ΙΣΤΟΡΙΑ
ΤΗΣ ΧΕΡΣΟΝΗΣΟΥ
ΤΟΥ ΜΟΡΙΑ
ΚΑΤΑ ΤΟ ΜΕΣΑΙΩΝΑ

Jakob Philipp Fallmerayer


 

 

«Του κάκου ψάχνουν σήμερα το φημισμένο λαό των αρχαίων Αθηναίων, δηλαδή εκείνους τους ελληνόφωνους Ίωνες της κλασικής αρχαιότητας, στα καστροχώρια και στην πρωτεύουσά τους. Οι κάτοικοι της Αττικής όχι μόνο αποδυναμώθηκαν ή αποσυντέθηκαν λόγω της επιμιξίας με ξένα στοιχεία, όπως τώρα κάπου-κάπου παραδέχονται, αλλά και αποκόπηκαν από τις ρίζες τους και, όπως οι αρχαίοι τους θεοί στο διάβα των αιώνων, εξαλείφθηκαν από την επιφάνεια της γης και συνθλίφτηκαν. Τις περιοχές που άφησαν τις γέμισαν Αλβανοί ή Σκιπετάροι, μητρική γλώσσα των οποίων δεν είναι τα ελληνικά, αλλά τα βαρβαρικά σκιπετάρικα.

»Ακόμη και στην πόλη της Αθήνας, όπου από τον καιρό της επανάστασης σχηματίζεται ένας απʼ όλες τις περιοχές των Τούρκων και της Δύσης ανάμικτος πληθυσμός, ο πυρήνας του είναι σε τέτοιο βαθμό αλβανικός, που είναι απαραίτητο ειδικό δικαστήριο, για να απονέμει δικαιοσύνη στα αλβανικά.
 
»Αυτοί οι αλβανοί κάτοικοι της Αττικής ναι μεν καταλαβαίνουν συχνά και τα ρωμέικα και τα μιλούν όταν έρχονται σε επαφή με ξένους, αναμεταξύ τους όμως οι οικογένειες μέσα στην πρωτεύουσα και ιδίως στο ύπαιθρο μιλούν μόνο αλβανικά. Αν θέλουν, ας συνεχίσουν να ονομάζουν τους Σκιπετάρους του Μαραθώνα, της Ελευσίνας και της Ακαδημίας Πλάτωνα Έλληνες, αφού αυτοί κατέχουν το κέντρο της αρχαίας Ελλάδας∙ μόνο ας μην ψάχνουν πια να βρουν σʼ αυτούς τους πνευματώδεις συγχρόνους ενός Αριστοφάνη.

»Αλλά ακόμη και αν παραδεχτεί κανείς ─πράγμα αναπόφευκτο─ ότι η αρχαία Αττική είναι σήμερα αλβανική χώρα, πράγματι μπορεί να υποθέσει ότι η κατάσταση στις περιοχές που γειτονεύουν με την Αττική, π.χ. στη Βοιωτία, είναι ευνοϊκότερη. Αν πάρει κανείς το δρόμο της Ελευσίνας, συνεχίσει περνώντας μέσα από πετρώδες έδαφος στην ερημιά και μελαγχολικά κωνοφόρα δάση και φτάσει στην κορυφογραμμή του Κιθαιρώνα, βλέπει μπροστά του πανοραμικά τις πεδιάδες της αρχαίας Βοιωτίας: αριστερά, στους πρόποδες του βουνού, δίπλα στο χωριό Κόκαλα, το αρχαίο τείχος των Πλαταιών∙ πιο πέρα το σωρό των ερειπίων, εκεί που στο παρελθόν βρίσκονταν τα Λεύκτρα και οι Θεσπιές, στους πρόποδες του Ελικώνα∙ στο δρόμο από τη Θήβα για τη Λιβαδιά συναντάμε την Ογχηστό, την Αλίαρτο και την Κορώνεια, και πιο κει, απέναντι στα σύνορα της Φωκίδας, τη γενέτειρα του Πλούταρχου, τη Χαιρώνεια.

»Μήπως λοιπόν κατοικούν ακόμη αυτές τις πόλεις Έλληνες, τις πηγές της Δίρκης Νύμφες και τον Ελικώνα οι Μούσες; Φρούδα ελπίδα! Όλες ανεξαιρέτως οι αρχαίες ελληνικές πόλεις της Βοιωτίας δεν είναι απλά μισοκατεστραμμένες, όπως τα κτίσματα του Σουάν και του Καρνάκ στην Αίγυπτο ή του Χεμς και του Μπααλμπέκ στη Συρία, αλλά είναι σαν κάποιος να τις σκούπισε και να τις έβγαλε από το έδαφος μαζί με τους κατοίκους τους και έχουν δώσει εδώ κι εκεί τη θέση τους σε σαρματικά χωριουδάκια που τα λένε Δόβραινα, Γρανίτσα, Δίστρα, Τοπόλια, Κάπραινα∙ ακόμη κι ο Ελικώνας φέρει για περισσότερα από χίλια χρόνια το βουλγάρικο όνομα Ζαγορά. Αν ακούσει κανείς προσεκτικά τους ανθρώπους της Δόβραινας, της Δίστρας, των Κοκάλων και της Γρανίτσας να μιλούν, θα παρατηρήσει ότι ούτε αυτοί μιλούν πια σαρματικά, όπως δηλώνουν τα ονόματα των χωριών τους, αλλά αλβανικά, όπως στην Αττική.

