ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ
ΣΥΝΘΗΚΩΝ

Η ντροπή της Αμερικής

Πολλά έχουν ειπωθεί για την πολιτική των ΗΠΑ και τους πολέμους στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. Ωστόσο μέσα σ όλη αυτήν την «φλογερή» ρητορεία δεν έγινε η παραμικρή αναφορά σε ένα πολύ σοβαρό ζήτημα. Πρόκειται για την εξωτερική πολιτική της Αμερικής και μία θλιβερή της πρωτιά, την κατάφωρη παραβίαση των συνθηκών, που έχει υπογράψει, και των συμβατικών υποχρεώσεων, που απορρέουν από αυτές.


Κατά την διακυβέρνηση της χώρας από τον Κλίντον ο Τζέσε Χέλμς, ο τότε πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας, μπλόκαρε την επικύρωση σημαντικώτατων συνθηκών, πολλές από τις οποίες παραμένουν μη επικυρωμένες μέχρι σήμερα. Tό «ρεκόρ» στο μπλοκάρισμα συνθηκών, όπως για παράδειγμα το Πρωτόκολλο του Κυότο, συνθήκη υψίστης σημασίας, κατέχει αναμφίβολα η κυβέρνηση Μπους.


Από την ανάληψη της εξουσίας, το 2001, η κυβέρνηση Μπους παρεκώλυσε την θέση σε εφαρμογή πλείστων συνθηκών. Για ένα ακόμη μεγαλύτερο χρονικό διάστημα η Γερουσία δεν κατάφερε η αρνήθηκε να επικυρώση συνθήκες, που ήταν ήδη υπογεγραμμένες.


* * *


Το Αμερικανικό Σύνταγμα ορίζει τα καθήκοντα του προέδρου και της Γερουσίας, όσον αφορά στο ζήτημα των συνθηκών, ως εξής: «Ο πρόεδρος έχει την δικαιοδοσία, με την συναίνεση της Γερουσίας, να υπογράψη συνθήκες, υπό τον όρο ότι τα δύο τρίτα της Γερουσίας συμφωνούν» (άρθρο ΙΙ, παράγραφος 2). Τόσο ο Τζώρτζ Μπούς, όσο και η Γερουσία δεν μπόρεσαν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Γιατί;


Προοδευτικά η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ πέρασε στον έλεγχο των νεοσυντηρητικών θρησκόληπτων εθνικιστών, οι οποίοι βλέπουν τις ΗΠΑ ως μία υπερδύναμη, η οποία δεν πρέπει να δεσμεύεται από καμμία διεθνή συνθήκη, ακόμη και από συνθήκη αφορώσα τα ανθρώπινα δικαιώματα και της οποίας οι όροι υπερισχύουν της αμερικανικής νομοθεσίας. Ενεργώντας έτσι αρνούνται την θεσμοθέτηση νέων νόμων η κανόνων, οι οποίοι είναι αποτέλεσμα διεθνούς συναίνεσης. Τα όρια της αμερικανικής νομοθεσίας γίνονται ντε φάκτο όρια και για τον υπόλοιπο κόσμο.

    

Κάποτε η θέαση των πραγμάτων από την Ουάσιγκτων ήταν πολύ διαφορετική. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστήριζαν ένθερμα την συνεργασία μεταξύ των εθνών. Η χώρα ήταν στην εμπροσθοφυλακή εκείνων, που διεκήρυσσαν ρητά τις θέσεις τους υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αντιθέτως η αμερικανική εξωτερική πολιτική των τελευταίων χρόνων είναι μονόπλευρη και ασχολείται μόνο με την διατήρηση των προνομίων των ΗΠΑ.


Λόγω του ότι το θέμα των μπλοκαρισμένων συνθηκών δεν έχει αντιμετωπισθεί με τη σοβαρότητα που αρμόζει, παραθέτουμε παρακάτω λίστα με τις συνθήκες, που οι Η.Π.Α. δεν έχουν επικυρώσει. Για εκείνους που πιστεύουν, ότι η δημιουργία μιας παγκόσμιας κοινότητας είναι ζωτικής σημασίας για την ειρήνη και την ευημερία, αυτή είναι μία σημαντικότατη παράμετρος, που θα πρέπει να ληφθεί υπʼ όψη.



ΜΗ ΕΠΙΚΥΡΩΜΕΝΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ

Συνθήκη Αντιβαλλιστικών Πυραύλων (ΑΒΜ)

Υπογράφτηκε κι επικυρώθηκε το καλοκαίρι του 1972. Οι Ηνωμένες Πολιτείες μονόπλευρα αποσύρθηκαν στις 13 Δεκεμβρίου του 2001 και έγιναν η πρώτη υπερδύναμη, που αποσύρθηκε από συνθήκη ελέγχου πυρηνικών όπλων.


