Είναι φτιαγμένο από λεπτό κίτρινο χαρτί. Κάθε κομμάτι έχει μια κολλητική λωρίδα, που του επιτρέπει να κολληθεί σε οποιαδήποτε επιφάνεια.
Παρότι αυτό το αντικείμενο χρησιμοποιείται σε όλα τα γραφεία, λίγοι γνωρίζουν την ιστορία πίσω από την τυχαία δημιουργία του. Πρόκειται για μια ιστορία αποτυχίας, καινοτομίας κι ένα απλό παιχνίδι της μοίρας.
St. Paul, Minnesota, 1968
Ο 27χρονος dr. Spencer Silver είναι ένας νέος, ανερχόμενος και φιλόδοξος χημικός στη Minnesota Mining and Manufacturing Company. Είναι αποφασισμένος να γίνει γνωστός. Θέλει να δημιουργήσει κάτι καινοτόμο για την εταιρεία.
Μια μέρα, του ανατίθεται κάτι, το οποίο ελπίζει ότι θα απογειώσει την καριέρα του. Οι πελάτες της εταιρείας στην αεροπορική βιομηχανία θέλουν μια πολύ δυνατή κόλλα, ανθεκτική σε μεγάλες πίεσεις, ύψη και ταχύτητες, προκειμένου να κολλούν εξαρτήματα αεροπλάνων.
Ο Silver αρπάζει την ευκαιρία ενός τόσο εντυπωσιακού project. Είναι η ευκαιρία του να λάμψει. Ο φιλόδοξος επιστήμονας όμως, αντί να φτιάξει μια ανθεκτική κόλλα, δημιουργεί κατά λάθος μια «κόλλα» επαναχρησιμοποιήσιμη κι ευαίσθητη στην πίεση, η οποία δεν στεγνώνει. Τα αποτελέσματα είναι απογοητευτικά. Είναι τόσο αδύναμη, που μετά βίας κολλάει δυο χαρτιά.
Είναι σοκαρισμένος. Η εταιρεία του αναθέτει κι άλλα projects. Κανένα όμως δεν του παρέχει την πρόκληση ή την αναγνώριση που θέλει.
Η ιστορία όμως αυτού του εφευρέτη και της κόλλας του, δεν έχει τελειώσει ακόμα.
Η αδύναμη κόλλα του Silver παραμένει στην αφάνεια για χρόνια. Το 1974 όμως, ένας συνάδελφός του, ονόματι Arthur Fry, ο οποίος είχε παρακολουθήσει κάποιο σεμινάριό του, έχει μια ξαφνική έμπνευση. Θέλει να χρησιμοποιήσει την αποτυχημένη κόλλα, προκειμένου να κρατάει ελαφρά κολλημένο το σελιδοδείκτη στο Υμνολόγιό του, όταν πηγαίνει στη χορωδία της εκκλησίας. «Αν θα έβαζα την κόλλα του Silver στο σελιδοδείκτη», σκέφτεται, «δεν θα έπεφτε».
Μοιράζεται την ιδέα του με τον Silver και δημιουργούν δυο σελιδοδείκτες που κολλούν. Όταν τους κολλούν σε επίπεδη επιφάνεια, αυτοί μένουν στη θέση τους. Αφαιρούνται όμως εύκολα, χωρίς να αφήνουν υπολείμματα κόλλας.
Ο Silver είναι ενθουσιασμένος. Έχει την ευκαιρία να επαναφέρει το αποτυχημένο του project.
Οι δυο άνδρες κάνουν μια μικροαλλαγή στην ιδέα χρησιμοποιώντας περισσευούμενο χαρτί, για να δημιουργήσουν μικρά σημειωματάρια. (Το κίτρινο χρώμα επελέγη κατά τύχη, γιατί αυτό βρήκαν εύκαιρο εκείνη τη στιγμή στο διπλανό εργαστήριο).
Δίνουν στην εφεύρεση ένα ταιριαστό όνομα: «Press 'n Peel» και το 1977 κυκλοφορεί στην αγορά τεσσάρων πόλεων. Τα αποτελέσματα όμως, είναι απογοητευτικά.
Την επόμενη χρονιά άλλαζουν τακτική. Προκειμένου να κεντρίσουν το ενδιαφέρον του κοινού, διανέμουν δωρεάν δείγματα σε επιχειρήσεις στη Minneapolis. Οι υπάλληλοι στα γραφεία της πόλης ξετρελαίνονται αμέσως. Βρίσκουν τη χρήση του νέου προϊόντος πολύ διασκεδαστική. Ο Silver και ο Fry είναι κατενθουσιασμένοι.
Το προϊόν μέσα στα επόμενα χρόνια κυκλοφορεί σε όλη την Αμερική, τον Καναδά και την Ευρώπη. Το 1980, η Minnesota Mining and Manufacturing Company, σήμερα λέγεται 3M, κυκλοφορεί τα σημειωματάρια με την κόλλα με καινούργιο όνομα: «Post-it Notes». Είναι το πιο πετυχημένο λανσάρισμα προϊόντος στην ιστορία της, ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα προϊόντα στον πλανήτη.
Το Post-it ήταν μια τυχαία ανακάλυψη, που τελικά... κόλλησε στη ζωή μας.
ΜΕΤΑΤΡΕΠΟΝΤΑΣ
ΤΟ ΛΑΘΟΣ
ΣΕ ΕΥΚΑΙΡΙΑ
Η ιστορία
της εφεύρεσης
των Post-it Notes


Η Μαρία Λούπου είναι Χημικός Μηχανικός Ε.Μ.Π..
Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.