»Αν στραφεί κανείς προς το νότο, προς την αντίθετη από τη Βοιωτία πλευρά, και πάει προς τον Ισθμό της Κορίνθου περνώντας από τη Μεγαρίδα, δεν ξέρει αν βρίσκεται στην αρχαία Ελλάδα ή στο κέντρο της Αλβανίας∙ γιατί οι Σκιπετάροι και σʼ αυτές τις περιοχές εγκαταστάθηκαν τόσο αποκλειστικά, ώστε εδώ ούτε καν τα ελληνικά δεν έχουν μάθει μέχρι το σημείο να τους καταλαβαίνουν οι ξένοι, όπως διαπιστώσαμε αυτοπροσώπως επιτόπου, π.χ. στην Περαχώρα και στο Κουλουντσίκ.

»Αν λοιπόν αποκαλέσει κανείς όλη τη χώρα από το ακρωτήριο Σούνιο μέχρι την κορυφή του Ελικώνα και από τον Ισθμό της Κορίνθου μέχρι πάνω τον Ωρωπό και τη σημερινή επαρχία του Ταλάντι "Νέα Αλβανία", θα πει τα πράγματα με το σωστό τους όνομα. Γιατί αυτές οι επαρχίες του ελληνικού βασιλείου που αναφέραμε έχουν με τον ελληνισμό την ίδια συγγένεια που έχουν τα υψίπεδα της Σκωτίας με τις αφγανικές περιοχές Κανταχάρ και Καμπούλ.

»Παρʼ όλʼ αυτά, ένας ορκισμένος συνήγορος των αρχαίων Ελλήνων δε θα θεωρήσει πως έχει ακόμη νικηθεί, αλλά μάλλον θα εναποθέσει, μαζί με τον Πλήθωνα Γεμιστό, την τελευταία του ελπίδα στην "αρχική έδρα της ελληνικής φυλής", στη δωρική Πελοπόννησο και στα κοντινά νησάκια, και στους Μοραΐτες της εποχής μας θα αναγνωρίσει καθαρά τις αρχαίες ελληνικές φυλές, θα κάνει λόγο για Αχαιούς, Τσάκωνες, Λάκωνες, Μεσσήνιους και Αργίτες και ─με τους αρχαίους βουκολικούς στο χέρι─ θα μείνει με ιδιαίτερη αδυναμία στην Αρκαδία και στους αρκάδες βοσκούς και στο τέλος θα παραπέμψει, με δικαιολογημένη περηφάνια, στους υδραίους ήρωες της θάλασσας. Μόνο που στο κατώφλι κιόλας της Πελοποννήσου θα τον συναντήσει και πάλι ο δραστήριος και ρωμαλέος αγροτικός λαός των Σκιπετάρων.
 
»Στις κωμοπόλεις της Κορίνθου και του Άργους είναι η πλειονότητα∙ στις περιοχές όμως όπου άλλοτε βρίσκονταν η Επίδαυρος, η Τροιζήνα, η Ερμιόνη και οι Μυκήνες, δηλαδή σε ολόκληρη την αρχαία Αργολίδα, οι κάτοικοι είναι αποκλειστικά Σκιπετάροι.
 
»Η Ναυπλία, στην οποία πριν από την εξέγερση κατοικούσαν μόνο Οθωμανοί, έχει τώρα πληθυσμό χωρίς συγκεκριμένο χαρακτήρα ανάμικτο από Αλβανούς, Νεοέλληνες και ξένους διαφορετικής καταγωγής.

»
Αν όμως τραβήξει κανείς δυτικά της Κορίνθου προς το βουνό, εκεί που ήταν άλλοτε ο Φλιούς, και περάσει από την αχαιοαρκαδική ορεινή περιφέρεια διαμέσου των χωριών Κρακάου και Βαρσάου μέχρι το Κάμεντς στην Αχαΐα, και από κει πάει νότια μέσω του Λαντζόι και του Γκλόγκαου προς το Τσίλιχαου, και περάσει από το Παλαιο-Βόλγκαστ μέχρι κάτω την παραθαλάσσια πόλη Αρκαδιά στα βόρεια του Ναβαρίνου, τότε στη διάρκεια αυτής της μακράς πορείας μπορεί να καταλύσει και δυο φορές τη μέρα σε σκιπετάρικα χωριά, αν και οι Αλβανοί της Πελοποννήσου από την εποχή του Φραντζή σε πολλές περιοχές έχουν ήδη αλλάξει τη μητρική τους γλώσσα, τα αλβανικά, με τη γλώσσα των σαρματών Νεοελλήνων.