Συνθήκη Καθολικής Απαγόρευσης Πυρηνικών Δοκιμών (Comprehensive Test Ban Treaty)

Υπογράφτηκε στις 24 Σεπτεμβρίου του 2006. Δεν επικυρώθηκε ποτέ. Η Aμερικανική Γερουσία ψήφισε το 1999 την μη επικύρωση της συνθήκης απαγόρευσης πυρηνικών δοκιμών, η οποία υπογράφτηκε από τον πρόεδρο Κλίντον. Στις αρχές του 2002 η κυβέρνηση Μπους με την επιθεώρηση “Nuclear Posture Review” κοινοποίησε εμμέσως την πρόθεσή της να προχωρήσει εκ νέου σε πυρηνικές δοκιμές και να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα σε επιθέσεις της.


     

Παγκόσμιος χάρτης με τις χώρες, που έχουν επικυρώσει το Πρωτόκολλο του Κυότο για τις κλιματικές αλλαγές (πράσινο χρώμα). Με κίτρινο οι χώρες, στις οποίες εκκρεμεί η επικύρωση, με γκρι οι χώρες, που δεν έχουν λάβει ακόμα θέση και με κόκκινο οι Η.Π.Α., που αρνούνται να επικυρώσουν το πρωτόκολλο.



Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τον Έλεγχο του Κλίματος (UNFCCC) και Πρωτόκολλο του Κυότο

Η σύμβαση (UNFCCC) επικυρώθηκε στις 15 Οκτωβρίου του 1992. Το Πρωτόκολλο του Κυότο υπογράφτηκε στις 12 Νοεμβρίου του 1998, αλλά δεν επικυρώθηκε ποτέ από τις Η.Π.Α.. Παρʼότι ο πρόεδρος Κλίντον υπόγραψε το Πρωτόκολλο του Κυότο, το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ κατά την διακυβέρνηση Μπους το απέρριψε με το αιτιολογικό, ότι θα ήταν επιζήμιο για την οικονομία των Η.Π.Α.. Οι αντιπρόσωποι των Η.Π.Α., που είχαν αυτήν την τοποθέτηση στην Συνάντηση Κορυφής στο Μπαλί το 2007, αποδοκιμάστηκαν ευρέως.


Σύμβαση για τις Διακρίσεις κατά των Γυναικών (CEDAW)

Υπoγράφτηκε στις 17 Ιουλίου του 1980 και δεν επικυρώθηκε ποτέ. Οι Η.Π.Α. είναι ανάμεσα σʼ εκείνες τις χώρες, που μετριούνται στα δάκτυλα του ενός χεριού, όπως είναι το Ιράν και το Σουδάν, που δεν επικύρωσαν την σύμβαση, που υπογράφτηκε από τον πρόεδρο Τζίμμυ Κάρτερ. Η επικύρωση της σύμβασης δεν πραγματοποιείται εξ αιτίας της συνεχιζόμενης αντίδρασης των συντηρητικών στη Γερουσία.


Τα δικαιώματα των γυναικών είναι ανθρώπινα δικαιώματα. Αφίσα της Διεθνούς Αμνηστίας προτρεπτική για την επικύρωση της Σύμβασης για τα δικαιώματα των γυναικών (CEDAW) από τις Η.Π.Α., μιας από τις ελάχιστες χώρες παγκοσμίως που αρνούνται να την επικυρώσουν.


Σύμβαση για τα Δικαιώματα των Παιδιών

Υπογράφτηκε στις 16 Φεβρουαρίου του 1995 και δεν επικυρώθηκε ποτέ. Μόνο οι Η.Π.Α. και η Σομαλία δεν επικύρωσαν την σύμβαση, η οποία υπογράφτηκε από τον πρόεδρο Κλίντον. Εκτός των άλλων η Σύμβαση απαγορεύει την θανατική ποινή για τα παιδιά. Οι συντηρητικοί της Γερουσίας, που υποστηρίζουν την επιβολή της θανατικής ποινής σε ανηλίκους, συνεχίζουν να αντιτίθενται στην επικύρωση της σύμβασης.


Διεθνής Σύμβαση  για  τα Οικονομικά,  Κοινωνικά  και Πολιτιστικά Δικαιώματα (CESCR)

Υπoγράφτηκε τον Οκτώβριο του 1977 και δεν επικυρώθηκε ποτέ. Παρʼόλο που αυτή η σύμβαση υπογράφτηκε από τον Τζίμμυ Κάρτερ, η θέση των Η.Π.Α. σήμερα είναι, ότι τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα δεν είναι ούτε αναφαίρετα ούτε είναι δυνατόν να επιβληθούν. 142 χώρες έχουν ήδη επικυρώσει την σύμβαση.


