamp, δύο στην Auvergne , το πιο φημισμένο στην Αμβέρσα κ.ά.. Σε διάφορα μοναδικά ιερά πετσάκια αποδίδονται και πολλά θαύματα.
Και στη σύγχρονη εποχή κυκλοφορούν διάφορα πετσάκια, όπως για παράδειγμα στο ιταλικό χωριό Calcata, στο οποίο το 1983 το έβγαλαν και σε λιτανεία. Δυστυχώς όμως, κάποιοι έκλεψαν την πολύτιμη θήκη του κι έτσι χάθηκε.

Εμείς πάντως πιστεύουμε, ότι το θεολογικό κενό είναι ακόμα μεγαλύτερο.
Αναρωτιόμαστε: Ο Ιησούς έζησε έτη τριάκοντα και τρία επί της Γης. Δεν άφησε μόνο το/τα πετσάκια του. Σίγουρα άφησε κι άλλα πράγματα, τα οποία ομοίως δεν αναλήφθηκαν μαζί του.
Δεν έκοβε τα νύχια του;
Δεν άφησε λοιπόν, νυχάκια; Μαλλάκια, μυξούλες, τσισάκια, κακάκια κι ίσως καναν εμετό;
Πού πήγαν οι πάνες του; Η Ιερά Σινδόνη υπάρχει, τις Ιερές Πάνες ποιος τις έχει;
Δεν «αεριζόταν», αφού είχε την ανθρώπινη φύση;
«Ακόμα και την πορδίτσα σου, Χριστούλη μου», που είπε η γριά στο ανέκδοτο, όταν άκουσε από τον παπά τη φράση: «Και κλάσας ο Ιησούς τον άρτο».
Τι απέγιναν τα θεία αέρια, που έβγαιναν κατά τη διάρκεια της ζωής του από το σώμα του; Τι απέγινε το ιερό άζωτο, το ιερό μεθάνιο κ.λπ.; Γιατί δεν μας τα διασαφήνισαν αυτά οι Άγιοι Πατέρες και μας άφησαν στην αγωνία;
Θεωρούμε ότι ανακυλώθηκαν στον πλανήτη και όοολοι οι υπόλοιποι κι όχι μόνο ο Καρλομάγνος και η Ειρήνη, γίναμε κοινωνοί αυτής της ιερότητας.
Οι θείες μυξούλες, τα κακάκια και τα τσισάκια έπεφταν στη γη.
Τα θεία αέρια πήγαιναν στην ατμόσφαιρα όπου και διασκορπίστηκαν κοινωνώντας έτσι με την ιερότητά τους, χριστιανούς, μωαμεθανούς, βουδιστές, ινδουιστές κ.ά. (πρέπει προφανώς, να τους ενημερώσουμε!).
Κάτι έχουμε ακούσει, ότι τα νυχάκια και τα μαλλάκια, αγνοούνται, γιατί κάποιος πονηρός τα μάζεψε και σήμερα φυλάσσονται κρυμμένα στις μυστικές υπόγειες στοές του Βατικανού. Μήπως εκεί βρίσκονται αθέατες στα μάτια των ασεβών και οι πάνες;
Όσο για τον ιερό εμετό... Ε, βρείτε κάτι κι εσείς!
Χρόνια σας πολλά και καλή 2020ή επέτειο του πετσακίου!