ΜΙΑ ΠΛΕΙΑΔΑ
ΜΙΚΡΩΝ
ΑΛΗΠΑΣΑΔΩΝ

Οι κοτζαμπάσηδες
στον ελλαδικό χώρο μετά το '21

Τα γεγονότα τού ʼ21 δέν ήταν μιά εθνική ή φαναριώτικη υπόθεση, αλλά μιά υπόθεση των τοπικών παραγόντων. Από τη μιά η Εκκλησία με τον αρχιεπίσκοπο Πατρών να παίζει έναν ηγετικό ρόλο κι από την άλλη τα παραδοσιακά ημι-στρατιωτικά στοιχεία, οι λεγόμενοι αρματολοί ή καπετάνιοι τού Μοριά. Πολλοί από τους ηγέτες, που σήμερα θα τους λέγαμε πολέμαρχους, δέν είχαν καμμία ιδιαίτερη ιδεολογία. Τους ενδιέφερε μόνο η περιοχή, που έλεγχαν.

Χωρίς οθωμανούς πλέον, η Πελοπόννησος βρέθηκε σε απόλυτη αναρχία. Ένοπλες ομάδες κλεφτών δρούσαν παντού ανεξέλεκτα. Οι οπλαρχηγοί τού Μοριά όργωναν τη νότια Ελλάδα λεηλατώντας και συλλέγοντας λάφυρα.

Γιά τους περισσότερους ρωμιούς, ακόμα και η ανάγκη σχηματισμού μιάς κεντρικής κυβέρνησης δέν ήταν καθόλου προφανής. Η νότια Ελλάδα ήταν ένα μωσαϊκό από σχεδόν ανεξάρτητες κοινότητες. Ενώ η οθωμανική εξουσία είχε καταργηθεί, το καθεστώς και οι τοπικοί θεσμοί, μέσω των οποίων κυβερνούσε γιά αιώνες, παρέμεναν. Πολλοί προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν το κενό εξουσίας γιά δικό τους όφελος.

Η επανάσταση, έγραψε ο άγγλος ιστορικός Φίνλεϋ, έδωσε μεγάλες εξουσίες σε προεστούς, τοπικούς άρχοντες και κληρικούς, οι οποίοι κολάκευαν τον εαυτό τους ότι η εκδίωξη των οθωμανών, τους καθιστούσε κληρονόμους τής εξουσίας τού σουλτάνου. Κάθε προεστός επιχειρούσε τώρα να φτιάξει μιά μικρή ανεξάρτητη ηγεμονία και κάθε οπλαρχηγός ανελάμβανε την ηγεσία τής κάθε περιοχής. Τα γεγονότα τού ʽ21 μέσα σε λιγότερο από έξη μήνες έσπειραν στην Ελλάδα μιά πλειάδα μικρών αληπασάδων.
 
 

 
 
 


Ο ανώτερος κλήρος
επιδιώκοντας
να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο
σε συνεργασία με τους
κοινοτικούς άρχοντες,
παρέμβαινε συχνά
στο έργο τους.
Στους ισχυρότερους απένεμε
και το οφφίκιο τού Λογοθέτη.

Στην εικόνα φαίνεται ο Ιωάννης
Στάμου Χονδροδήμας
ή Λογοθέτης, πανίσχυρος
κοτζάμπασης τής Λιβαδιάς
,
με οθωμανική αμφίεση
και ναργιλέ.
 
  
 

Ενώ θα περιμέναμε ενδεχομένως, οι δεσμοί τής θρησκείας να πνίξουν κάθε άλλη διαφορά, στην πραγματικότητα, η ρωμέικη κοινωνία ήταν διαιρεμένη:

  • Οι φαναριώτες έβλεπαν την Εθνοσυνέλευση σαν ένα βήμα, γιά την κατάκτηση των ανωτάτων αξιωμάτων τού νέου κράτους.
  • Από την πλευρά τους οι προύχοντες ήθελαν να εξασφαλίσουν, ότι η νέα εθνική διοίκηση δέν θα περιόριζε την εξουσία τους.
  • Οι μαφίες των οπλαρχηγών διέβλεπαν, ότι οι πολιτικοί ηγέτες θα ψαλίδιζαν τις εξουσίες τους.
Όλοι είχαν τα δικά τους ιδιοτελή συμφέροντα και ανταγωνίζονταν με το φόβο, μήπως τυχόν ο ένας παραγκωνισθεί από τον άλλον.
 
 

 
 







Σκηνή
εκτοπισμού χωρικών
από κρατικά όργανα.

(Αθήνα, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο).

 
  
 

Πρώην κλεφταρματολοί, νυν επαίτες
Η διάλυση των ατάκτων στρατιωτικών σωμάτων τού ʽ21, όταν ιδρύθηκε το κράτος, δημιούργησε μιά νέα κατάσταση γιά τους παλιούς κλεφταρματολούς: Ένας σημαντικός αριθμός απ' αυτούς βρέθηκε ξαφνικά χωρίς απασχόληση, χωρίς σπίτι και γη, στερημένος από κάθε μέσο επιβίωσης, στο έλεος τής νέας πολιτικής εξουσίας.

Δέν μιλάμε βέβαια, γιά τους οπλαρχηγούς, οι περισσότεροι των οποίων είχαν πλουτίσει επωφελούμενοι από την πλούσια λεία, που αποκόμισαν (π.χ. Κολοκοτρώνης), καθώς και από τα αγγλικά δάνεια, που καταχράστηκαν, αλλά γιά τους απλούς ανθρώπους, που συμμετείχαν στα γεγονότα τού '21.

Οι περισσότεροι από αυτούς επέστρεψαν στις παλιές, προ τού ʼ21 συνήθειές τους, στο μόνο, που ήξεραν δηλαδή, να κάνουν. Πήραν τα βουνά και ξανάρχισαν το πλιάτσικο και τις ληστείες. Αυτό, έχει αποτελέσει ήδη αντικείμενο ορισμένων ιστορικών μελετών.

Γιʼ αυτούς όμως, που δέν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτε, είναι οι άλλοι, κυρίως οι ανάπηροι και ανήμποροι, που με τις οικογένειές τους, καθώς και με τις οικογένειες των σκοτωμένων, έφθαναν εξαθλιωμένοι στην Αθήνα μετά την ανακήρυξή της το 1834 σε πρωτεύουσα τού νέου κράτους. Οι δρόμοι τής πόλης τότε, είχαν γεμίσει φτωχούς και ζητιάνους.


[Διαβάστε και κατεβάστε δωρεάν από την «Ελεύθερη Έρευνα» το βιβλίο:
Οι άθλιοι των Αθηνών και οι θεραπευτές τους].

Οι πληθυσμοί των αγροτικών περιoχών υπέφεραν από την εγκατάλειψη, τη ληστεία, αλλά και τις αυθαιρεσίες των αρχών. Αντίθετα, οι προεστοί και οι οπλαρχηγοί είχαν αυξήσει τόσο τη δύναμή τους όσο και τις περιουσίες τους.
 
 

 





Η κόρη τού κοτζάμπαση
τής Λιβαδιάς, Λογοθέτη.

Παρατηρήστε
το αστέρι τού Δαβίδ
στη διακόσμηση
πίσω από το
απλωμένο χέρι της.
Στην περιοχή τής Λιβαδιάς
την εποχή τού ʼ21 ζούσαν
πολλοί εβραίοι, οθωμανοί,
αρβανίτες κ.λπ..
 
 
 

Κοινωνική δουλεία
Η κοινωνική και οικονομική διάρθρωση τής χώρας δέν είχε αλλάξει μετά το ʽ21. Ο κοτζάμπασης και ο μεγαλοκαραβοκύρης διατηρούσαν όχι μονάχα την ισχύ, αλλά και την αίγλη τους. Ο θεσμός τής κοινωνικής δουλείας παρέμενε: οι «άρχοντες», οι «πρόκριτοι», οι «προεστοί», η τάξη των εφοπλιστών απασχολούσαν πλήθος υπηρέτες, «δούλους», όπως τους αποκαλούσαν. «Έστειλα τον δούλο μου», «πρόσταξε τον δούλο του», αποτελούσαν συνηθισμένες εκφράσεις στα κείμενα των απομνημονευματογράφων τού ʼ21.

Αλλά και παρακατιανοί είχαν δούλους (γραμματικοί, λογιώτατοι κ.ά.). «Εγώ και ο δούλος  μου», γράφει ένας υποτακτικός τού Κουντουριώτη (Αρχεία Λάζαρου και Γεώργιου Κοντουριώτη. τ. Ζ΄, σ. 487). «Και ο δούλος τής εκλαμπρότητάς σας ταπεινώς σας προσκυνώ και παρακαλώ να προστάξετε κανένα δούλο» (τ. Β΄, σελ. 152).


Ο κοτζάμπασης των Λαγκαδίων Κανέλλος Δεληγιάννης, υπενθυμίζει κάθε τόσο στα Απομνημονεύματά του τη διαφορά ανάμεσα στους φτωχούς και στο αρχοντολόι: «Δέν έχετε ένα δένδρον να σας κρεμάσουν, μήτε τίποτε». Ενώ οι «προεστοί» είχαν «πλούτη, μεγάλας ιδιοκτησίας και ευδαιμονίαν» (τ. Αʼ, σ. 112). Όλοι ήταν «τυχοδιώκται», που παρέσυραν «την αγέλην εκείνην τού ανοήτου όχλου» (σ. 239). Σε κάθε κατηγορία αντιδρά στερεότυπα: «Κρίνω αναξιοπρεπεπές και εις την καταγωγήν μου και την ανατροφήν μου να απαντήσω» (σ. 244). Κάθε τόσο γράφει γιά τον άλφα ή βήτα, πως ήταν «πρώην υπηρέτης μας»! (τ. Βʼ, σ. 160).

Τα αρχοντικά των κοτζαμπάσηδων τού Μωριά έμειναν άθικτα ως την εισβολή τού Ιμπραήμ, αν εξαιρέσουμε ορισμένες βιαιότητες κατά την περίοδο τού παρουσιαζόμενου ως εμφύλιου πολέμου τού 1824, που στην ουσία ήταν πόλεμος μεταξύ ομάδων ληστοσυμμοριτών.
 
 

 
 



 



Περισσότερα στοιχεία
γιά την κοινωνική διάρθρωση
τής χώρας μετά το ʼ21
μπορείτε να βρήτε στο βιβλίο
τού Kυρ. Σιμόπoυλoυ:
«H γλώσσα και τo Eικoσιένα»
(έκδ. «Στάχυ», Αθήνα, 1998),
στο οποίο έχει βασιστεί το άρθρο αυτό.

 
 
 

Διαμάχες γιά ένα άλογο
Ο Γεώργιος Κουντουριώτης διατηρούσε το 1825 ολόκληρο στάβλο με «αράπικα άτια», ιμπροχόρη, σταυλάρχη και σεΐζηδες (ιπποκόμους) μʼ όλο, που ο ίδιος δέν μπορούσε να σταθεί πάνω σε άλογο.

«Την στιγμή, που έβγαινεν από το Ναύπλιον», γράφει ο Κασομούλης γιά τον Κουντουριώτη, που ως πρόεδρος τού Εκτελεστικού είχε αναλαβει την αρχιστρατηγία τής εκστρατείας κατά τού Ιμπραήμ στα Μοθοκόρωνα, «τον απάντησα έξω εις τον δρόμον. Με τον τρόπον όπου εξήρχετο μόλις ανεγνώριζεν ο θεατής τον άνδρα. Ασυνήθιστος ιππεύς, τον βαστούσαν δύο αραπάδες, αιχμάλωτοι ιπποκόμοι, να μή πέση από το περίφημον άλογον, το οποιον κατείχεν». («Ενθυμήματα στρατιωτικά τής επαναστάσεως των ελλήνων», τ. Βʼ, σ. 38).

Κι ενώ τα άτια ήταν λεία πολέμου από κάποιο μισιριώτικο καράβι, που έπεσε στα χέρια των ναυτικών, αρνήθηκε να παραδώσει έστω και ένα γιά τη συγκρότηση μιάς ίλης ιππικού στο Ναύπλιο. Τελικά, η καβαλλαρία έγινε από τους ντορήδες των χωρικών.

Το περιστατικό είναι εύγλωττο. Αποκαλύπτει, ότι οι κοτζαμπάσηδες συμπεριφέρονταν δεσποτικά, ήταν ασύδοτοι και ποδοπατούσαν τις αρχές τής ισοπολιτείας, που είχαν καθιερώσει οι συνελεύσεις. Αξίζει λοιπόν, να το αφηγηθούμε παραθέτοντας τις πηγές:


Ο Κουντουριώτης εξαγριώθηκε, όταν έμαθε, πως η Διοίκηση τόλμησε να επιτάξει ένα από τʼ άλογά του. Δέν ήταν όμως αληθινή η πληροφορία. Και ο άνθρωπός του στο Ναύπλιο σπεύδει να τον καθησυχάσει (16 Ιουνίου 1825): «Αγνοώ ποίος ηθέλησε να σας συγχύση ειπών, ότι η Διοίκησις επήρε τα άλογά σας και τα έδωσεν εις το συγκροτηθησόμενον ιππικόν και ότι εγώ δέν τα εμπόδισα... Εκλαμπρότατε, τα άλογά σας είναι εις την επίσκεψίν μου, δέκα φοράς την ημέραν πηγαίνω και τα παρατηρώ». (Αρχεία Λάζαρου και Γεωργίου Κουντουριώτη, τ. ΣΤʼ, σελ. 314).

Αλλά και ο Μαυροκορδάτος σπεύδει να καθησυχάσει τον Κουντουριώτη. Κανείς δέν πείραξε τ' άλογά του: «Εκλαμπρότατε σεβαστέ μοι Κύριε», γράφει, «διά τα άτια σας δέν είναι αληθές, ότι τα έδωσεν η Διοίκησις. Όθεν αδίκως επιπλήττετε τον Νικόλαον κ.λπ.  Τον σεβαστόν μοι αυτάδελφόν σας προσκυνώ. Ο ευπειθής εις τας διαταγάς σας Αλ. Μαυροκορδάτος». (ένθ. αν.. τ. ΣΤʼ, σελ. 314).

Την ψυχολογία των αρχόντων εκφράζει ένα γράμμα (21 Μαΐου 1826) τού Γεωργίου Σταύρου στον πάτρωνά του Γεώργιο Κουντουριώτη, γιά την περιλάλητη υπόθεση ενός άλλου αλόγου από το στάβλο τού υδραίου κοτζάμπαση, που τόλμησε να επιτάξει η στρατιωτική διοίκηση:

«Και αυτήν την στιγμήν μοι έδειξεν ο κυρ Νικόλαος Οικονόμος γράμμα σας, με το οποίον λέγετε να συνεργήσω περί τού αρπαχθέντος αλόγου σας. Κατα το παρόν είπα τού Φωτομάρα, ότι από σταύλον Κουντουριώτικον άλογον δέν παίρνεται όσον ημείς ζώμεν οι ρουμελιώται. Το άλογον να βαλθή εις τον τόπον του και η εκλαμπρότης σας, αν το κρίνετε εύλογον, θεληματικώς ημπορείτε να προσφέρετε εν εις το έθνος.

»Αληθινά, όλοι ηναγκάσθησαν, άνευ εξαιρέσεως, να δώσουν άλογα εις το έθνος. Οι ευεργέται τής Ελλάδος και κορυφαίοι τού έθνους εξαιρούνται, και αυτοί είναι μόνοι οι Κουντουριώται». (Αρχεία Λάζαρου και Γεωργίου Κουντουριώτη, τομ. Ζ', σελ. 111).
 
 

 





 
 
Γεώργιος Σταύρου
.

Ταμίας τού Κουντουριώτη το 1824,
επί προεδρίας του στο Εκτελεστικό.
Υπήρξε όργανο και πληροφοριοδότης
των Κουντουριωτών, ένας χαμερπής
αυλοκόλακας, που ασχολούταν
με τα άλογα των αφεντικών του.
Αναρριχήθηκε μέχρι τού αξιώματος
τού διοικητή τού πρώτου
τραπεζικού ιδρύματος.
 
 
 

Το 1826, με ομόφωνη απόφαση λαού και στρατού στο Ναύπλιο, ύστερα από μιά φλογερή δημηγορία τού Γ. Γενναδίου επιτάχθηκαν όλα τα άλογα γιά τη συγκρότηση νέας μονάδας ιππικού. Δέν έγινε καμμία εξαίρεση. Οι άρχοντες όμως, αγωνίστηκαν με πείσμα να κρατήσουν τα άλογα τους - και δέν είχαν ένα και δύο. Χαρακτηριστικές είναι οι αντιδράσεις τού Κουντουριώτη, όπως αποκαλύπτονται στο γράμμα τού Γ. Σταύρου (15 Ιουνίου 1826):  

«Ο χθεσινός λόγος τού Γενναδίου εστάθη ολίγον αστόχαστος, ότι, μεταξύ των καλών, όπου είπεν, επρόβαλεν εις τους στρατιώτας και εις τον λαόν να εκλέξουν αρχηγόν εις τους Μύλους και αρχηγόν τής καβαλλαρίας (ώστε η Διοίκησις καταντά ασήμαντος) και έπειτα είπεν, ότι να διορίση ο λαός και στρατιώτας ανθρώπους να υπάγουν εις κάθε σπίτι και παραλάβουν τα άλογα ενός εκάστου άνευ εξαιρέσεως και όστις εναντιωθή να τον θυσιάζουν. Επήραν τού Ζαΐμη και όλων, άνευ εξαιρέσεως. Επήραν και εδικά σας. Πλην ο Κουλάς (το όνομα τού αλόγου) δέν ήθελεν να παραδοθή και ολίγον έλειψεν να βλάψη τους εν Πλατάνω συναθροισμένους. Τον Κουλάν λοιπόν, τον επέστρεψαν εις τον σταύλον και εβάσταξαν τα άλλα δύο.

»Μοι είπεν ο αδελφός τού Νικόλαου, ότι τον επροστάξατε να σας στείλη τα τρία άλογά σας και εζήτει εις τούτο την συνέργειάν μου. Πλην, εις ποίον να ομιλήσω; Εις όλον τον λαὸν και τους στρατιώτας; Ενεκρίθη λοιπόν, να ομιλήση ο Πολυχρονιάδης με τους κολλήγας του και εγώ με τον Χ”Μιχάλην, οπού κρυφίως να επιστραφούν τα αλογα, αν δυνατόν.

»Μοι κακοφαίνεται, διότι μίαν ημέραν πρότερον να μήν δώσετε αυτόν τον διορισμόν τής αποστολής των. Διά τώρα ούτε τού Κουλά η αποστολή δέν συμφέρει, ότι ο λαός και οι στρατιώται ημπορούν νά πράξουν κανένα φόνον και να δυσφημισθή καὶ τα λαμπρόν σας όνομα. Εις την συνάθροισιν χθες εις τον Πλάτανον έλεγον, όλα τα άλογα τα επήραν και τού προέδρου Κουντουριώτη
» (τ. Ζʼ, σελ. 142).

Οι απειλές και οι μεσολαβήσεις καρποφόρησαν και από τα τρία άλογα κρατήθηκε ένα μόνο στο ιππικό. Αλλά αμέσως άρχισαν νέα διαβήματα, προς την Κυβέρνηση αυτή τη φορά, γιά την επιστροφή και τού τρίτου αλόγου.

Τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα. Η κατάσταση χαροπάλευε και η κυβέρνηση ασχολούταν με το άλογο τού Κουντουριώτη.


Τελικά, όλοι υπέκυψαν. Το άλογο τού Κουντουριώτη δέν θα ακολουθήσει την εκστρατεία, όπως φαίνεται από γράμμα τού Γρ. Σούτσου (1 Σεπτεμβρίου 1826) από το Ναύπλιο: «Με ευχαρίστησίν μου σας γράφω, ότι ο κύριος Τζαμαδός, τον οποίον πολλάκις ενώχλησα περί τούτου, μοι υπεσχέθη την αποστολήν τού αλόγου σας εις το Καστρί» (σελ. 259).

Απορεί κανείς τὶ χρειάζονταν τα αράπικα αίτια στις βραχουριές τής Ύδρας, τη στιγμή μάλιστα, που κι ο τελευταίος χωριάτης τού Μωριά είχε παραδώσει το ετοιμόρροπο άλογό του γιά τη νεοσύστατη καβαλλαρία. Και γιατὶ τόση επίσημη και ανεπίσημη αλληλογραφία και διαβήματα τη στιγμή, που είχαν γίνει στάχτη ο Μωριάς και η Ρούμελη από τα στρατεύματα τού Κιουταχή και τού Ιμπραήμ.

Επιτέλους, το τρίτο άλογο έφθασε στον Πόρο και οδηγήθηκε στο στάβλο τού μοναστηριού. Ο αυλοκόλακας Γ. Σταύρος μεταδίδει στον Κουντουριώτη στὶς 9 Οκτωβρίου 1826 την πολυσήμαντη είδηση:

«Έστω προς είδησίν σας, ότι ο ηγούμενος έδωκεν κριθάρι τού Λογοθέτου διά το άλογόν σας». Ήταν μιά γενναιοδωρία, που θα μπορούσε να εξασφαλίσει στον ηγούμενο την εύνοια τού υδραίου μεγαλοκαραβοκύρη. Αλλά τρεις μέρες αργότερα, ο Σταύρος σπεύδει να πληροφορήσει τον αφέντη του: «Έγινεν ένα λαθος όμως εις την υπόθεσιν τού κριθαρίου. Όχι κριθάρι, αλλά άχυρον έδωκεν ο ηγούμενος χάριν, και δέν ηξεύρω πώς παρήκουσα» (σελ. 300).
 
 

 
Ο Γεώργιος Κουντουριώτης με το φέσι του. (Το πορτραίτο φιλοτεχνήθηκε το 1845, πολύ μετά το ʼ21 και τη δημιουργία τού κράτους).

Πριν το ʼ21 ήταν μεγαλοκαραβοκύρης. Μετά το ʼ21 αύξησε την περιουσία και την ισχύ του αναρριχώμενος -αν και αγράμματος- σε όλα τα αξιώματα (πρόεδρου Νομοτελεστικού, γερουσιαστή, υπουργού κ.ά) έως και τού πρωθυπουργού.

Γιά τις ανάγκες των επιχειρήσεων δέν έδωσε ούτε ένα άλογο από το στάβλο του.

 
 
 

Ναπολέων τής Ελλάδας
Μερικοί από τους μηχανορράφους, που είχαν προσκολληθεί στον Κουντουριώτη κατόρθωσαν να τού υποβάλουν την υπερφίαλη ιδέα, ότι μπορούσε να γίνει ένας νέος Ναπολέοντας, να δημιουργήσει δυναστεία και να στεφθεί μονάρχης! Γράφει σχετικά ο καλά πληροφορημένος γιά τις πολιτικές ίντριγκες τής εποχής κοτζάμπασης τού Μωριά, Κανέλλος Δεληγιάννης:

«Ο Μαυροκορδάτος και ο Κωλέτης, βλέποντας την απροσδόκητον επιτυχίαν τού Κουντουριώτη, να έλθη όλον το δάνειον εις τας χείρας του, να κατευνάση όλας τας ταραχάς τής Πελοποννήσου και να συντρίψη την οφρύν τού Κολοκοτρωναίικου, Υψηλαντικού και Μεταξικού συστήματος και να τους ταπεινώση εις τόσον βαθμόν, έκριναν αναγκαίαν την περίστασιν να κατορθώσουν, ιδίως έκαστος, τους μακιαβελικούς και καταχθονίους σκοπούς των, να καταντήσουν αυτοί, πρώτοι και κύριοι τού πεδίου τής μάχης.

»Επιτυχόντες δε και την κουφόνοιαν και λύσσαν τής δοξομανίας τού Κουντουριώτη, μετεχειρίσθησαν όλα τα μέσα τής ραδιουργίας και μηχανορραφίας, ο μεν διά τής καταχθονίου πολιτικής τού φαναριωτισμού, ο δε διά τής δολίου και επιβούλου αληπασιαλικής πολιτικής και, ιδίως έκαστος, και ένεκα ιδίου σκοπού και συμφερόντων, ενέσπειραν με πολλήν επιτηδειότητα εις τον εγκέφαλον τού Κουντουριώτη, ότι, εάν θέλη διά να αποκατασταθή ένας άλλος Ναπολέων, απόλυτος και διαδοχικός μονάρχης τής Ελλάδος, να αφήση αθάνατον το όνομά του εις τη ιστορίαν των εθνών». (Καν. Δεληγιάννη, Απομνημονεύματα, τ. Βʼ, σελ. 185).

Και σε άλλο σημείο: «Ηύραν τον κυρ-Γιώργην κουτόν και δοξομανή και τού υπόσχονται να τον κάμουν βασιλιά και αυτός ο ανόητος το επίστευσε, και ο σκοπός αυτών είναι να αρπάξουν τας λίρας τού δανείου, να γυμνώσουν και το Μωριά, έπειτα να τού φαν και αυτουνού το κεφάλι, διότι αυτοί δέν αποφασίζουν να χάσουν τα αρματολίκια τους, παρά αν σταθούν και κάμουν κανένα δύο πολέμους και όταν θα ιδούν, ότι δέν θα ημπορέσουν να νικήσουν τον Ιμπραήμ πασιάν, τότε θα αναχωρήσουν να παν εις τα αρματολίκια τους πάλιν» (σελ. 225).
 
[Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»:
Η κατάχρηση των αγγλικών δανείων από τους «ημέτερους» το ʼ21].
 
 

Αγράμματος, ανίδεος, ακατάλληλος
Ο ίδιος ο Γ. Κουντουριώτης ομολογεί σε επιστολή του, πως είναι αγράμματος και ανίδεος στα δημόσια πράγματα και φυσικά ακατάλληλος γιά πρόεδρος τού Εκτελεστικού:

«Εγώ γνωρίζω τον εμαυτόν ανάξιον τού τοιούτου μεγάλου αξιώματος, επειδή είμαι στερημένος από τα μέσα, τα οποία αναγκαιοί να είναι προικισμένος όποιος ήθελε δεχθή το τοιούτον, από παιδείαν, από πολιτικήν και από άλλα. Εγώ όμως, κακή τύχη, είμαι γυμνός από όλα αὐτα. Μόλις να εμπορώ να εκφράζωμαι την καθομιλουμένην διάλεκτον». (Αρχεία Λάζαρου και Γεωργίου Κουντουριώτη, τ. Ζʼ, σελ. 557). Δέχτηκε όμως, τελικά. Πήραν τα μυαλά του αέρα. Η φατρία χρειαζόταν αγράμματο και ανίκανο ηγέτη γιά να τον έχει τού χεριού της.

 
 

Ο πρόκριτος - μπέης τής Γαστούνης
Οι πρόκριτοι τού Μωριά και των νησιών εννοούσαν να διατηρήσουν τα προνόμια τής οθωμανικής περιόδου. Να απολαμβάνουν τις προσόδους των γαιών και τα άλλα εισοδήματα και να κρατούν στην υποταγή τους τον πληθυσμό. Να διατηρούν όχι μόνο τα υλικά προνόμια, αλλά και τους τίτλους, που είχαν κατα τη διάρκεια τής οθωμανικής περιόδου.

Στὸ φύλλο 39 (14 Μαΐου 1824) των «Ελληνικών Χρονικών» τού Μεσολογγίου δημοσιεύεται σχόλιο γιά τον κοτζάμπαση τής Γαστούνης,
Γ. Σισίνη
:

«Τον βλέπομεν, προσέτι, να παραπονήται, ότι δέν έχει χρήματα. Παράξενον πράγμα. Τρεις ολοκλήρους χρόνους, κατά σειράν, ο κύριος Σισίνης συνάζει τής Γαστούνης όλα τα πλούσια εισοδήματα. Στρατόπεδον δέν εσύστησε, στρατεύματα ποτέ δέν επλήρωσε, και παραπονείται, ότι δέν έχει χρήματα...

»Πώς γίνεται, ενώ τα περισσότερα κτήματα τής Γαστούνης είναι εθνικά, να τα τρυγά και να τα απολαμβάνη ένας μόνος άνθρωπος. Αυτός φαίνεται, ότι κολακεύεται με τον συγχαμένον τού Αφέντη τίτλον του, και θέλει με τα σωστά του να γένη αφέντης τούρκος».

Μιά βδομάδα αργότερα (φύλλο 41 τής 21 Μαΐου 1824), τα «Ελληνικά Χρονικά» επανέρχονται με νέα σχόλιο, ύστερα απο γράμμα γαστουναίου, που αναφέρει, ότι «ο κύριος Σισίνης στρατολογεί εις την επαρχίαν με μεγάλην δραστηριότητα»: «Πολύ υποπτευόμεθα, ότι αυτός ο άνθρωπος γυρίζει από όποιον μέρος τού φυσήσει ο άνεμος, επειδή είμεθα βεβαίως πληροφορημένοι, ότι αυτός έβαλεν εις δημοπρασίαν ινκάντο διάφορα χωρία τής Γαστούνης, και το βδελυρώτερον, ότι απαιτεί να ονομάζωνται οι υιοί του με τους τούρκικους τίτλους Μιχαήλ Μπέης, Χρυσανθόμπεης κ.λπ.. Ο Θεὸς να τού δώση φώτισιν να αποτάσσεται εις την νόμιμον Διοίκησιν και να ξετινάξη από επάνω του, τέλος πάντων, τα τοιαύτα τούρκικα προνόμια».

Και στις 6 Αὐγουστου 1824 έγραψαν: «Ο κύριος Σισίνης, όστις είχε κινητήν κατάστασιν 150 χιλ. γροσίων χρέους προ τής επαναστάσεως και όστις ήτον τότε ως νεκρός, εμψυχώθη πάραυτα κατά την έναρξιν τού παρόντος πολέμου από τας διαρπαγάς του και καταχρήσεις: κατέφαγε την μικράν Αίγυπτον Γαστούνην τόσους χρόνους. Έμβασεν εις Ζάκυνθον μιλλιόνια γροσίων και πολυτίμων πραγμάτων και φανερά και κλεπτικά (μέσα εις ασκούς βουτύρου, τυριού κ.λπ.) και δέν ασχύνεται να λέγη σήμερον, ήτο πλούσιος και επτώχευσε».
 
 



 
Ο πανίσχυρος πρόκριτος τής Γαστούνης Γεώργιος Σισίνης
διατήρησε όλα τα προνόμιά του μετά το ʼ21,
καθώς και τον τίτλο τού Μπέη, ακόμα και γιά τους γιούς του.
Εξελέγη πρόεδρος τής Γ΄Εθνοσυνέλευσης στην Ερμιόνη και
στις 19 Μαρτίου στην Τροιζήνα. (Πίνακας, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο).
 
Σήμερα, οι κάτοικοι τής Γαστούνης τιμούν ακόμα τον Σισίνη.
Η οικία των Σισιναίων (δεξιά) αποτελεί ένα από τα αξιοθέατα
τού τόπου, που πρόκειται μάλιστα, να χρησιμοποιηθεί ως μουσείο
με κειμήλια τής οικογένειας και ως πολιτιστικό κέντρο.

 
 
 

Τα τζάκια τής Κορινθίας
Γράφει ο ιστορικός Ν. Σπηλιάδης: «Οι ολιγαρχικοί έλαβον τοιαύτην έξιν να θεωρούν τας επαρχίας ως κτήματά των, ώστε όσακις προέκειτο να ομιλήσωσι διά τας επαρχίας έλεγον έκαστος αυτών “η επαρχία μου” και ποτέ δέν προέφερον την λέξιν επαρχία χωρίς “μου”
». («Απομνημονεύματα συνταχθεντα διά να χρησιμεύσουν εις την ελληνικήν ιστορὶαν», Αθήνα, 1857, τ. Β', σελ. 4. υποσ.).

Το αρχοντολόι τής Κορινθίας αιματοκύλισε πολλές φορές την επαρχία σε εμφυλίους πολέμους κατά τη διάρκεια τού ʽ21. Τα τζάκια διεκδικούσαν γιά λογαριασμό τους τις πλούσιες προσόδους και τη διαιώνιση των προνομίων τής οθωμανικής περιόδου.

