Η «Εθνική Αντίσταση» και στην Ελλάδα και σʼ όλες τις κατεχόμενες από τον γερμανικό στρατό χώρες, δεν είχε τίποτε το αυθόρμητο, το τυχαίο και το ανεύθυνο. Δημιουργήθηκε, οργανώθηκε και αυστηρά ελεγχόταν από τις κυβερνήσεις και τα στρατιωτικά επιτελεία και των δυτικών και των ανατολικών «Συμμάχων» από κοινού, για ό,τι ήταν κοινό και ο καθένας για λογαριασμό του, για ό,τι δεν ήταν κοινό και για ό,τι θα είχε γιʼ αυτούς σημασία μετά το τέρμα του πολέμου. Όλα όσα λέγανε και όσα κάνανε ήταν αυστηρά προγραμματισμένα και υπεύθυνα.
Στην τελευταία αποχαιρετιστήρια ημερήσια διαταγή του Γενικού Στρατηγείου του Ε.Λ.Α.Σ., μετά την Βάρκιζα διαβάζουμε: «16 Φλεβάρη 1945. ...Με την πίστη σας, τον ηρωισμό σας και την αντοθυσία σας δώσατε στον κατακτητή επανειλημμένα κτυπήματα και τέλος, όταν υστέρα από την προέλαση του κόκκινου Στρατού στα Βαλκάνια αναγκάστηκε να εκκενώσει την πατρίδα μας, σχεδόν μόνοι σας με συνεχείς επιθέσεις τον αναγκάσατε να φύγει με μεγάλες απώλειες σε προσωπικό καί υλικό καί ελευθερώσατε τη χώρα μας. Ζήτω το αδάμαστο έθνος μας. Ζήτω το πιο τρανό δημιούργημά του, ο Ε.Λ.Α.Σ. μας. Στέφανος Σαράφης - Άρης Βελουχιώτης.»
Η άλλη, αρκετά όπως λένε σημαντική συμβολή της «Εθνικής Αντίστασης» στο συμμαχικό αγώνα είναι, το ότι: με την πολεμική της δραση η «Εθνική Αντίσταση» ανάγκασε τη Γερμανία να διατηρεί στη χώρα περισσότερο στρατό, από όσο απαιτούσαν οι ανάγκες της κατοχής. Αυτόν τον παραπανίσιο στρατό, εάν δέν υπήρχε η «Εθνική Αντίσταση» θα τον στέλνανε στα πολεμικά μέτωπα. Αλλά, σημειώνει ο ίδιος ο στρατιωτικός αρχηγός του Ε.Λ.Α.Σ., αυτό δέν θα επηρέαζε και δέν θα άλλαζε την κατάσταση και το τελικό αποτέλεσμα του πολέμου, θα παρέτεινε μόνον, μας λέει ο ίδιος, για ένα διάστημα τη διάρκεια του πολέμου. Έτσι, μας λέει πάλι ο ίδιος, η «Αντίσταση» έσωσε πολλές ανθρώπινες ζωές στη Ρωσία, την Αφρική, τη Νορμανδία. Αυτή η συμβολή της «Εθνικής Αντίστασης» στο συμμαχικό αγώνα, εφευρέθηκε πολύ κατόπι από το τέρμα του πολέμου. Ποτέ καί πουθενά δεν είπανε και δεν γράψανε, ότι αυτό το μακελειό στην Ελλάδα γινόταν για να συντομευτεί η διάρκεια του πολέμου και να σωθούν έτσι ανθρώπινες ζωές στη Ρωσία κ.λπ.. Αυτά που σήμερα είναι ή πρέπει να είναι φανερά σε όλους, σ' αυτούς πού δημιουργήσανε την «Εθνική Αντίσταση» ήταν γνωστά απ' αρχής. Δηλαδή, αυτοί ξέρανε, ότι η οποιαδήποτε πολιτική και πολεμική δράση της Εθνικής Αντίστασης σε τίποτε δέν θα συνέβαλε στην «απελευθέρωση» της χώρας και στην τελική νίκη των Συμμάχων και πολύ περισσότερο δέν πίστευαν, ότι θα μπορούσε αυτή να επηρεάσει το ηθικό και τη μαχητική ικανότητα του γερμανικού στρατού. Μʼ άλλα λόγια η Εθνική Αντίσταση δεν έγινε για εκείνο που διακήρυσσε, για την «απελευθέρωση» της χώρας κ.λπ.. Άλλη ήταν η αποστολή της. Και σ΄ αυτή της την αποστολή είχε πλήρη επιτυχία. Μπόρεσε να προφυλάξει τον «συμμαχικό ιμπεριαλισμό» από έναν κίνδυνο, που ήταν γιʼ αυτόν απείρως σοβαρότερος από το γερμανικό ιμπεριαλισμό. Ας πάρουμε με τη σειρά τα γεγονότα.
Ο «μύθος» αν και καταγόταν από μορφωμένους αντιμοναρχικούς γονείς με πλούσια οικιακή βιβλιοθήκη δεν κατάφερε να βγάλει καν το γυμνάσιο. Ο δεύτερος τη τάξει στην ιεραρχία του Κ.Κ.Ε., ο Γιάννης Ιωαννίδης, στο βιβλίο του «Αναμνήσεις» αναφέρει, ότι ο Άρης Βελουχιώτης υπήρξε μεταξύ άλλων και διακεκριμένος… πορτοφολάς. Το 1936 συλληφθείς από την αστυνομία έκανε δήλωση μετανοίας και κατέδωσε όσους ο ίδιος είχε μέχρι τότε μυήσει στο Κ.Κ.Ε. («ούτε ένα μπάτσο δεν έφαγε και λύγισε», λέει ο Ιωαννίδης). Παρʼ όλα αυτά ανήλθε στην ιεραρχία του Κ.Κ.Ε. με «βύσμα» τον Παναγιώτη Τζινιέρη (δάσκαλο από το Αίγιο, ο οποίος αργότερα δολοφονήθηκε από την εσωτερική αστυνομία του Κ.Κ.Ε., την γνωστή Ο.Π.Λ.Α., μαζί με εκατοντάδες άλλους, ως «διαφωνών»). Ο Ιωαννίδης αναφέρει, ότι ο Βελουχιώτης, λόγω της «κλίσης» του σε τραμπουκισμούς «προσλήφθηκε» από τον γ.γ. του Κ.Κ.Ε. Ζαχαριάδη, ως κομματικός μπράβος ή/και προβοκάτορας. Χαρακτηριζόταν από, συχνά διασκεδαστική, εκφραστική φτώχεια, δυσκολία στη διατύπωση συγκροτημένων φράσεων, συχνά ξεσπάσματα «αντιστασιακής» βίας (ιδιαίτερα επί αιχμαλώτων και αμάχων), «αντιστασιακή» αγάπη για το ποτό και «αντιστασιακό» επιδειξισμό (διέθετε «αντιστασιακό» άτι, «αντιστασιακούς» ιπποκόμους και μια διμοιρία προσωπικής «αντιστασιακής» σωματοφυλακής από τυφλά πιστούς του πραιτωριανούς). Εθισμένος στην αλητεία (βλ. π.χ. καθημερινές επιτάξεις περιουσιών φτωχών αμάχων για τη συντήρηση της «αντάρτικης» συμμορίας του) και στην άσκηση βίας και μην έχοντας μάθει να κάνει τίποτα δημιουργικό στη ζωή του (πράγμα που άλλωστε είθισται στους νεοέλληνες πολιτικάντηδες, «εθνοσωτήρες» και «αγωνιστές» κάθε απόχρωσης), επέμενε στη συνέχιση της «αντίστασης» και μετά την φυγή των Γερμανών. Η κατοχή, ο βασιλιάς, η κυβέρνηση και τα κόμματα Τον Απρίλη του 1941, ο Χίτλερ αποφασίζει να κάνει εκείνο, που δέν μπόρεσε να κάνει ο Μουσολίνι. Να θέσει κάτω από τον έλεγχο του γερμανοϊταλικού στρατού τη χώρα. Από την πρώτη μέρα της εισβολής γίνεται φανερό εκείνο, που ήταν από πολύ πρίν γνωστό: ότι κάθε αντίσταση στον είσβολέα ήταν μάταιη. Ο βασιλιάς, η οικογένειά του, οι υπουργοί, οι ανώτεροι δημόσιοι υπάλληλοι και πολλοί άλλοι μπαίνουν στα αεροπλάνα και στα καράβια και εγκαταλείπουν τη χώρα, δίνοντας όμως εντολή στο στρατό να υπερασπίσει μέχρι τελευταίας ρανίδος του αίματός του το πάτριον έδαφος. Δηλαδή να σκοτωθούν. Εκείνοι πού πρέπει να ζήσουν είναι τα «σύμβολα» του έθνους και οι «αρχηγοί». Η ηγεσία όμως του στρατού, παρά την εντολή του βασιλιά καί της κυβέρνησης, συνθηκολογεί. Ο στρατός αφοπλίζεται καί απολύεται καί οι νεοζηλανδοί αφήνονται να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους. Σχηματίζεται η κυβέρνηση Τσολάκογλου. Οι πολιτικοί αρχηγοί Κ. Τσαλδάρης, Π. Κανελόπουλος, Γ. Μερκούρης, Γ. Πεσμαζόγλου, Π. Ράλλης, ο τραπεζίτης Μάξιμος και οι στρατηγοί Πάγκαλος και Γονατάς σε σύσκεψή τους «αναγνωρίζουν την κυβέρνηση Τσολάκογλου σαν Κυβέρνηση ανάγκης και δηλώνουν, ότι είναι επιβεβλημένη η υποστήριξή της εκ μέρους όλων των Ελλήνων διχως έπιφυλάξεις και με ειλικρίνεια». Η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Αθηνών στέλνει συγχαρητήριο τηλεγράφημα στην κυβέρνηση και δηλώνει, ότι θα την βοηθήσει «εις το εξόχως μέγα πατριωτικόν αυτής έργον». Ο Δήμαρχος Αθηνών Πλυτάς εκφράζει την ευγνωμοσύνη του στην κυβέρνηση. Οι υπηρεσίες Ασφαλείας συνεχίζουν τη δουλειά τους, όπως και προηγούμενα και με ακόμα περισσότερο ζήλο, στην υπηρεσία τώρα της κυνέρνησης Τσολάκογλου, δηλαδή των αρχών κατοχής.
Η άμεση συνέχεια και συνέπεια της κατοχής ήταν οι χιλιάδες νεκροί από την πείνα καί το κρύο, το χειμώνα του 1941-1942. Την κύρια ευθύνη γιʼ αυτό έχει η Αστυνομία και οι έμποροι τροφίμων. Η Αστυνομία εμποδίζει με τη βία πλήθη λαού να καταλάβουν τις στρατιωτικές αποθήκες τροφίμων, καθώς καί τα ευρισκόμενα στο Τελωνείο του Πειραιά εφόδια, που προορίζονταν για τον αγγλικό καί νεοζηλανδικό στρατό, που πολεμούσε στην Ελλάδα,πριν από την κατοχή της Αθήνας. Οι έμποροι κρύβουν τα τρόφιμα που είχαν τότες. Τα πρώτα παραδόθηκαν στους γερμανούς καί τα δεύτερα μοσχοπουλήθηκαν στη μαύρη αγορά. Υπάρχει και σήμερα σε πολλούς η εντύπωση, ότι τα συσσίτια που άρχισαν να λειτουργούν στην Ελλάδα το Νοέμβρη του ΄41 ήταν έργο του Ε.Α.Μ.. Η υπόθεση των συσσιτίων εκείνης της εποχής ειναι η ακόλουθη: Ύστερα από το φοβερό χειμώνα του 41-42, οι αρχές κατοχής επιτρέψανε τη διοχέτευση στη χώρα για τα λαϊκά συσσίτια ορισμένης ποσότητας τροφίμων από την Τουρκία και υπό τον αυστηρό έλεγχο της Ερυθράς Ημισελήνου. Ναυλώθηκε τό τουρκικό πλοίο «Κουρτουλούς», που από τα τέλη του Νοέμβρη 1941 άρχισε δρομολόγια προς τον Πειραιά. Σε κάθε ταξίδι μετέφερε 1.500-1.800 τόννους όσπρια για τα λαϊκά συσσίτια κι εκείνα των συνεταιρισμών, πού είχαν ιδρυθεί. Στο 6ο ταξίδι του το «Κουρτουλούς» βυθίστηκε στη θάλασσα του Μαρμαρά με 1.800 τόννους τρόφιμα. Αντικαταστάθηκε με το «Ντουλουμπουνάρ», που πραγματοποίησε δύο ταξίδια έως στις 27 Μαρτίου 1942. Σ' αυτό το μεταξύ ο κίνδυνος της πείνας είχε υπερνικηθεί.
Στις αρχές Ιουνίου 1942 με τη μεσολάβηση του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και των τοπικών Ερυθρών Σταυρών έγινε ρητή συμφωνία των εμπολέμων για τον εφοδιασμό της Ελλάδας. Ο Καναδάς ανέλαβε να παρέχει 15 χιλιάδες τόννους το μήνα τρόφιμα και οι Ηνωμένες Πολιτείες 5.000 τόννους όσπρια γάλα και φάρμακα. Τίς ναυλώσεις πραγματοποιούσε ο Σουηδικός Ερυθρός Σταυρός, αλλά όλες τις δαπάνες περιλαμβανομένων και των ασφαλίστρων τις κατέβαλε η κατοχική κυβέρνηση μέχρι την 1η Ιανουαρίου 1943, που ανέλαβαν όλα τα έξοδα οι Ηνωμένες Πολιτείες. Μέχρι τις 27 Μαρτίου 1945 μεταφέρθηκαν 669.000 τόννοι εφόδια από τα όποια 647.000 τρόφιμα καί τα υπόλοιπα ρούχα καί φάρμακα.
Πάντως ό κίνδυνος του λιμού ξεπεράστηκε.
Καιροσκόπος και μηχανορράφος από τους λίγους, σκόπευε σε «υψηλή» μεταπολεμική πολιτική καριέρρα και γιʼ αυτό συνομωτούσε, πότε με τους φιλομοναρχικούς Άγγλους και την εξόριστη βασιλική «κυβέρνηση» του Καΐρου, πότε με τους παραμείναντες εν Ελλάδι «αντιστασιακούς» αντιμοναρχικούς και πότε με τις διάφορες «αντιστασιακές» οργανώσεις. Γραφικός και παθιασμένος με τον τζόγο και το αλκοόλ, όταν οι Άγγλοι σύνδεσμοι στην Ελλάδα τον ρώτησαν τί ανάγκες είχε σε πολεμικό υλικό, ώστε να του το ρίξουν με αλεξίπτωτα, σαν γνήσιος συμμορίτης ζήτησε μερικά κιβώτια… γνήσιο αγγλικό ουίσκι (όπως αναφέρει ο καθηγητής Νεότερης Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Χάγκεν Φλάισερ, στο βιβλίο του «Στέμμα και Σβάστικα, η Ελλάδα της κατοχής και της αντίστασης», τόμος Α΄, εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 1987). Αξίζει να προσεχθεί η ασυνείδητη επίδειξη του περιστρόφου ως υποκατάστατο του ανδρικού μορίου. Η ίδρυση του Ε.Α.Μ. Τον Ιούνιο του 1941, ο Χίτλερ, αφού με τη βοήθεια του Στάλιν έθεσε υπό τον έλεγχό του ολόκληρη την Ευρώπη, εξαπολύει τις στρατιές του εναντίον του χτεσινού συνεταίρου του. Τότες, στις 28 Σεπτεμβρίου, έξι μήνες δηλαδή μετά την κατοχή, ιδρύεται με πρωτοβουλία του Κ.Κ.Ε. το Ε.Α.Μ. και καλεί το λαό σε αγώνα για το «διώξιμο του κατακτητή, μέχρι να μη μείνει κανένας γερμανός, ιταλός, βούλγαρος στο έδαφος της πατρίδας». Το Γενάρη του 1942 η 9η Ολομέλεια του Κ.Κ.Ε. αποφασίζει να «προωθήσει τον αγώνα σε ανώτερες μορφές πάλης, στον ένοπλο αγώνα». Ο πόλεμος, που είχε σταματήσει με τη συνθηκολόγηση επανέρχεται στη χώρα πιο φονικός, πιο καταστρεπτικός, πιο κτηνώδης και πιο ηλίθιος. Στο διάγγελμα του Ε.Α.Μ. τον Οκτώβρη του 1941 διαβάζουμε ανάμεσα σε πολλά άλλα: «Από τις 24 Απριλίου η χώρα μας, ο ένδοξος καί ηρωικός λαός μας ζουν σκλάβοι (σ.σ.: μέχρι τότε ζούσε ελεύθερος κάτω από το φασιστικό καθεστώς του Μεταξά και γενικά κάτω από τον καπιταλισμό). Βιάζουν τις γυναίκες μας και τα κορίτσια μας... η φυλή μας απειλείται με εξόντωση...». Αυτά τα ανακάλυψαν ύστερα από 6 μήνες από την κατοχή. Ξέρουμε, ότι όλα αυτά ήταν ψέματα. Και πιο καλά ξέρανε, ότι ήταν ψέματα εκείνοι που τα γράψανε. Και είναι αυτοί οι ίδιοι, που λίγους μήνες πιο πρίν και από τον Σεπτέμβρη του 1939 συνέχεια καταγγέλανε την Αγγλία και τη Γαλλία για ληστρικές ιμπεριαλιστικές χώρες και μιλούσαν με συμπάθεια για την Ιταλία καί τη Γερμανία, χώρες «αδικημένες» από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Οι γερμανοί ούτε τις «γυναίκες μας και τα κορίτσια μας βίασαν», ούτε την «εξόντωση της φυλής μας απειλούσαν». Καταλάβανε την Ελλάδα, για να μην χρησιμοποιηθεί από τους άγγλους, όταν μάλιστα ήδη προετοιμάζανε την εισβολή στη Ρωσία. Η πολεμική δραση του Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ. Το Ε.Α.Μ. αρχίζει να γίνεται πλατειά μαζική οργάνωση από τα μέσα του 1943. Αυτόν τον χρόνο προσχωρούν στον Ε.Λ.Α.Σ. πολλοί νέοι καί πολλοί αξιωματικοί μόνιμοι καί έφεδροι, που δεν μπόρεσαν ή δεν ήθελαν να πάνε στη Μ. Ανατολή. Τον ίδιο χρόνο αποσπάται από τη Γερμανία η Ιταλία, συνθηκολογεί πρώτα με τους «συμμάχους», και υστέρα προσχωρεί σ΄ αυτούς. Είναι ο χρόνος, που η επικείμενη κατάρρευση της χιτλερικής Γερμανίας είναι σ' όλους πλέον φανερή. Δεν πρόκειται τώρα πλέον για μικρές ομάδες ανταρτών, που φέρνουν βόλτα τα χωριά και καλούν το λαό της υπαίθρου στον αγώνα για την «απελευθέρωση». Τότες, οι μικρές ομάδες και το κήρυγμά τους γινόταν δεκτό από τον πληθυσμό με δυσφορία, φόβο και αγανάκτηση. Τώρα ο φόβος είχε υποχωρήσει και οι λαοί καί εδώ και σ' όλο τον κόσμο βρίσκονταν σε πατριωτική έξαρση. Από την εκμετάλλευση και καταπίεση από τους ξένους, θα περάσουν στην εκμετάλλευση καί καταπίεση των «δικών» τους. Ο Ε.Λ.Α.Σ. είναι τώρα στρατός με χιλιάδες οπλίτες και αξιωματικούς. Στρατός με αυστηρά μιλιταριστική δομή: Ιεραρχία, πειθαρχία, σεβασμός στους ανωτέρους, χαιρετισμοί, ποινές, στρατοδικεία, ομοιομορφίες στίς στολές κ.τ.λ.. Ο στρατός είναι οργανωμένος όπως όλοι οι σύγχρονοι στρατοί σε τάγματα, συντάγματα, ταξιαρχίες, μεραρχίες, ομάδες μεραρχιών, επιτελεία, στρατηγεία, κ.λπ..
Στη φωτογραφία στη μέση ο καπετάν Ανυπόμονος (τον ονόμαζαν οι κομμουνιστές έτσι, γιατί βιαζόταν να σκοτώνει), δεξί χέρι του Άρη Βελουχιώτη, που προσχώρησε στον Κομμουνισμό διατηρώντας μάλιστα την ιδιότητά του. Αντίθετα με τους Κομμουνιστές, που φορούσαν μαύρο κοντό σκούφο, ο παπα-Ανυπόμονος φορούσε το καπέλο του παπά. Η σχιζοφρένεια της Ρωμαίικης Αριστεράς ξεπερνά σε πρωτοτυπία ακόμα και αυτή της Δεξιάς. (Βλ. Τελευταίοι σε όλα! Νεορωμιοί - Νεοέλληνες: Περίγελως του πολιτισμένου κόσμου). Οι «πολεμικές επιχειρήσεις» θα εξακολουθήσουν να εκτελούνται από μικρές ομάδες και την εποχή, που ο Ε.Λ.Α.Σ. είχε οργανωθεί σε συντάγματα, μεραρχίες, κ.λπ.. Εάν παίρναμε στα σοβαρά όσα είχε διακηρύξει το Ε.Α.Μ. στην ιδρυτική του πράξη και σ' όλα τα μεταγενέστερα κείμενά του, έπρεπε να περιμένουμε, ότι ο στρατός αυτός συγκροτήθηκε για να «απελευθερώσει» τη χώρα, πράγμα πού δεν μπορούσε να γίνει παρά με μια νικηφόρα σύγκρουση με το στρατό κατοχής. Ξέρουμε, ότι αυτό δεν έγινε, ούτε μπορούσε να γίνει. Την αδυναμία του Ε.Λ.Α.Σ. να αναμετρηθεί με το στρατό κατοχής την είδαμε στις μεγάλες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των γερμανών το φθινόπωρο του 1943 καί 1944. Οι γερμανοί αναμφισβήτητα ξέρανε και πόσοι αντάρτες είναι και πού είναι. Όσο αυτοί βρίσκονταν στα βουνά, γιορτάζοντας ή κάνοντας παρελάσεις στην «Ελεύθερη Ελλάδα», οι γερμανοί τους άφηναν ανενόχλητους. Στίς επιθέσεις τους εναντίον στρατιωτικών ή μικρών ομάδων, απαντούσαν με φοβερά αντίποινα. Δεν τους άφηναν βέβαια ανενόχλητους στην «Ελεύθερη Ελλάδα» από φιλελληνισμό, αλλά γιατί δεν το επέβαλαν γενικότερες ανάγκες του πολέμου. Όταν όμως με τη συνθηκολόγηση των Ιταλών, ο έλεγχος που ασκούσαν αυτοί σε βασικές οδικές αρτηρίες πέρασε στον Ε.Λ.Α.Σ., τότες αποφασίζονται καί εκτελούνται μεγάλες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις από τους γερμανούς, το φθινόπωρο του 1943 καί κατόπι του 1944. Καί σ' αυτές τις επιχειρήσεις ο Ε.Λ.Α.Σ. διασκορπίζεται, διαλύεται, υποχωρεί από βουνοκορφή σε βουνοκορφή. Όσοι γράψανε γι' αυτές, δεν έχουν άλλο από το να παρουσιάζουν σαν κατόρθωμα, ότι οι γερμανοί δεν πέτυχαν να διαλύσουν τον Ε.Λ.Α.Σ.. Αλλά ο αντικειμενικός σκοπός των γερμανών ήταν να εξασφαλίσουν τον έλεγχο στίς οδικές αρτηρίες που τους ενδιέφεραν. Κι αυτό το κάνανε. Για άλλο σκοπό προοριζόταν αυτός ο στρατός και όχι για μια αποφασιστική αναμέτρηση με το στρατό κατοχής. «Ελεύθερη Έρευνα» Ο κερκυραίος Άγις Στίνας (Σπύρος Πρίφτης, 1900-1987) υπήρξε μια από τις σημαντικότερες μορφές τής «ένδοξης» περιόδου τού ελληνικού εργατικού κινήματος, δηλαδή αυτής πριν τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Άνθρωπος, που χαρακτηριζόταν, τόσο από το γνήσιο λαϊκό του αισθητήριο, όσο και από την αρχοντιά μιάς αδιάλλακτα ελεύθερης σκέψης, δεν επιδίωξε ποτέ να ηγηθεί στις πολλές κοινωνικές συγκρούσεις, στις οποίες έλαβε μέρος. Το αποτέλεσμα ήταν να μείνει στην ιστορική αφάνεια, τουλάχιστον για την πλειοψηφία όσων «μαθαίνουν» την Ιστορία από τα διάφορα προπαγανδιστικά, σχολικά ή κομματικά εγχειρίδια. Ωστόσο, έχαιρε ανέκαθεν βαθιάς εκτίμησης από όσους τα μονοπάτια της σκέψης τους τούς οδήγησαν να ανακαλύψουν τον δικό του δρόμο. Επί τέσσερεις δεκαετίες, το άνθος όλων των μεταπολιτευτικών ελληνικών νεολαιών (κυρίως όσων νέων κινούνται σε εξω/αντικομματικούς πολιτικούς χώρους) «ρουφάει» σταθερά τα λιγοστά, αλλά πλήρη ουσίας, γραπτά του. Παρά τη φαινομενική τους απλότητα, τα κείμενα τού Στίνα αντιστέκονται και δεν «παραδίδονται» καθόλου εύκολα στον αναγνώστη. Το επίπεδο της σκέψης του, παρʼ ότι ο ίδιος εκφράζεται με έναν λαϊκό (αλλά όχι λαϊκίστικο και δημαγωγικό) τρόπο, είναι δύσκολο να κατακτηθεί από τον αναγνώστη. Αυτό οφείλεται κυρίως στο ότι η σκέψη τού Στίνα αποτελεί και μια ψυχική και αυτογνωσιακή κατάκτηση, εκτός από την επιφανειακή συσσώρευση ιστορικών γνώσεων και πληροφοριών: ο Στίνας δεν απευθύνθηκε ποτέ σε ποίμνια και ποιμνιωμένους (κάτι που «παρέλειπε» να διευκρινίζει στην αρχή του κάθε γραπτού του, τό «φώναζε» όμως με κάθε φράση του στη συνέχεια). Η σχεδόν αρχαιοελληνική καθαρότητα της σκέψης του, η διατύπωση συλλογισμών με λακωνική πληρότητα, η συνεχής πνευματική του εγρήγορση, η (παρά την έλλειψη ακαδημαϊκών τίτλων) εμφανέστατη ευφυία του, η συνέπειά του σε όσα πίστευε, γοήτευσαν ένα από τα μεγαλύτερα πνεύματα της μεταδιαφωτιστικής εποχής, τον Κορνήλιο Καστοριάδη. Οι δύο τους, ο άνθρωπος της θεωρίας Καστοριάδης και ο άνθρωπος της δράσης Στίνας, αλληλοσυμπληρώνονταν με σπάνιο τρόπο και συνδέθηκαν με αμοιβαία εκτίμηση και φιλία. Απομονωμένος από το μεγαλύτερο μέρος του κομματικά χειραγωγούμενου εργατικού κινήματος της νεοελλάδας, αρνήθηκε μέχρι το τέλος της ζωής του να συμβιβαστεί με ό,τι πολεμούσε. Όταν τού έγινε κρούση να συνταξιοδοτηθεί από το κράτος, εκείνος απάντησε απλά: “Μα εγώ πάντα πολεμούσα το κράτος!”. Αρνούμενος τη σύνταξη, αρνήθηκε έτσι την ίδια την αλλοτριωτική αναγνώριση, την ένταξη. Και πέθανε πάμπτωχος. Στην τελευταία του συνέντευξη που έδωσε στο περιοδικό «Τότε» (τεύχος 29, Δεκέμβριος 1987), αναφέρει με τον γνωστό του ουσιώδη και ευθύ τρόπο: «Σε τελευταία ανάλυση, πιστεύω πως καθήκον κάθε επαναστάτη, κάθε διεθνιστή, κάθε προοδευτικού γενικότερα ανθρώπου, είναι να δώσει γύρω του αυτό που με δύο λόγια είπε ο Ευγένιος Ντέπσεν: έχασες την εμπιστοσύνη στους αρχηγούς, κατάλαβε ότι δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα για σένα, ότι αρχηγός σου είσαι εσύ». Το παραπάνω άρθρο αποτελείται από αποσπάσματα από το κυριότερο ίσως έργο του «Ε.Α.Μ. - Ε.Λ.Α.Σ. - Ο.Π.Λ.Α.: η ειδική αποστολή της “Εθνικής Αντίστασης” στον Β΄ παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό πόλεμο και η συμβολή της στη βιβλική καταστροφή, που εν ψυχρώ προετοιμάζουν οι δήμιοι, που κυβερνούν τους λαούς», εκδόσεις Διεθνής Βιβλιοθήκη, Αθήνα 1984. (O τίτλος, οι φωτογραφίες κι οι υπότιτλοι είναι της «Ελεύθερης Έρευνας»). Η «Εθνική Αντίσταση», ο πιο πρόσφατος μύθος του νεοελληνικού κράτους αποκαθηλώνεται ανελέητα και παραδίδεται στην ιστορική ανυποληψία. Το πιστοποιεί άλλωστε και η προσωπική στάση τού συγγραφέα, ο οποίος στη διάρκεια της κατοχής κυνηγήθηκε τόσο από τους «εθνικόφρονες» Χίτες και Ταγματασφαλίτες, όσο και από τούς εξ ίσου εθνικόφρονες σταλινοφασίστες του Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ. και των θυγατρικών τους οργανώσεων. Όπως έγραφε κι ο ίδιος, απευθυνόμενος σε όλους τους εργαζόμενους, που δεν είχαν φάει το εθνικιστικό κουτόχορτο, «(ο Β΄ παγκόσμιος πόλεμος) είναι πόλεμος ανάμεσα σε πεινασμένους και χορτάτους ληστές για το ξαναμοίρασμα του κόσμου. Ότι το καθήκον της εργατικής τάξης είναι και σήμερα να επωφεληθεί από αυτήν τη σύγκρουση των δημίων της και από τις δυσκολίες που δημιουργεί γιʼ αυτούς ο πόλεμος, για να τους ανατρέψει και να τους ρίξει στο χάος, που οι ίδιοι είχαν ανοίξει… ότι το νέο σε αυτόν τον πόλεμο είναι η προδοσία της σοβιετικής γραφειοκρατίας και των κομμουνιστικών κομμάτων και η μεγαλύτερη εξαχρείωση των αρχηγών των σοσιαλδημοκρατικών και κομμουνιστικών κομμάτων».
|
Ο ΒΕΛΟΥΧΙΩΤΗΣ,
ΟΙ ΧΟΝΤΡΟΙ ΕΑΜΙΤΕΣ
ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ
ΚΑΙ Ο ΠΑΠΑ-ΑΝΥΠΟΜΟΝΟΣ