Σύμβαση για τα Βιολογικά και Τοξικά Όπλα (BWC) και προτεινόμενο Προσχέδιο

Υπογράφτηκε στις 10 Απριλίου του 1972 και επικυρώθηκε στις 23 Μαρτίου του 1975. Το προτεινόμενο Προσχέδιο απορρίφθηκε τον Ιούνιο του 2001. Μετά την υπογραφή της σύμβασης το 1972 από τον πρόεδρο Ρίτσαρντ Νίξον οι 144 συμβαλλόμενοι συμφώνησαν, ότι οι μηχανισμοί εφαρμογής της συνθήκης δεν ήταν οι πρέποντες. Το 1994 συστήθηκε ειδική ομάδα για την μελέτη των αλλαγών. Όταν το 2001 παρουσίασε το προσχέδιο, οι Η.Π.Α. το απέρριψαν και αρνήθηκαν επιμόνως να επιστρέψουν στις διαπραγματεύσεις, καθιστώντας στην ουσία την συνθήκη ανενεργό.


Σύμβαση για τα Χημικά Όπλα

Υπογράφτηκε στις 13 Ιανουαρίου του 1993 και επικυρώθηκε στις 25 Απριλίου του 1997. Οι Η.Π.Α. επικύρωσαν αυτή την σύμβαση, η οποία υπογράφτηκε από τον πρόεδρο Μπους (τον πατέρα) τις τελευταίες ημέρες της θητείας του, αλλά έθεσαν όρους ως προς την εφαρμογή της στις Η.Π.Α., ακυρώνοντας στην πραγματικότητα τους όρους της. Για παράδειγμα οι Η.Π.Α. διευκρινίζουν, ότι δεν μπορεί να μεταφερθεί υλικό έξω από την χώρα προς εξέταση, περιορίζουν τις εγκαταστάσεις, στις οποίες μπορεί να διενεργηθεί έλεγχος και δίνουν στον πρόεδρο το δικαίωμα να αρνηθεί ενδεχόμενη επιθεώρηση με το «επιχείρημα» της εθνικής ασφάλειας.


Συνθήκη Απαγόρευσης Ναρκών

Ανακοινώθηκε το 1997, έγινε διεθνής νόμος την 1η Μαρτίου του 1999, δεν υπογράφτηκε ποτέ από τις Η.Π.Α.. Οι Η.Π.Α. και η Τουρκία είναι τα μόνα μέλη του ΝΑΤΟ, που δεν υπέγραψαν την Συνθήκη Απαγόρευσης Ναρκών. Οι Η.Π.Α. ισχυρίζονται, ότι οι νάρκες εδάφους είναι απαραίτητες για την προστασία των Αμερικανών στρατιωτών σε περιοχές με βαρύ εξοπλισμό όπως η αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη μεταξύ Βόρειας και Νότιας Κορέας.


Το Θέσπισμα της Ρώμης για το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο ICC

Υπογράφτηκε στις 31 Δεκεμβρίου του 2000. Η υπογραφή αποσύρθηκε στις 6 Ιουνίου του 2002. Το 2002 η κυβέρνηση Μπους έκανε το πρωτάκουστο· «ξε-υπέγραψε» την συνθήκη ICC. Οι ΗΠΑ δυναμίτισαν την συνθήκη υπογράφοντας συμφωνίες με χώρες, στις οποίες δούλευε αμερικανικό προσωπικό, ώστε να εξαιρεθούν οι Αμερικανοί στρατιωτικοί και κυβερνητικοί αξιωματούχοι από την δικαιοδοσία του δικαστηρίου.


Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο των Θαλασσών (UNCLOS)

Οι διαπραγματεύσεις διεξήχθησαν από το 1973 έως το 1982. Η σύμβαση τέθηκε σε ισχύ το 1994. «Ξε-υπογράφτηκε» από τις Η.Π.Α.. Μέχρι στιγμής 155 χώρες και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν υπογράψει την σύμβαση. Στις 15 Μαίου του 2007 ο πρόεδρος Μπους ανακοίνωσε ότι είχε πιέσει την Γερουσία να εγκρίνη την σύμβαση. Στις 31 Οκτωβρίου του 2007 η Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων ψήφισε με 17 υπέρ και 4 ψήφους κατά να παραπέμψη το θέμα στην Γερουσία προς ψήφιση. Αποτέλεσμα: μετά από δεκαετίες διαπραγματεύσεων ο Λευκός Οίκος υποστηρίζει την επικύρωση της Σύμβασης του Δικαίου των Θαλασσών υπό τον όρο, ότι τα μέρη της σύμβασης έχουν το αποκλειστικό δικαίωμα να καθορίζουν, ποιές από τις δραστηριότητές τους στην θάλασσα μπορούν να χαρακτηρισθούν ως «στρατιωτικές δραστηριότητες», ακυρώνοντας έτσι τον κύριο στόχο της σύμβασης, που ήταν ο περιορισμός του στρατιωτικού ελέγχου στις ανοικτές θάλασσες. (Paul Kurtz, Matt Cravatta, «Free Inquiry», 4-5/08).

ΓΡΑΨΤΕ ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΣΑΣ