Απ΄ όλα τα μυστήρια που ερευνούσαν οι αλχημιστές, το πιο περίπλοκο δεν ήταν ίσως ο τρόπος να φτιάξουν χρυσό ούτε η ανάσταση των νεκρών, αλλά το πώς να δημιουργήσουν πολύχρωμες βαφές. Τον 15ο αιώνα στην Ευρώπη είχαν αναπτυχθεί τεχνικές βαφής για να φτιάχνουν κίτρινα, πράσινα και μπλε υφάσματα. Έτσι, τα ρούχα με έντονα χρώματα αποτελούσαν σύμβολο κύρους.
Σήμερα, ζούμε σε ένα κόσμο όπου τα χρώματα υπάρχουν παντού. Τα θεωρούμε δεδομένα, αλλά τότε τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Οι βαφές ήταν δύσκολο να παραχθούν και κόστιζαν πολύ. Ένα από τα πιο δύσκολα χρώματα ήταν το κόκκινο.
Τα κόκκινα ενδύματα ήταν σημάδι υψηλού κοινωνικού στάτους και πλούτου. Φοριούνταν από καρδινάλους, πρίγκιπες, αλλά κι από έμπορους, τεχνίτες και πλούσιους κατοίκους της πόλης, σε εξαιρετικές όμως περιπτώσεις εορτών ή άλλων σημαντικών στιγμών.
Ο μόνος τρόπος να φτιαχτεί το κόκκινο χρώμα τότε, ήταν ένα δύσοσμο μίγμα από κοπριά, ελαιόλαδο και αίμα ταύρου. Ακόμα κι έτσι, το μίγμα έβγαζε ένα μουντό κοκκινωπό χρώμα. Το κόκκινο ήταν πολύ καφετί, δεν ήταν εντυπωσιακό και ξεθώριασε πολύ εύκολα.
Όμως, στις αρχές του 16ου αιώνα, ένα εξαιρετικό νέο κόκκινο χρώμα εμφανίστηκε στην Ευρώπη, κι αυτό, χάρη σε μια απροσδόκητη ανακάλυψη.

Όταν ο ισπανός κονκισταδόρ Ερνάν Κορτές και οι στρατιώτες του κατάκτησαν την αυτοκρατορία των αζτέκων (1519-21), ανακάλυψαν ότι οι αζτέκοι είχαν ένα άλλο θησαυρό από το χρυσό και το ασήμι. Οι κατακτητές έψαχναν στη χερσόνησο Γιουκατάν, προκειμένου να ανακαλύψουν τη θρυλική πόλη Τενοτστιτλάν και να πάρουν τους πόρους της στο όνομα του Στέμματος. Λεγόταν ότι ήταν μια τεράστια πλούσια πόλη στο σημερινό Μεξικό, όπου ο χρυσός έρεε κι έβρισκες ασήμι στο δρόμο. Εκεί μπορούσες να γίνεις πιο πλούσιος κι απ΄ όσο φανταζόσουν.
Δυστυχώς για τους ισπανούς όμως, οι ιστορίες για δρόμους στρωμένους με χρυσό ήταν ψέμα. Όμως, η πόλη είχε κάτι άλλο, που θα άλλαζε την τύχη τους με άλλον τρόπο. Στο κέντρο της υπήρχε μια υπέροχη αγορά με κάθε είδους αγαθά. Εκεί είδαν να πωλούνται ενδύματα με λαμπερό κόκκινο χρώμα. Ήταν πολύ πιο λαμπερό κι εντυπωσιακό απ΄ ό,τι είχαν δει ποτέ. Οι αζτέκοι είχαν βρει αυτό που παίδευε τους ευρωπαίους: το πώς να φτιάχνουν έντονη κόκκινη βαφή.
Ο Κορτές έμαθε, ότι η βαφή προερχόταν από ένα μικρό έντομο που ζούσε στους κάκτους, την κοχενίλη. Αποξήραιναν τα έντομα, τα συνέλθιβαν κατά χιλιάδες και δημιουργούσαν αυτό το υπέροχο χρώμα, που ήταν πολύ πιο έντονο από το μέχρι τότε γνωστό ευρωπαϊκό κόκκινο. Με αυτό μπορούσαν να βαφούν ακόμη και μεταξωτά, σατέν κι άλλα πολυτελή υφάσματα.
Ο Κορτές, που είχε πάει εκεί κυρίως για χρυσό, συνειδητοποίησε ότι ανακάλυψε μια σημαντικότερη πηγή ακόμη κι απ΄ αυτό το πολύτιμο μέταλλο. Αντιλήφθηκε ότι η κοχενίλη θα μπορούσε να τον κάνει πολύ πλούσιο. Το 1523, έστειλε ένα φορτηγό κοχενίλης στην Ισπανία. Για πρώτη φορά, οι ευρωπαίοι μπόρεσαν να παράγουν έντονη κόκκινη βαφή κι αυτό προκάλεσε φρενίτιδα. Σύντομα, νηοπομπές από ισπανικές γαλέρες φορτωμένες με κοχενίλη άρχισαν να καταφτάνουν στα ευρωπαϊκά λιμάνια.
Στα μέσα του 16ου αιώνα, η Ευρώπη βίωνε μια μανία με το κόκκινο. Το χρώμα χρησιμοποιούταν στα ενδύματα, στα υφάσματα επιπλώσεων, ακόμη και στα παπούτσια. Η ισπανική βαφή έγινε ένα άκρως περιζήτητο προϊόν.
Αρχικά, οι συντεχνίες βαφέων στη Βενετία και σε άλλες πόλεις απαγόρευσαν την κοχενίλη για την προστασία των τοπικών προϊόντων τους, αλλά η ανώτερη ποιότητα αυτής της βαφής κατέστησε αδύνατη την περαιτέρω αντίσταση. Στις αρχές του 17ου αιώνα, αυτό το κόκκινο ήταν το προτιμώμενο χρώμα για τα πολυτελή ενδύματα καρδινάλιων, τραπεζιτών, ευγενών και αριστοκρατών.

Το μικροσκοπικό έντομο χάρισε στον Κορτές πλούτο κι επιρροή και συνέβαλε στο να καταστεί η Ισπανία μια υπερδύναμη της εποχής. Ακόμη και σήμερα, το σκαθάρι που έδωσε στην Ευρώπη την πρώτη πινελιά κόκκινου, χρησιμοποιείται σε κάθε τύπου βαφή.
Κι όλα αυτά προέκυψαν τυχαία. Η χρωματική επανάσταση έγινε εξ αιτίας ενός κονκισταδόρα, πού βρήκε ένα μικρό έντομο σε μια αγορά στο Νέο Κόσμο και χάρισε στον κόσμο ένα όμορφο κόκκινο.