 
 

 







«Ο Πανούτσος Νοταράς ζητούσε να αποκαλούν τον Γιάννη Νοταρά στρατηγό και αρχοντόπουλο, διότι ούτως εθεραπεύετο η μετριοφροσύνη του θέλοντας να λέγεται αυθέντης και άρχων ως και προ τού 1821, να στερεώση και διατηρήση την αρχοντείαν του διά των όπλων των ρουμελιωτών».
(Ν. Σπηλιάδη: «Απομνημονεύματα συνταχθέντα διά να χρησιμεύσουν εις την ελληνικήν ιστορὶαν», Αθήνα, 1857, τ. Β',
σελ. 5).
 
 
 

Το μπεηλίκι τής Μάνης
Οι Μαυρομιχαλαίοι διατήρησαν τον τούρκικο τίτλο και κατά τη διάρκεια τού ʽ21, αλλά έχασαν μερικά οικονομικά προνόμια. Πριν από το ʽ21 ήταν δικές τους οι εισπράξεις τής δογάνας (τού τελωνείου). Είχαν το μονοπώλιο τού λαδιού και των βελανιδιών. Ενώ γινόταν χαμός το 1822, οι  Μαυρομιχαλαίοι αγανακτούσαν, επειδή εξαιτίας των επιχειρήσεων είχαν περιορισθεί τα εισοδήματά τους.

Γράφει ο Σπηλιάδης: «Εν τοσούτω, ο Π. Μαυρομιχάλης, όστις δέν έχει πλέον εις την Μάνην την προ τής επαναστάσεως ισχύν και δέν απολαύει πλέον εκείθεν κανέν εισόδημα, στρέφει την προσοχήν του εις την Εύβοιαν, όπου ελπίζει να λάβη δύναμιν, αν ήθελε συντελέσει εις την απελευθέρωσίν της. Ηκούσθη ποτε λέγων: ”Ας με δώσωσι την Εύβοιαν διά να απολαύσω τα εισοδήματά της και να ζήσω αξιοπρεπώς“».
 
 

 
 Καμαρωτός ποζάρει ο δολοφόνος τού Καποδίστρια, Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης. (Αθήνα, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο).

Η πολιτική τού Καποδίστρια σκόπευε στον περιορισμό των προκρίτων τής Πελοποννήσου, γεγονός, που επηρέαζε και την οικογένεια των προεστών τής Μάνης, των Μαυρομιχαλέων, οι οποίοι ήθελαν να διατηρήσουν τον προσπορισμό των εσόδων από τη φορολογία τής περιοχής τους. Αποκορύφωμα τής σύγκρουσης τού Καποδίστρια με την οικογένεια Μαυρομιχάλη ήταν η δολοφονία του, το 1831, από τον γιό τού Πετρόμπεη, Γεώργιο και τον αδελφό του Κωνσταντίνο.

 
 
 

Χρυσή εποχή γιά την Ύδρα
Ο γιός ενός άλλου μπέη, σε γράμμα του προς τον Πρόεδρο τού Εκτελεστικού Γ. Κουντουριώτη (6 Μαρτίου 1825), υπενθυμίζει με υπερηφάνεια τον τούρκικο πατρικό τίτλο και τα πλούτη τής οικογένειας: «Και να είμαι υιός τού ποτέ Τζανέσμπεη Γρηγοράκη, όπου εκτυπούσε καμπάνα εις την τραπεζάν του διά να τρώγη ο κόσμος». Υπογραφή: Πιέρρος Μπεηζαδές Γρηγοράκης.

Όπως η Μάνη έτσι και η Ύδρα αποτελούσε ως την απελευθέρωση μιά μικρή αυτόνομη επικράτεια. Το λιμάνι τού νησιού ήταν porto libro, τα λιμενικά και τελωνειακά δικαιώματα κατέληγαν στο ταμείο των προυχόντων. Οι υδραίοι περιφρονούσαν τα θεσπίσματα των εθνοσυνελεύσεων περί λειών πολέμου. Αντί να παραδίνουν τα φορτία-λάφυρα τα μεταπουλούσαν στη Διοίκηση.

Από τα γεγονότα τού ʽ21 πλούτισαν ακόμη περισσότερο οι πάμπλουτοι άρχοντες και οι στέρνες έμεναν πάντοτε γεμάτες τάλληρα. Πούλησαν στο κράτος τα κανόνια, που ξήλωσαν από τα καταστραμμένα Ψαρά. Πούλησαν τα αράπικα άλογα, που πήραν, όταν αιχμαλώτισαν αιγυπτιακά καράβια. Εμπορεύονταν τα σιτοφορτία -λείες πολέμου- οργανώνοντας βιομηχανία παραγωγής γαλέτας στην Ύδρα. Κι ούτε στιγμή δέν άφησαν την πειρατεία.


Όταν μάλιστα ο Γ. Κουντουριώτης έγινε πρόεδρος τού Εκτελεστικού, ήρθε η χρυσή εποχή γιά την Ύδρα. Οι ίδιοι οι Κουντουριωταίοι συμπεριφέρονταν και αναγνωρίζονταν ως ηγεμόνες.

Τα πλούτη στο εξωτερικό
Ο Κανέλλος Δεληγιάννης, αποκαλύπτει τη στάση των προεστών ύστερα απο το ʼ21. Όλοι φρόντισαν να εξασφαλίσουν τις οικογένειες και τα πλούτη τους στο εξωτερικό: «Είναι αδιαφιλονικήτως βέβαιον, ότι οι μεν άλλοι προύχοντες, όλοι ανεξαιρέτως, έστειλαν τας οικογενείας των, εκ τής ανάγκης με την εκλεκτήν περιουσίαν των να τας εξασφαλίσουν εις τας Ιονίους νήσους από πάντα ενδεχόμενον κίνδυνον, επίσης και δευτέρας και τρίτης ακόμη τάξεως κατοικούντες εις τα παράλια και διέμενον εκεί ως τον ερχομόν τού Καποδιστρίου.

»Ο Ζαΐμης, ο Σωτήρης Χαραλάμπης, ο Θάνος Κανακάρης, ο Σισίνης, οι Λονταίοι, ο Φωτήλας, ο Θεοχαρόπουλος, οἱ πέντε αδελφοί Ζαριφαίοι, οι Τζανεταίοι, όλοι οι πρόκριτοι τού Πύργου και τής Γαστούνης, πολλοὶ καλαματιανοί και νησιώται, ο Κρεββατάς, οι Περουκαίοι καὶ Βλάσηδες και άλλοι, οι μεν εις την Ζάκυνθον, οι δε εις τον Κάλαμον και άλλοι εις τα Κύθηρα». (ένθ. αν. τ. Αʼ, σελ. 170).


Πρίγκιπες, υψηλότατοι,
εκλαμπρότατοι κ.λπ. κ.λπ.

Υπήρχαν και οι φαναριώτες με τους τουρκικής απονομής πριγκιπικοὺς τίτλους. Οι άνθρωποι τού Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, πρίγκιπα τον προσαγόρευαν και κατά την περίοδο, που είχε διορισθεί Διευθυντής τής Δυτικής Χέρσου Ελλάδος και αργότερα, όταν ανέλαβε τη Γραμματεία τού Εκτελεστικού.
 
 

 

Ο «πρίγκιψ
Μεσολογγίου Μαυροκορδάτος
».
Σχετικά με τον πριγκιπικό αυτό τίτλο μας πληροφορεί ο Κάρπος Παπαδόπουλος: «Ο Αλ. Μαυροκορδάτος διά να στερεωθή εις την Δυτικήν Ελλάδα εσύνθεσεν έγγραφον διαλαμβάνον την αναγνώρισιν και επικύρωσιν τής εις το τμήμα εκείνο πολιτικής αρχηγίας του και την ονομασίαν Πρίγκιψ, το οποίον πολλοί των προυχόντων και σωματαρχών τής Ακαρνανίας και Αιτωλίας υπέγραψαν». Τον πριγκιπικό τίτλο υιοθέτησε το Βουλευτικό και η Κυβέρνηση.
 
 
 

Την έδρα τής Αρχής τής «Επικρατείας τής Δυτικής Ελλάδος» οι άνθρωποί του την ονόμασαν «Παλάτιον», μ' όλο, που στον Οργανισμό δέν αναφερόταν τίποτα γιά παλάτια. (Α. Μάμουκα: «Τα κατά την αναγέννησιν τής Ελλάδος», τ. Α'. Ένα έγγραφο τής 12ης Μαρτίου 1822 κατέληγε με την ένδειξη «Εκ τού παλατίου εν Βραχωρίω», Ι. Φιλήμονος: «Δοκίμιον ιστορικόν περί τής ελληνικής επαναστάσεως», τ. Δʼ, σελ. 507-508 και σελ. 337).

Το ότι ο πριγκιπικός τίτλος χρησιμοποιύταν ύστερα από πρωτοβουλία τού ίδιου τού Μαυροκορδάτου προκύπτει και από το γεγονός, ότι ο Μπάυρον τον αποκαλούσε από τον καιρό κιόλας τής πρώτης γνωριμίας τους στην Ιταλία «Υψηλότατο» (Νικ. Δραγούμης και André Maurois, Byron, σελ. 417).
 
Ο Κοραής στηλίτευε τον Μαυροκορδάτο και τους φαναριώτες, που κατέβηκαν στον ελλαδικό χώρο προβάλλοντας πριγκιπικούς τίτλους. Διαβάζοντας σε γαλλική εφημερίδα την είδηση περί επιστολής τού «κόμητος Μεταξά» στον πάπα τής Ρώμης αναφώνησε: «Άλλο τούτο βενετικής χειροτονίας επιτραχήλιον». (Αδ. Κοραή: «Επιστολαί», έκδ. Βαλέτα, τ. Β΄, σελ. 331).

Ο Κων. Πολυχρονιάδης έγραφε από την Πίζα στον Γεώργιο Πραΐδη (22 Μαΐου 1822): «Ανέγνωσα προσέτι επιστολήν τού Κοραή όστις γελά διά τα παράσημα και διά τους τίτλους μαρκέζων, κομήτων και βαρώνων εις το Συνέδριον τού Αρείου Πάγου» (ένθ. αν.).

Ο κόμης Ανδρ. Μεταξάς
 
«Μεγάλη ήτο η πρόνοια, εις τας κεφαλάς των φαναριωτών, διά τον εαυτόν των. Αυτοί και εις τας πλέον κινδυνώδεις περιστάσεις περί τού συμφέροντός των επρόβλεπαν, διότι τότε είχαν πείσει τα νομοθετικά και διοικητικά σώματα να δώσωσι προς αυτούς τα ειρημένα πιστοποιητικά έγγραφα των εκδουλεύσεών των, βεβαιούντα, ότι αυτοί το παν έκαμαν, και έσωσαν την Ελλάδα, και προσέτι επεκύρωσαν και τους τίτλους των τους πριγκιπικούς, και άλλους τοιούτους. Εβαθμολόγησαν προς τούτοις και εκ των μή ελευθέρων επαρχιών πολλούς, και άλλους ελθόντας εις τον αγώνα διά τύχην... Διά των τοιούτων ψευδών αξιωμάτων και αγυρτιών εθάμβωσαν τον τόπον, και εφάνησαν μεγάλοι». (Φωτάκου: «Απομνημονεύματα περί τής ελληνικής επαναστάσεως», έκδ. 1960, σελ. 296).
 
 

 
Ο Υψηλότατος Πρίγκιψ
Δημήτριος Υψηλάντης

 
Η περίπτωση τού πριγκιπικού τίτλου τού Δημήτριου Υψηλάντη παρουσιάζει ενδιαφέρον. Το σχέδιο γιά την οργάνωση πολιτικής Αρχής στο Μωριά, που καταρτίσθηκε από τον ίδιο στα Βέρβαινα (το καλοκαίρι τού 1821) έχει τον τίτλο «Γενικός Οργανισμός τής Πελοποννήσου τον οποίον επρότεινεν ο Υψηλότατος Πρίγκιψ Δημήτριος Υψηλάντης». (Α. Μάμουκα, ένθ. αν. τ. Α΄, σελ. 9).

Άλλους τίτλους, που απονέμουν οι περί τον Υψηλάντη με το σχέδιο τού Γενικού Οργανισμού Πελοποννήσου είναι τού Ενδοξοτάτου, τού Ευγενεστάτου και τού Λογιωτάτου. Ενδοξότατος αποκαλείται ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, Πανιερώτατος Άγιος ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, Ευγενέστατος ο Ασημάκης Ζαΐμης και Λογιώτατος ο Γεώργιος Παγωνόπουλος.
 
Λίγους μήνες αργότερα (27 Δεκεμβρίου 1821), στο οριστικό κείμενο τού Οργανισμού, ο Υψηλάντης αποκαλείται «Εκλαμπρότατος Πρίγκιψ». Αλλά είχαν προλάβει ο Μαυροκορδάτος και οι αυλικοί του. Το ψήφισμα τής Συνελεύσεως τής Δυτικής Χέρσου Ελλάδος αρχίζει ως εξής: «Ο Εκλαμπρότατος Πρίγκιψ Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, τού οποίου όχι μόνον εγνωρίσθησαν ο ζήλος...». Τον Ιανουάριο τού 1822 απέκτησε τον επίζηλο τίτλο τού Εκλαμπροτάτου και ο Πρόεδρος τού Εκτελεστικού.

Ο Νόμος Ι ορίζει: «Προσωρινή Διοίκησις τής Ελλάδος. Προς τον Εκλαμπρότατον Πρόεδρον τού Εκτελεστικού.

»Κοινή βουλή και πάψει εγκρίνομεν αρμόδιον και άξιον εις την επιτροπείαν τού Μινίστρου των πολεμικών, τον ενδοξότατον Πετρόμπεην Μαυρομιχάλην, με την συγκατάθεσιν τής ιδίας του ενδοξότητος. Εν Επιδαύρω τή 16 Ιανουαρίου 1822».

Και παρά το γεγονός, ότι οι καταστατικοί χάρτες όριζαν ισότητα απέναντι στο νόμο και απέκλειαν κάθε λογής διακρίσεις, φαναριώτες, κοτζαμπάσηδες, λογιώτατοι και η στρατιωτική αριστοκρατία έμειναν προσηλωμένοι με ευλάβεια στην πολιτική  αλληλοαπονομής κούφιων τίτλων.


Στο Προσωρινό Πολίτευμα τής Επιδαύρου (1 Ίανουαρίου 1822) αναφέρεται (κεφάλαιο «Περί των δικαιωμάτων των κατοίκων τής Επικρατείας τής Ελλάδος»): «... γ) Όλοι οι έλληνες εισίν όμοιοι ενώπιον των νόμων άνευ τινός εξαιρέσεως ή βαθμού ή κλὴσεως».

Και στο «Πολιτικὸν Σύνταγμα τής Ελλάδος» (κεφ. Γ'. Δημόσιον Δίκαιον των Ελλήνων): «... 27. Κανένας τίτλος ευγενείας δέν δίδεται από την Ελληνικήν Πολιτείαν. 28. Τα επίθετα Εκλαμπρότατος, Εξοχώτατος κ.λπ. δέν δίδονται εις κανένα έλληνα εντός τής Επικρατείας
».
 
 

 
 

 

Θεοφιλέστατος,
πανοσιολογιώτατος,

αιδεσιμολογιώτατος
κ.λπ. κ.λπ..


Ιερείς:
Οι μόνοι,
που διατηρούν
μέχρι και σήμερα
τους πομπώδεις
τίτλους τους
.


(Πηγή:
«Δίπτυχα
τής Εκκλησίας
τής Ελλάδος»).


 
 
 

Τιτλούχοι και στα νησιά
Στα νησιά τού Αίγαίου είχε διατηρηθεί μιά περίεργη αριστοκρατία των ρωμιών με τουρκοφαναριώτικους τίτλους. Ο Νικ. Κασομούλης, που βρέθηκε σʼ ένα χορό στην Τήνο το 1821, δέν κρύβει την έκπληξή του:

«Τί να ιδώ εκείνο το εσπέρας; Σωρόν παρθένων, σωρόν γυναικών ευγενών, αυθεντισσών, δομνίτζων, ”οι μπέηδες“, ”οι αυθένται“, ”οι σπαθάριοι“, ”οι σελιχτάροι“ άκουγες» (ένθ. αν., τ. Αʼ, σελ. 71). Οι παλαιοί τουρκικής χειροτονίας τιτλούχοι επιθυμούσαν τη διατήρηση των προνομίων τους.
 
 

Κοτζαμπάσηδες εναντίον παιδείας
Οι κοτζαμπάσηδες άγωνίζονταν να διαιωνίσουν τα προνόμια, που είχε παραχωρήσει η οθωμανική εξουσία. Όλοι ήταν εμποτισμένοι με αντιλαϊκά φρονήματα. Ο Φωτάκος βρήκε τὸ 1826 στο κτίριο τού σχολείου Τρικκάλων Κορινθίας ένα εκπληκτικό εγγραφο:
 
 

Ο διαχρονικός κοτζαμπαδισμός
τής Ρωμιοσύνης
 
«Ένα συμφωνητικόν των αδελφών Νοταραίων και τού διδασκάλου, το οποίον έλεγε και υπεχρέωνε τον διδάσκαλον να μή παραδίδη τα αυτά μαθήματα, τα οποία θα διδάσκη τα παιδιά των, και εις τα παιδιά των λοιπών κατοίκων, αλλά απλούστερα και όχι όμοια.

»Αν όμως ήθελε παραβή την συμφωνίαν ταύτην, θα τού κρατείται ο μισθός» (ένθ. αν. σελ. 604).
  
Οι κοτζαμπάσηδες τής Κορινθίας, με την τυραννοαριστοκρατική νοοτροπία τους φρόντιζαν να διατηρούν τα παιδιά των ραγιάδων στην αμάθεια, γιατί γνώριζαν τη σημασία τής παιδείας. Ένα φαινόμενο διακρίσεων μοναδικό. 
 
 
 

 
 


Το άρθρο αυτό εντάσσεται στο Αφιέρωμα τής
«Ελεύθερης Έρευνας»:
1821: Η αποστασία των ρωμιών,
στο οποίο περιλαμβάνονται επίσης, τα παρακάτω άρθρα:

Η ανώμαλη προσγείωση των φιλελλήνων
Μυθοπλασίες τής Ρωμιοσύνης
Αλληλοσεβασμός στους «επουράνιους»
Μεταγενέστερες παραχαράξεις τού Θούριου τού Ρήγα
Ποιά 400 χρόνια; Ποιά σκλαβιά;
Η άρνηση τού οθωμανικού παρελθόντος μας
1821: Πώς οι ρωμιοί μεταλλάχτηκαν σε «έλληνες»
Η λαφυρομανία των «αγωνιστών» τού ʼ21
Τους έφαγε το... φεγγάρι !
Τυχοδιώκτες και μαχαιροφόροι
Από την Τριπολιτσά στην... Τρόικα
Όταν οι ρωμιοί, με θείες ευλογίες βομβάρδιζαν την Ακρόπολη...
Η θρησκοληψία τού Μακρυγιάννη
Η κατάχρηση των αγγλικών δανείων από τους «ημέτερους» το ΄21
Βίος και πολιτεία τού Διον. Σολωμού

Το Αφιέρωμα συνεχίζεται...