»
Αντίθετα, οι περιοχές των δύο αρχαίων τόπων Αρκαδία και Ηλεία οι οποίες βρίσκονται ανάμεσα στην αριστερή όχθη του Αλφειού, στη θάλασσα και στα όρια της μεσσηνιακής Κριβίτσας, ιδίως οι βοσκότοποι γύρω από τα ερείπια του ναού του Απόλλωνα κοντά στο Σκληρό και στην παραθαλάσσια πόλη Αρκαδιά, είναι ακόμη και σήμερα ─με τα χωριά, τις κωμοπόλεις και τις Άλπεις τους─ καθαρά σκιπετάρικη περιοχή, και ακόμη και από τον γειτονικό μοσχοβίτικο Ταΰγετο εκδιώχθηκαν μόνο οι μωαμεθανοί Αλβανοί. Απόλυτα ελεύθερη απʼ αυτούς τους ξένους είναι στο Μοριά μόνο η στενή, επίσης εκσαρματισμένη παραλιακή ζώνη της Τσακωνιάς.

»
Απομένουν ακόμη τα νησιά Σπέτσες, Ύδρα και Πόρος, που ανήκουν στο Μοριά. Σʼ αυτά όμως ρέει το πιο καθαρό αλβανικό αίμα, ανόθευτο και χωρίς ξένη πρόσμιξη. Εδώ βρίσκεται το επιτελείο των Σκιπετάρων, εδώ και η εστία κάθε εξουσίας, ευφυίας και πλούτου αυτών των σε ελληνικό έδαφος πολιτογραφημένων ξένων. Από τη μοίρα αυτών των μικρών νησιών, ιδίως της Ύδρας, εξαρτιόταν η ζωή και ο θάνατος της πρόσφατης εξέγερσης∙ στην Ύδρα ήταν η ψυχή και η κινητήρια δύναμη του μεγάλου δράματος. Η επανάσταση, επομένως, είναι καθαρά σκιπετάρικη και όχι ελληνική, αφού όλες τις πραγματικά λαμπρές και διαρκώς αποτελεσματικές ενέργειες του αγώνα τις έφεραν σε πέρας πολεμιστές του αλβανικού γένους. Σήμερα όλοι ξέρουν ότι η ηρωική καταστροφή του Μεσολογγίου και η σταθερότητα των υδραίων ναυτικών ήταν οι δύο φωτεινοί φάροι της εξέγερσης και ταυτόχρονα η άγκυρα που διέσωσε τον ελληνικό λαό. Το άκουσμα αυτών των δύο ενεργειών συντάραξε την Ευρώπη και παρακίνησε, τελικά, τους βασιλιάδες να δείξουν ευσπλαχνία∙ και οι δύο όμως ανήκουν αποκλειστικά και μόνο στους Σκιπετάρους του Σουλίου και της Ύδρας.

»Αντίθετα, τι έκανε η δήθεν ελληνική φυλή, π. χ. αυτή της Τσακωνιάς; "Εφύγαμεν ωσάν τα πρόβατα", είναι η ακριβής έκφραση με την οποία ένας ντόπιος από την περιφέρεια της Τσακωνιάς, περιέγραψε σʼ εμάς τους ίδιους τα κατορθώματα των συμπατριωτών του. Λέγοντας αυτό δε θέλουμε να στερήσουμε από κανέναν τον έπαινο που έχει κερδίσει και ευχαρίστως παραδεχόμαστε ότι πολλά αξιέπαινα κατορθώματα έκαναν εδώ κι εκεί και οι μη Αλβανοί, προπαντός οι ελληνόφωνοι πολίτες της Αράχοβας στον Παρνασσό και γενικά της Ρούμελης. Όταν όμως προσθέτουμε ότι, μπροστά στον εχθρό, απʼ όλους τους Έλληνες μόνο ο Σκιπετάρος του Σουλίου και της Ύδρας μπόρεσε να γεμίσει δύο φορές το όπλο, φοβόμαστε ότι ακόμη και στην Ελλάδα κανείς δε θα φέρει αντίρρηση.

»Αν έκανε κανείς τον κόπο να εξετάσει κατά οικογένειες όλους ανεξαιρέτως τους κατοίκους του Μοριά και της Ρούμελης, από τις Θερμοπύλες μέχρι το ακρωτήρι Ματαπά, συμπεριλαμβάνοντας τα παρακείμενα νησιά Σπέτσες, Ύδρα, Πόρο, Σαλαμίνα και εν μέρει την Εύβοια, την Άνδρο και την Αίγινα, θα ανακάλυπτε ότι ακόμη κι αυτή τη στιγμή περισσότεροι από τους μισούς δεν ανήκουν πια στη σαρματο-ελληνική ούτε ─πολύ περισσότερο─ στην αρχαιοελληνική φυλή, αλλά στη γενναία φυλή των Σκιπετάρων, και μιλούν τη δική τους μητρική γλώσσα.

»Αν, απʼ όσους απομένουν, αφαιρεθούν οι εξελληνισμένοι Αρναούτηδες του Μοριά, μετά οι σκηνίτες Βλάχοι της βόρειας Λοκρίδας, οι αγρότες Βλάχοι όλων των επαρχιών, οι μόνιμα εγκατεστημένοι τσιγγάνοι της Αιτωλίας και οι οργανωμένες ορδές των ζητιάνων στα Κράβαρα, ύστερα οι απόγονοι των Βουλγάρων, των Κριβιτσιωτών και των Σλάβων του Ταΰγετου, των Καραντάνων και των Σαρματών κάθε φυλής, των Ιταλών, Ισπανών, Προβηγκιανών, Βαλόνων και Αράβων της Αιγύπτου, η εγκατάσταση και επιμιξία των οποίων στην Ελλάδα έχει αποδειχθεί ιστορικά και ομολογείται ακόμη και στα βυζαντινά κείμενα του ΙΕ΄ αιώνα, τότε ρωτάμε: Θα είχε κανείς το κουράγιο να θεωρήσει την πολλαπλή οικογένεια του βασιλείου αρχαιοελληνική;
 
»Αυτός ο υπολογισμός είναι ο καρπός επισταμένων ερευνών που έγιναν στην ίδια τη χώρα. Τι άραγε θα αντιτείνει κανείς σʼ αυτό; Την ίδια αξία μπορούν να έχουν, φυσικά, μόνο οι γνώμες τέτοιων αντιπάλων, οι οποίοι, ακολουθώντας τον ίδιο δρόμο μʼ αυτόν του συγγραφέα, δηλαδή ερευνώντας προσωπικά, είναι σε θέση να αποδείξουν ότι στην Αττική, τη Βοιωτία, τη Μεγαρίδα, την Αργολίδα, την Αρκαδία και γενικά στα δύο τρίτα του Μοριά και στα παρακείμενα νησιά οι κάτοικοι δεν είναι Σκιπετάροι και ότι ως μητρική γλώσσα έχουν όχι τα σκιπετάρικα, αλλά τα ελληνικά, όπως οι νησιώτες της Κύθνου και της Νισύρου.

»Αντίθετα, τα σχόλια ανθρώπων που θέλουν το ζήτημα που εκκρεμεί να το κρίνουν στο σπίτι, από τα βιβλία τους, χωρίς γνώση της ιστορίας και του τόπου, όπως μέχρι τώρα συνέβη, με βάση μόνο το συναίσθημα, τις παλιές σχολικές αναμνήσεις ή ─πολύ περισσότερο─ από φατριαστικό υπολογισμό, δεν έχουν σʼ αυτό το σημείο, όσο εξαιρετικά κι αν είναι κατά τα άλλα, μεγαλύτερη ιστορική σημασία απʼ ό,τι τα μυθιστορήματα του Γουόλτερ Σκοτ ή το βιβλιαράκι του Ραμπελέ για τον Γαργαντούα και τον Πανταγρουέλ.

»Μακάρι να θελήσουν εκείνοι που αρνούνται οποιαδήποτε και κάθε επανάσταση στην Ελλάδα κατά το Μεσαίωνα να ακολουθήσουν το παράδειγμά μας και να υπεισέλθουν τώρα κι εκείνοι από την πλευρά τους στις λεπτομέρειες και να κατονομάσουν τις περιοχές του Μοριά και της Ρούμελης οι κάτοικοι των οποίων είναι, κατά τη γνώμη τους, Έλληνες που δεν έχουν υποστεί επιμιξία. Τους συμβουλεύουμε μόνο να μην αναφέρονται πια στην πολυσυζητημένη, τελευταία, Τσακωνιά∙ Επανειλημμένα έχουμε διατυπώσει ήδη ενδοιασμούς, από πληροφορίες που αντλήσαμε επιτόπου, γιʼ αυτούς τους Έλληνες της Τσακωνιάς ή της Κυνουρίας, και τώρα φαίνεται και από ένα χωρίο των ταξιδιωτικών εντυπώσεων του αγίου Βιλλιβάλδου για την Ιερουσαλήμ το έτος 723 της χρονολογίας μας ότι οι ακτές της Τσακωνιάς εδώ και πάνω από χίλια χρόνια θεωρούνταν τμήμα των "Σκλαβηνιών".

