ΞΕΘΑΨΕ ΤΑ ΟΣΤΑ
ΠΡΩΗΝ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑ
ΚΑΙ ΤΑ ΜΑΣΤΙΓΩΣΕ

Η κορυφαία στιγμή
της βυζαντινής ιστορίας
ανήκει στον Μιχαήλ Γ΄


Έχει παρατηρηθεί ότι υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι είναι από τη φύση τους κακοί και πεθαίνουν σε μεγάλη ηλικία. Δεν προστατεύονται από κάποια ανώτερη δύναμη. Απλώς, προλαβαίνουν τους άλλους στις κακίες και οι «άλλοι» δεν προλαβαίνουν ή είναι αρκετά βλάκες για να αντιδράσουν.

Αυτός είναι ο πατρίκιος Βάρδας, αδελφός της μάνας του πρωταγωνιστή μας.


Το όνειρο του Βάρδα (Ιωάννη Σκυλίτζη, «Χρονογραφία»).
Ο Βάρδας με τον Μιχαήλ προχωρούν προς την Μεγάλη Εκκλησία.
Εκεί τον περιμένει ο Πατριάρχης Ιγνάτιος (ευνουχισμένος και άγιος, 23 Οκτ.), μαζί με δύο άγγελους και τον Άγιο Πέτρο.
Ο Ιγνάτιος ζητάει από τον Άγιο Πέτρο να πάρει εκδίκηση για τα κακά που του έχει κάνει ο Βάρδας.

O Βάρδας ήταν βυζαντινός αξιωματούχος, αρμένικης καταγωγής, από την Παφλαγονία. Έλαβε τον τίτλο του πατρίκιου από τον αυτοκράτορα Θεόφιλο.
Αδελφός της αυτοκράτειρας Θεοδώρας (της αγίας, 11 Φεβ.), βοήθησε το γιο της Μιχαήλ Γ΄ στην εκθρόνισή της κι ο ίδιος ανακηρύχθηκε χαρτουλάριος του κανικλείου,
μάγιστρος και αργότερα δομέστικος των σχολών. Το 862 στέφθηκε καίσαρας από τον Μιχαήλ.
Δολοφονήθηκε από τον Βασίλειο Α΄ κατά την περίοδο εκστρατείας στη Μικρά Ασία.


Στα 839, γεννήθηκε ένα υγιέστατο μωρό, που στα τρία του, με απόλυτα διαφανείς διαδικασίες, έγινε αυτοκράτορας (της Φρυγικής Δυναστείας).

Το ζώδιό του δεν το ξέρουμε. Τον μπαμπά του τον έλεγαν Θεόφιλο και τη μαμά του Θεοδώρα. Ο ίδιος ονομάστηκε Μιχαλάκης με το βαρύγδουπο προσωνύμιο, που του έδωσαν οι σύγχρονοί του και η Ιστορία: Μιχαήλ Γ΄ ο Μέθυσος.


Ο πατέρας, του πριν αφήσει τον μάταιο κόσμο, όρισε τρεις συνεπιτρόπους για να βοηθούν τη γυναίκα του στα αυτοκρατορικά της καθήκοντα:

Οι πρώτοι δύο ήταν ο λογοθέτης Θεόκτιστος και ο μάγιστρος Μανουήλ.

Ο τρίτος και καλύτερος, ήταν ο μπάρμπας του ο Βάρδας, ο οποίος με ζέση, ανέλαβε τη διαπαιδαγώγηση του παιδιού.

Η μαμά του κοιμόταν όρθια μαζί με τις κόρες της, εμπιστευόμενη στον αδελφό της την ανατροφή του γιου της.


Έχετε παρατηρήσει κι εσείς πόσο θεοτικό έχουν τα βυζαντινά ονόματα;
«Θεόφιλοι», «Θεοδώρες», «Θεόκλητοι», «Θεόκτιστοι»... «Θεόθεοι», χαμός! Τέλος πάντων.

Στη μία όψη του παραπάνω νομίσματος εικονίζεται η μητέρα του Μιχαήλ, Θεοδώρα
και στην άλλη ο μικρός Μιχαήλ με τη θεία του και αδελφή της Θεοδώρας, Θέκλα.


Ο Βάρδας, το τελευταίο πράγμα πού ήθελε ήταν να διαπαιδαγωγήσει έναν έξυπνο άνθρωπο, έναν έτοιμο να κυβερνήσει αυτοκράτορα, γιατί έτσι κινδύνευε η δική του θέση και η διαδοχή των γιων του στο θρόνο. Είχε ήδη βάλει το δάχτυλο στο μέλι και θα έδινε το βάζο σε άλλον; Έτσι, τον πότιζε με τη χειρότερη ανατροφή που μπορούσε να του δοθεί:

Το της απαιδευσίας πολυανάλωτον.
(Η κραιπάλη που οφειλόταν στην απαιδευσία).

Ιωσήφ Γενέσιος.


Από των συνόντων αυτώ μιαρών και ασελγών ανδρογύνων...

Συμεών Μάγιστρος.


Το αγοράκι λοιπόν μεγάλωνε μέσα στις εκτροπές, τα όργια, το πιοτί και τις αρματοδρομίες.

Ο θείο-Βάρδας τον χειραγωγούσε μια χαρά. Του έβαζε και λόγια για τη μάνα του: «Θα σου βγάλει τα μάτια, βλαμμένο, όπως έκανε η Ειρήνη η Αθηναία, που τύφλωσε το γιο της Κωνσταντίνο τον ΣΤ΄. Έχε το νου σου».


Ο Μιχαλάκης ο Γ΄ μεγάλωσε, διασκέδασε, παντρεύτηκε μια έρμη Ευδοκία, που του τη διάλεξε η μάνα του, και μετά πέθανε. Αυτό που δεν έκανε ήταν να κυβερνήσει.

Μεταξύ της γέννησής του και του θανάτου του πρόλαβε να κάνει αξιοσημείωτες βλακείες που τον εξέθεσαν ανεπανόρθωτα, ενώ ο θείος βγήκε λάδι… σχεδόν.

Η προσωπικότητά του ήταν πολυσχιδής.

Κατ΄ αρχήν ήταν μονίμως τύφλα. Η πασίγνωστη ανά τον πλανήτη μαρμάγκα, έφαγε πολύ κοσμάκη όσο αυτός ήταν μεθυσμένος. Έδινε διαταγές κουτουράδα «σκοτώστε αυτόν» μέσα στην τύφλα του τα βράδυα.

Την άλλη ημέρα, δεν θυμόταν τι είχε διατάξει κι έστελνε απεσταλμένους να καλέσουν τον εκτελεσμένο «για φιλοξενία στο παλάτι».


Μία άλλη πλευρά του εαυτού του ήθελε ερωμένες.

Μία άλλη πλευρά του εαυτού του ήθελε εραστές.

Μία άλλη πλευρά του εαυτού του ήθελε αρματοδρομίες (το καλύτερό του!).

Κι όλες αυτές οι πλευρές του μαζεμένες, ήθελαν πιοτί και όργια.

Κατάργησε τον οπτικό τηλέγραφο, που προειδοποιούσε για εισβολείς στην αυτοκρατορία και τον οποίον είχε επινοήσει ο Λέων ο Μαθηματικός. Γιατί; Για να παρακολουθεί ο λαός απερίσπαστος τις νίκες του στις αρματοδρομίες.

Μιλάμε για μεγάλη ψωνάρα!

IMAGE DESCRIPTIONΈκανε χονδροειδείς πλάκες που δεν του συγχωρέθηκαν διότι κορόιδευε τους μεγαλογαλονάτους παπάδες της εποχής του και τα θεία, κάτι ασυγχώρητο στην βαριά θρησκευόμενη Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Δεν τον έκαναν ντα, όμως, διότι ήταν αυτοκράτορας.


Μια ημέρα μήνυσε στη μάνα του ότι ο Πατριάρχης βρισκόταν στο παλάτι και ότι ασφαλώς θα χαιρόταν να την ευλογήσει. Η ευσεβής Θεοδώρα έτρεξε βιαστικά και πράγματι, στο μεγάλο Χρυσό Τρικλίνιο βρήκε καθισμένο σ΄ ένα θρόνο δίπλα στον αυτοκράτορα, τον αρχιερέα με μεγάλο αρχιερατικό άμφιο, με την κουκούλα του κατεβασμένη στο πρόσωπό του, που φαινόταν, σιωπηλός και σοβαρός, χαμένος σε βαθιές σκέψεις.

Η αντιβασίλισσα πέφτει στα πόδια του και τον ικετεύει να μην την ξεχνάει στις προσευχές του. Ξαφνικά, ο πατριάρχης σηκώνεται, κάνει μια στροφή πάνω στα τακούνια του, γυρίζει ταν πλάτη του στην αυτοκράτειρα και... θα πρέπει να ανατρέξουμε στο κείμενο των χρονογράφων για να δούμε τι άφησε να ξεφύγει στο πρόσωπο της Θεοδώρας.

Μετά, γυρίζοντας, δηλώνει: «Δεν μπορείτε να πείτε, κυρία, ότι και σ΄ αυτό ακόμη, δεν σας τιμήσαμε» και, πετώντας την κουκούλα του, δείχνει το πρόσωπό του: ο δήθεν Πατριάρχης δεν ήταν άλλος από τον εννοούμενο γελωτοποιό του αυτοκράτορα.

Μ΄ αυτό το αμφίβολου γούστου αστείο, ο Μιχαήλ ξεσπάει σε γέλια. Η Θεοδώρα, οργισμένη, γεμίζει κατάρες το γιο της και φεύγει από την αίθουσα με δάκρυα στα μάτια.

Ο θειός του, του έχωνε χαρτιά κάτω από την μεθυσμένη του μύτη κι εκείνος τα ενέκρινε.

Κάποια στιγμή, ο μπαρμπα-Βάρδας σκέφτηκε: «Τι τους θέλω αυτούς, να μου σκοτίζουν τον έρωτα;» κι αποφάσισε να ξεφορτωθεί τους άλλους δύο επιτρόπους για να κυβερνά μόνος του. Άρχισε λοιπόν, να τους διαβάλλει στο ανηψούδι του.

Ο Μανουήλ πήρε γραμμή τι ακριβώς παιζόταν κι επειδή σε αυτό το παιχνίδι ήταν και το κεφάλι του μέσα, τους έριξε πέντε φάσκελα και ένα «κόφτε τον λαιμό σας» και αποσύρθηκε.

Ο Θεόκτιστος, είτε γιατί δεν το κατάλαβε είτε γιατί δεν πρόλαβε, πέρασε από το ταμείο, εισέπραξε μια δολοφονία με υψηλή έγκριση και... χαίρετε.

Ο θείο-Βάρδας έμεινε ο μοναδικός κόκορας στο κοτέτσι. Φιλοδοξούσε να περιέλθει η βασιλεία στα δικά του τα παιδιά, μιας και ο ανηψιός δεν έκανε δικά του. Ολομόναχος, έλυνε και έδενε. Κυρίως όμως, έδενε.

Με τον γάμο του Γάμα δεν θα ασχοληθούμε περισσότερο απ΄ ό,τι ασχολήθηκε ο ίδιος: «Πώς τη είπαμε αυτήν; Ευδοκία; Α, εντάξει». Αυτάαα...


Ο Μιχαήλ Γ΄ ως αρματοδρόμος στον Άγιο Μάμαντα.

Συνέβη να ανάψουν τον πυρσό στον Φάρο για να ειδοποιήσουν για κάποια επιδρομή, κάποτε που ο Μιχαήλ με τα άλογα επρόκειτο να τρέξει κοντά στην εκκλησία του Αγίου Μάμαντος.
Όταν τον είδε ο βασιλιάς, έπεσε σε μεγάλη αγωνία, σα να κινδύνευε η ίδια του η ζωή, από το φόβο, μήπως οι θεατές αλαφιασμένοι από την άσχημη αγγελία δεν θαυμάσουν τις ικανότητές του ως ηνίοχου.



Έκανε και μια ―ακόμη― βλακεία. Πρόκειται για την κορυφαία στιγμή της βυζαντινής ιστορίας:

Ξέθαψε τα οστά του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ε΄ και του Πατριάρχη Ιωάννη Ζ΄ Γραμματικού και τα μαστίγωσε στον Ιππόδρομο.

Μετά, διέταξε να τα κάψουν. Έτσι, για να μάθουν άλλη φορά!

Τω καιρώ εκείνω, πρέπει να έπεσε πολύ γέλιο στην αρένα.


Ο Γάμα, εκτός από τις αρματοδρομίες είχε και άλλη μία αγάπη. Τον Βασίλειο. Ο Βασίλειος ήταν ωραίο αγόρι, παντρεμένος κι αυτός για τα μάτια του κόσμου. Μέθαγε λιγότερο από τον Μιχαήλ, άρα ήξερε τι του γινόταν.

Η εξάρτηση του Μιχαήλ από τον Βασίλειο ήταν μεγάλη. Τόση, που τον έκανε παρακοιμώμενο (παρά το γεγονός ότι το αξίωμα αυτό απονεμόταν κανονικά σε ευνούχους), μάγιστρο, τον υιοθέτησε και τον έκανε συμβασιλέα.


Βασίλειος Α΄ Μακεδών, αρμένιος, ιδρυτής και γενάρχης της Μακεδονικής Δυναστείας.

Επρόκειτο για έναν άξεστο ιπποκόμο, φτωχό κι αγράμματο χωριάτη, αλλά όμορφο και με ωραία κορμοστασιά νέο, ο οποίος νυμφεύτηκε τον Νικόλαο, ηγούμενο μοναστηριού και μερικά χρόνια αργότερα έναν άλλο άνδρα,
γιο πλούσιας χήρας, τον Ιωάννη. Μέσω αυτών των γάμων απόκτησε διασυνδέσεις στη σαπίλα της αυτοκρατορικής Αυλής και σύντομα έγινε «παρακοιμώμενος» του αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄.
Αργότερα, μέσα σε ένα λουτρό αίματος και οργίων κατάφερε να κατακτήσει ο ίδιος το θρόνο.
(Βλ. Οι δύο γάμοι βυζαντινού αυτοκράτορα με άνδρες).



Ο Μιχαήλ λάτρευε τόσο τον Βασίλειο, που τελικά τον πάντρεψε. Στην πραγματικότητα, ο Βασίλειος είχε ήδη μία σύζυγο, τη Μαρία από τη Μακεδονία. Ο βασιλιάς τον υποχρέωσε να χωρίσει και η Μαρία στάλθηκε πίσω στην πατρίδα τος με μερικά χρήματα.

Ύστερα, ο ηγεμόνας πάντρεψε το φίλο του με την ερωμένη του Ευδοκία Ιγγηρίνα. Ήταν μια πολύ ωραία γυναίκα, της οποίας ο Μιχαήλ ήταν εραστής εδώ και πολλά χρόνια και την αγαπούσε πάντα.

Έτσι όρισε, καθώς την αποκαθιστούσε, ότι θα τη διατηρούσε ως ερωμένη και το συμβόλαιο τηρήθηκε τόσο καλά, ώστε οι ανεξάρτητοι χρονογράφοι αποδίδουν χωρίς περιστροφές στον αυτοκράτορα την πατρότητα των δύο πρώτων παιδιών του Βασιλείου.

Οι συγγραφείς της Αυλής, πιο διακριτικοί φυσικά σε τόσο λεπτά ζητήματα, επαινούσαν όχι μόνο την ομορφιά και τη χάρη της Ευδοκίας, αλλά και τη φρονιμάδα και την αρετή της.

Η επιμονή τους σ΄ αυτό δείχνει ότι υπήρχε εδώ ένα οδυνηρό σημείο, λίγο ενοχλητικό για τον οίκο της Μακεδονίας. Μόνο ο Βασίλειος φαίνεται ότι προσαρμόστηκε χωρίς κόπο σ΄ αυτή τη δύσκολη κατάσταση. Η ψυχή του αρμένιου χωριάτη, που είχε μείνει χυδαία, στο βάθος της δεν δυσκολευόταν από μάταιες λεπτότητες. Εξάλλου, είχε κάποια παρηγοριά. Ήταν εραστής της Θέκλας, αδελφής του αυτοκράτορα και ο Μιχαήλ Γ΄ έκλεινε τα μάτια σ΄ αυτό το δεσμό, όπως ο Βασίλειος έκλεινε τα μάτια στη μοιχεία της γυναίκας του. Και ήταν το ωραιότερο «τετράγωνο», που θα μπορούσε να φανταστεί κανείς.


Ο Μιχαήλ ήταν τόσο πολύ γκάου, που πριν την στέψη του Βασιλείου, τον μαστίγωσε τριάντα φορές, για να του δείξει τη στοργή του και πόσο δεν ήταν ερωτευμένος, που ήταν! Μιλάμε για μεγάλο ανωμαλο-βλαμμένο.

Μαστίζεται υπ΄ αυτού διπλοίς φραγγελίοις, μνήμην έχειν τούτον ανάγραπτον της προς αυτόν φιλοστόργου προθέσεως.

Ιωσήφ Γενέσιος.


Ο άλλος, υπέμεινε το μαστίγωμα έχοντας κατά νου το «δια ταύτα».

Αυτό το «δια ταύτα» δεν άργησε να έλθει.

Ο Βάρδας ήταν ακόμη μέσ΄ τα πόδια τους ―μεταφορικά― και μάλιστα, του χωνόταν πολύ του Βασίλειου. Ο άλλος τσαντίστηκε κι έπεισε τον Μιχαήλ ότι ο θείος του τον επιβουλευόταν.

Η πλάκα είναι ότι είχε απόλυτο δίκιο.

Έτσι, σκηνοθέτησαν μια εκστρατεία στην Κρήτη. Ο Βάρδας, όπου ήταν μάχη που έπρεπε να χωθεί, πήγαινε. Είχε πάει σε πολλές κι είχε γυρίσει πίσω με τα σώβρακα.

Μερικοί στο παλάτι, είχαν ακούσει κάτι ψιθύρους και του είπαν «μην πας, δεν σε βλέπουμε και τόσο καλά». Αυτός όμως, με την σιγουριά του λαλάκα, πήγε.

Δολοφονήθηκε μέσα στην αυτοκρατορική σκηνή από το χεράκι του Βασίλειου, «του βασιλέως βλέποντος και σιωπώντος». Μετάφραση: Ο βασιλιάς έπαιρνε μάτι και δεν είπε κιχ.



Η δολοφονία του Βάρδα από τον Βασίλειο ενώπιον του Μιχαήλ.
Τον έκαναν κομμάτια, κρέμασαν τους όρχεις του πάνω σ΄ ένα κοντάρι και τους γυρόφερναν για θέαμα.


Ο Βασίλειος άρχισε να προσπαθεί να μαζέψει τον Μιχαήλ από τα μεθύσια, μα οι μπεκροκανάτες οι φίλοι του άρχισαν να τον διαβάλλουν.

Όπως έχει αποδείξει η μέχρι τότε πορεία του, ο Μιχαήλ είχε μάθει να κάνει ό,τι του λέγανε. Έτσι, διέταξε να δολοφονήσουν τον Βασίλειο.



Η δολοφονία του Μιχαήλ Γ΄ από τον Βασίλειο Α΄ .



IMAGE DESCRIPTIONΟ Βασίλειος δεν πιπίλαγε το δάχτυλο, όμως.

Είπε ένα «α, τον φούστη» και κάνοντας μια έτσι, στο πλάι, τη γλύτωσε.

Ούτε ξυστά δεν τον πήρε.

Αυτό που ακολούθησε είναι από τα πλέον αναμενόμενα: ο Βασίλειος τσαντισμένος πολύ, καθάρισε βιολογικά τον Μιχαήλ, με ένα τσικ λουλάκι για τα λευκά και ωπ!

Ζήτω ο νέος αυτοκράτορας της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ο Βασίλειος Α΄ ο Μακεδών.


Έγινε χαλίφης στην θέση του χαλίφη.

Σιγά αφεντικό, σας βλέπουν, την αξιοκρατία μου, μέσα!





Βιβλιογραφία:

• «Ιστορία του ελληνικού έθνους», έκδ. «Εκδοτική Αθηνών Α.Ε.», Αθήνα, 1979.
IMAGE DESCRIPTION• «Εγκυκλοπαιδικόν λεξικόν Ηλίου», έκδ. «Ήλιος», Αθήνα.
• Γιάνη Κορδάτου: «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», έκδ. «20ός αιώνας», Αθήνα, 1960.
• Γιάνη Κορδάτου: «Ακμή και παρακμή του Βυζαντίου», έκδ. «Μπουκουμάνη», Αθήνα, 1974.
• Charles Diehl: «Ιστορία της βυζαντικής αυτοκρατορίας», έκδ. «Κυριακάτικη Ελεύθεροτυπία», Αθήνα.
• Charles Diehl: «Βυζαντινές μορφές», έκδ. «Δελφοί», Αθήνα.
• Cyril Mango: «Βυζάντιο. Η αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης», έκδ. «ΜΙΕΤ», Αθήνα, 2007.
• Ιωάννου Σκυλίτζη: «Χρονογραφία», έκδ. «Μίλητος», Αθήνα.



Διαβάστε ακόμα:

Ούτε ένας έλληνας βυζαντινός αυτοκράτορας!

Οι δυο γάμοι βυζαντινού αυτοκράτορα με άνδρες

Σεξουαλική κακοποίηση παιδιών στο Βυζάντιο

Αιμομίκτες βυζαντινοί αυτοκράτορες

Ο δικέφαλος αετός δεν υπήρξε ποτέ σημαία ή έμβλημα του Βυζαντίου

Θεοφανώ: Μια ακόμη αδίστακτη βυζαντινή αυτοκράτειρα

Τα μπούτια που ανεβοκατέβαζαν αυτοκράτορες

και άλλα σχετικά άρθρα στο: ΘΕΜΑΤΟΛΟΓΙΟ / ΙΣΤΟΡΙΑ / ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