»Σʼ αυτό βρίσκεται μια νέα και βαριά κατηγορία κατά του κ. Τσινκάιζεν και όσων βαδίζουν στα χνάρια του, οι οποίοι με μεγαλύτερο ζήλο παρά γνώση του αντικειμένου απέρριψαν τη θέση μας ότι η Πελοπόννησος τον Η΄ αιώνα έφερε ήδη το όνομα Σκλαβηνία. Αρκετά από τα γεωγραφικά και ιστορικά έργα που κυκλοφόρησαν το τελευταίο διάστημα με θέμα τους τη Νέα Ελλάδα απαντούν ως επί το πλείστον στο χώρο της ρωμανικής φιλολογίας ─ και το γεγονός ότι το έργο του κ. δρ. Τσινκάιζεν Ιστορία της Ελλάδας στα τελευταία κεφάλαια απομακρύνεται σταδιακά από τη σφαίρα της φαντασίας και προσεγγίζει περισσότερο το έδαφος της Ιστορίας το χρωστά μόνο στο ότι αντιτάχθηκε στο έργο μας για το Μοριά. Από την άλλη, του κάνουμε την παραχώρηση να έχει την παρηγοριά ότι αποδείχθηκε πως κι εμείς είχαμε κάνει λάθη σε δευτερεύοντα ζητήματα.

»Όποιος αναζητά μόνο συμπεράσματα, θα τα βρει σκόπιμα συγκεντρωμένα σʼ αυτόν τον πρόλογο. Αν όμως θέλει κανείς να γνωρίσει την ίδια την ιστορική εξέλιξη και, κατά κάποιο τρόπο, τη γένεση και την αλληλουχία των γεγονότων που οδήγησαν στον εξαλβανισμό του μεγαλύτερου μισού της Ελλάδας, τότε το βασικό περίγραμμα αυτών των γεγονότων το παρουσιάζει αυτός εδώ ο δεύτερος και τελευταίος τόμος της Ιστορίας του Μοριά. Διεξοδικά περιλαμβάνει μόνο το χρονικό διάστημα από το 1250 μέχρι το 1500 μ.Χ., επειδή ύστερα από εκείνη την εποχή ο πληθυσμός της Ελλάδας δε μεταβλήθηκε ριζικά και παραμένει μέχρι τις μέρες μας αναλλοίωτος στα βασικά του χαρακτηριστικά. Ωστόσο σύντομοι υπαινιγμοί εξυφαίνουν το νήμα των γεγονότων μέχρι σήμερα.

»Δύο αντικρουόμενα από τη φύση τους συστήματα διακυβέρνησης επιδιώχθηκε να επιβληθούν ευθύς εξαρχής στην Ελλάδα∙ και τα δύο εκπορεύτηκαν από την Ευρώπη και εγκαθιδρύθηκαν με παρακίνηση χωρίς να ληφθεί υπόψη η ηθική κατάσταση της χώρας και οι θρησκευτικές της συνθήκες. Αν άκουγε κανείς τους οπαδούς του πρώτου συστήματος διακυβέρνησης, τότε η βάση της νέας κατάστασης πραγμάτων θα έπρεπε να συναχθεί απευθείας από το Θουκυδίδη, τον Πολύβιο ή τον Πλούταρχο, σαν να είχαν ξανασηκώσει η Αθηνά και ο Ολύμπιος Δίας τα κεφάλια τους από τη μούχλα των περασμένων αιώνων και να είχε ξαναπέσει η Δύση στην παλιά βαρβαρότητα.

»Αυτό το σύστημα είναι τερατώδες, αφού προφανώς θέλει να ανεβάσει στο θρόνο της Ελλάδας πτώματα και να αλυσοδέσει σε μια καινούρια ζωή τη σήψη, προπαντός όμως να γυρίσει το δείκτη του ρολογιού του κόσμου μερικούς αιώνες πίσω∙ γιατί στη σημερινή Ελλάδα οι άνθρωποι και οι ιδέες δεν είναι έτσι όπως ήταν πριν από τριάντα αιώνες. Στους λαούς δεν υπάρχει ανάσταση νεκρών.

»Από την άλλη, οι γραφειοκράτες θεωρούν το ελληνικό βασίλειο μια γωνιά της γης που ανακαλύφτηκε τυχαία, αν όχι κατακτημένη χώρα, που πρέπει απλώς να υποταχτεί στην πολυπραγμοσύνη μιας Ευρώπης που εξισώνει τα πάντα». (Αποσπάσματα από τον Πρόλογο του συγγραφέα, Μόναχο, Φεβρουάριος 1836, oakke.gr).



 

  

 
 

Πρώτος τόμος

Στον πρώτο τόμο της «Ιστορίας της χερσονήσου του Μοριά κατά το Μεσαίωνα», που  εκδόθηκε το 2002 (έκδ. «Μεγάλη Πορεία»), ισχύουν οι εξής αρχές: Πρώτον, ότι ένας λαός δανείζεται την ονομασία των πόλεων, των χωριών, των αγροκτημάτων των επίμορτων, των κρηνών, των ποταμών, των πηγών, των ακτών, των βουνών, των δασών και, τελικά, της ίδιας του της χώρας κατά βάση από τη δική του μητρική γλώσσα και ότι αυτές οι ονομασίες διαφυλάττουν βασικά γλωσσικά χαρακτηριστικά επίσης αναλλοίωτα όσο η εθνική - μητρική γλώσσα είναι στο λαό η μόνη ισχύουσα και επικρατούσα γλώσσα. Δεύτερον, ότι ο βασικός τύπος των ονομάτων κατά κανόνα δεν εξαφανίζεται, ακόμη και αν οποιοδήποτε συμβάν ωθεί τους αυτόχθονες να αλλάξουν το παλαιό όνομα οιουδήποτε από τα αντικείμενα που προαναφέρθηκαν.
 
Αν, για παράδειγμα, η Κόρινθος ονομαζόταν τα προομηρικά χρόνια Έφυρα, η Πάτρα άλλοτε Αρόη, η Μύρσινος πρωτύτερα Μυρτούντιον και η Σικυώνα στο παρελθόν Μηκώνη, τότε η μεταγενέστερη ονομασία είναι το ίδιο δανεισμένη από την ελληνική γλώσσα όσο και η προηγούμενη.

Όταν όμως βρίσκει κανείς δίπλα στα ερείπια της Μαντίνειας, του Αιγίου, της Ωλένου, των Αμυκλών, της Μεσσήνης και της Μεγαλόπολης τόπους και ποταμάκια που ονομάζονται Γκοριτσά, Βοστίτζα, Καμίνιτσα, Πίρνατσα, Χλουμούτσι, Σλάβιτζα, Βελιγοστή και Αράχοβα, τότε δεν είναι αναγκαία μια σε βάθος εξέταση για να διακρίνει κανείς ότι τέτοια ονόματα δεν μπορεί να βρίσκονται σε μια χώρα που έχει παραμείνει αρχαιοελληνική, αλλά μάλλον στη Σερβία, τη Βουλγαρία, τη Γαλικία, τη Βοημία, την Κράινα, την Πομερανία και τη Ρωσία, και, συνεπώς, ότι αυτά έχουν την προέλευσή τους όχι από Έλληνες, αλλά από ανθρώπους που μιλούσαν σλαβικά.





 
Στον πρώτο τόμο περιλαμβάνονται:
  • Επισκόπηση των κυριότερων ιστορικών γεγονότων της ιστορίας της Πελοποννήσου, από τα αρχαιότατα χρόνια μέχρι τη διάλυση της αχαϊκής Συμπολιτείας το 146 π.Χ..
  • Περιγραφή πώς η Πελοπόννησος ερημώνεται κάτω από την κυριαρχία της Ρώμης, λεηλατείται από τους βόρειους λαούς και τελικά προσηλυτίζεται στο Χριστιανισμό (από το 146 π.Χ. μέχρι το 400 μ.Χ.).
  • Ερήμωση των περιοχών του νότιου Δούναβη από τους Ούννους, τους Βουλγάρους και τους Σλάβους. Ερχομός των Αβάρων στην Ευρώπη και γενική κίνηση των βόρειων λαών κατά της Ελλάδας. Κατάληψη και ερήμωση της Πελοποννήσου. Οι Άβαροι και οι Σλάβοι εγκαθίστανται στο άδειο έδαφος. Υπολείμματα αρχαιοελληνικού πληθυσμού και απαρχές μιας νέας ζωής (467 - 783 μ.Χ.).
  • Οι βυζαντινοί κατακτούν τη μεταμορφωμένη σε σλαβικό Μοριά Πελοπόννησο και προσηλυτίζουν τους βαρβάρους κατοίκους της στο Χριστιανισμό. Οι εθνικοί της Μάνης εγκαταλείπουν την αρχαία ειδωλολατρία (785-886).
  • Για την προέλευση και τη σημασία της λέξης Μοριάς και την εσωτερική διαμόρφωση της Πελοποννήσου κατά το ΙΒ' αιώνα· επίσης για τους Μανιάτες και την καταγωγή τους. Αρχή των κινδύνων από τη Δύση.
  • Κατακερματισμός της βυζαντινής αυτοκρατορίας από τους Φράγκους. Ο Λέων Σγουρός, άρχοντας του Ναυπλίου, φιλοδοξεί να κυριαρχήσει στην Ελλάδα. Αποβίβαση ενός φραγκικού στρατεύματος στο Μοριά, κατάληψη της Πάτρας, της Ανδραβίδας, της Κορίνθου και του Άργους. Συνέλευση και συνθηκολόγηση των αρχόντων του παλαιού Μοριά. Μάχη στο δάσος του Κουντουρά και κατάληψη της Αρκαδίας.
  • Κατάλογος των μοραΐτικων βαρονιών και τιμαρίων. Οργάνωση της στρατιωτικής διοίκησης και της πρόσκλησης στα όπλα. Κατάληψη της Λακεδαίμονος, του Ακροκόρινθου και της ακρόπολης του Άργους. Ο Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουίνος σφετερίζεται με δόλο την κυριαρχία και πεθαίνει στην Ανδραβίδα.
  • Ο Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουίνος Β' παντρεύεται μια κόρη του αυτοκράτορα της Κων/πολης Πέτρου του Κουρτενέ, προάγεται σε πρίγκιπα υπό την επικυριαρχία του Βυζαντίου και κάνει προετοιμασίες εναντίον όσων τόπων στα παράλια δεν είχαν ακόμη υποταχτεί. Χτίζει το κάστρο στο Χλουμούτσι. Σύγκρουση με το λατινικό ιερατείο - αναθεματισμός και άφεση.
  • Ο Γουλιέλμος Βιλλεαρδουίνος Α' αναλαμβάνει τα ηνία της ηγεμονίας. Άλωση του Ναυπλίου και της Μονεμβασίας. Κτίσιμο των κάστρων του Μιστρά, της Μάνης και της Γινστέρνας. Υποδούλωση των Μανιατών και των Σλάβων του Μελιγγού. Η κατάσταση στο εσωτερικό της χερσονήσου.
 
Δεύτερος τόμος

Ο δεύτερος τόμος του έργου του Φαλμεράιερ εκδόθηκε το 2014 από τον ίδιο εκδοτικό οίκο.

 
Αν ο πρώτος τόμος περιέχει κύρια την απόδειξη της μεγάλης αλήθειας ότι δεν υπάρχει φυλετική συνέχεια ανάμεσα στην αρχαία Ελλάδα και στη νέα, καθώς καταγράφει τη σαρωτική κάθοδο και κυριαρχική εγκατάσταση του σλαβικού στοιχείου στην ελληνική χερσόνησο, ο δεύτερος ολοκληρώνει αυτήν την εικόνα με την καταγραφή του αλβανικού εποικισμού και μέσα από την ίδια την αφήγηση αποδεικνύει ότι δεν υπάρχει ούτε πολιτιστική συνέχεια αρχαίας και νέας Ελλάδας, καθώς η ψυχή και το πνεύμα της σύγχρονης Ελλάδας βρίσκεται στο ύστερο Βυζάντιο και στην ορθοδοξία.

Στον δεύτερο τόμο περιλαμβάνονται:
  • Ο Γουλιέλμος Βιλλεαρδουίνος συμμαχεί με τον ηγεμόνα της Άρτας εναντίον του αυτοκράτορα της Νίκαιας Μιχαήλ Παλαιολόγου. Ο στρατός του Μοριά ηττάται κοντά στον Περλεπέ της Μακεδονίας. Ειρήνη της Κωνσταντινούπολης (1258-1263).
  • Επανέναρξη των εχθροπραξιών και απόβαση στρατευμάτων από την Κωνσταντινούπολη στη Μονεμβασία. Πτώση των περιοχών του Μελιγγού, της Τσακωνιάς και των Σκορτών. Οι στρατηγοί του αυτοκράτορα ηττώνται στην Πρινίτσα, στα Σερβιανά και στο Μακρυπλάγι και τρέπονται σε φυγή (1263-1264).
  • Ο πρίγκιπας του Μοριά θέτει τον εαυτό του υπό την προστασία του βασιλιά της Νάπολης Καρόλου· συνέχιση του πολέμου κατά των Βυζαντινών (1264-1260).
  • Διαμάχη φεουδαρχών για την Άκοβα. Θάνατος του Γουλιέλμου (1270-1271).
  • Τα χρόνια της αναταραχής υπό την ηγεσία των ξένων και ντόπιων βάιλων. Ασταθής κυριαρχία υπό την ηγεσία των πριγκίπων από τους οίκους των Ανδεγαβών, Βαλουά και Βουργουνδίας (1271-1313).
  • Στην Ανατολή εμφανίζεται η μεγάλη καταλανική Εταιρεία των τυχοδιωκτών, προχωρεί προς την Ελλάδα, καταλαμβάνει το δουκάτο της Αθήνας και περιφέρεται στο Μοριά. Ο Φερδινάνδος της Μαγιόρκας κυριεύει τη Γλαρέντζα, νικιέται στη μάχη του Εσπερού και σκοτώνεται. Νέες διαπραγματεύσεις και αλλαγή δυναστών (1313-1331).
  • Η Αικατερίνη του Βαλουά κι ο γιος της Ροβέρτος του Τάραντα εξουσιάζουν την Αχαΐα. Τρίτη εκστρατεία των Φράγκων του Μοριά στην Άρτα. Αποβάσεις Σελτζούκων και Οθωμανών Τούρκων στο Μοριά. Διαπραγματεύσεις με την Κωνσταντινούπολη. Κατακερματισμός των πριγκιπικών κτήσεων στο Μοριά (1332-1364).
  • Αναρχία στο βυζαντινό τμήμα της χερσονήσου. Ο Μανουήλ Καντακουζηνός φέρνει την ειρήνη. Συνθήκη ειρήνης μεταξύ των Φράγκων και των Ελλήνων. Οι πρώτες αλβανικές αποικίες στο Μοριά (1349-1380).
  • Θάνατος του Μανουήλ Καντακουζηνού. Τον διαδέχεται ο Θεόδωρος Παλαιολόγος. Επανάληψη των εχθροπραξιών μεταξύ των Ελλήνων του Μιστρά και των Φράγκων της Αχαΐας. Ο Μεγάλος Μάγιστρος της Ρόδου Ερέδια, ο δούκας του Πεδεμοντίου Αμαδαίος και ο Ζαχαρίας Κεντυρίων της Χαλανδρίτσας πολεμούν για την κατοχή του πριγκιπάτου της Αχαΐας (1380-1396).
  • Πρώτη εισβολή μεγάλου τούρκικου στρατεύματος στο Μοριά από τον Ισθμό της Κορίνθου. Καταστροφή του Άργους (1397-1407).
  • Ο αυτοκράτορας Μανουήλ επισκέπτεται την Πελοπόννησο, οχυρώνει τον Ισθμό της Κορίνθου και μεριμνά να τακτοποιήσει με νέο τρόπο τη διοίκηση. Ποια είναι η γνώμη ενός βυζαντινού διανοούμενου για τα πεπρωμένα της Πελοποννήσου στο παρελθόν και με ποιους πολιτικούς θεσμούς θέλει να αναστυλώσει αυτή τη χώρα. Δεύτερη εισβολή των Τούρκων και πρώτη ήττα του αλβανικού πληθυσμού στο Μοριά. Η κυριαρχία των Φράγκων τερματίζεται (1407-1443).
  • Ο Κωνσταντίνος οχυρώνει τον Ισθμό, ξεσηκώνεται κατά του σουλτάνου και νικιέται στην Κόρινθο. Λεηλασίες των Τούρκων. Διχόνοια μεταξύ αδελφών και μεσολάβηση (1444-1449).
  • Νέες ερημώσεις από τους Τούρκους. Εξέγερση των αλβανών εποίκων και εκστρατεία του σουλτάνου Μωάμεθ Β' στο Μοριά. Ειρήνη της Κορίνθου (1449-1458).
  • Ο Θωμάς παραβιάζει την ειρήνη με τους Τούρκους και ταυτόχρονα με τον αδελφό του. Τουρκικός στρατός εισβάλλει στο Μοριά. Μάχη στο Λεοντάρι. Ο Μωάμεθ Β' κυριεύει όλο το Μοριά (1459-1461).
  • Οι Τούρκοι σταθεροποιούν την κυριαρχία τους στο Μοριά κατατροπώνοντας τους Βενετούς και καταπνίγοντας μια εξέγερση στο μεγαλύτερο μέρος της χερσονήσου (1463-1479).
















Διαβάστε
στην «
Ελεύθερη Έρευνα»
το Αφιέρωμα:

1821: Η αποστασία των ρωμιών



«Καμιά ευεργεσία δεν πρόκειται να συμφιλιώσει ειλικρινά τους Έλληνες με τους αλλόθρησκους λαούς· και όλα όσα έκαναν και ακόμη κάνουν οι Ευρωπαίοι γι' αυτούς οι ανατολίτες αυτοί ─που, σύμφωνα με την ιδέα που έχουν για τον εαυτό τους, είναι οι μοναδικοί αληθινοί χριστιανοί και, όπως άκουσαν από μας, νόμιμοι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων─ τα βλέπουν ως φόρο τον οποίο πληρώνει εν είδει οφειλής στους δασκάλους της η αιρετική και ηλίθια Δύση. Σύμφωνα με την εικόνα που έχουν σχηματίσει αυτοί οι άνθρωποι, η Ελλάδα είναι κάτι σαν ευρωπαϊκό ίδρυμα αναπήρων, ένα γενικό παγκόσμιο Πρυτανείο, στους κατοίκους του οποίου όλοι οι λαοί της γης που διαβάζουν την Ιλιάδα έχουν την υποχρέωση να στέλνουν τρόφιμα και επαίνους, παρέχοντάς τους έτσι μια γεμάτη τιμές, αλλά οκνηρή και ξέγνοιαστη ζωή.

»Μια δίκαιη και [...] απόλυτα εθνική εξουσία πρέπει να αποκαθάρει αυτήν την ex abrupto ξεχαρβαλωμένη Ελλάδα και να την προετοιμάσει επί μακρόν, ώστε στο μέλλον να εισέλθει στην κοινότητα των ευρωπαϊκών κρατών και να υιοθετήσει τη δική τους μορφή διακυβέρνησης». (Jakob Philipp Fallmerayer, από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου).

 







Πολλά άρθρα σχετικά με την καταγωγή
των σύγχρονων κατοίκων του ελλαδικού χώρου
μπορείτε να βρείτε στο Αφιέρωμα της «Ελεύθερης Έρευνας»:
Η πραγματική καταγωγή μας