ΜΕΓΑΛΕΣ ΚΑΦΡΙΛΕΣ,
ΑΛΛΑ ΚΑΙ
ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ

Η αμφιλεγόμενη και πολύ-
πλευρη προσωπικότητα
του Ανδρόνικου Α΄ Κομνηνού

Μεσαιωνική αναπαράσταση του θανάτου του Ανδρόνικου Α΄ Κομνηνού.
(Εθνική Βιβλιοθήκη, Γαλλία).



Ο Ανδρόνικος Α΄ Κομνηνός αποτελεί μια περίπλοκη φυσιογνωμία της Βυζαντινής Ιστορίας. Μετήλθε μεγάλης ποικιλίας μεθόδων βασανιστηρίων. Τυφλώσεις, ακρωτηριασμοί, εκτελέσεις ήταν στην ημερήσια διάταξη, ανασκολοπισμοί, ακόμη και καύσεις ανθρώπων.

Κανένα αφιέρωμα σε βυζαντινές καφρίλες δεν θα έστεκε χωρίς κάποια αναφορά σε εκείνον, ο οποίος, σύμφωνα με τους επικριτές του:

• Πήρε την εξουσία στραγγαλίζοντας με τα ίδια του τα χέρια τον 14χρονο αυτοκράτορα Αλέξιο Β΄ και κατ’ εντολή του τη βασιλομήτορα Μαρία της Αντιόχειας, ενώ δηλητηρίασε την αδερφή του αυτοκράτορα Μαρία Κομνηνή και τον άντρα της Ρενιέ του Μομφεράτου.

• Επειδή δυσκολευόταν καθώς πολιορκούσε τους επαναστάτες της Νίκαιας της Βιθυνίας, έδεσε τη μητέρα του αρχηγού των πολιορκούμενων πάνω στον πολιορκητικό κριό, με τον οποίο βάραγε τα τείχη.

• Μετά από αρκετές σχέσεις με γυναίκες στο όριο της αιμομιξίας, στην τρυφερή ηλικία των εξηνταπέντε ετών παντρεύτηκε τη δωδεκάχρονη Αγνή (Άννα του Βυζαντίου), κόρη του βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκου του Νέου.

• Στη στιγμή της υπέρτατης καφρίλας του, την άνοιξη του 1182, διέταξε την εκτέλεση των 60.000 λατίνων της Κωνσταντινούπολης ανδρών, γυναικών και παιδιών αδιακρίτως. Το κεφάλι του Καρδινάλιου Ιωάννη, εκπρόσωπου του Πάπα στην Πόλη, το έδεσαν στην ουρά ενός σκυλιού κι άφησαν να πλατσουρίζει στο αίμα για μέρες. Τους 4.000 περίπου που επέζησαν, τους πούλησε σα δούλους στους οθωμανούς.

IMAGE DESCRIPTIONΌμως, αυτή είναι η μια μόνο πλευρά της προσωπικότητάς του.

• Η άλλη πλευρά του, χαρακτηρίζεται από πολύπλευρο μεταρρυθμιστικό έργο σε βάρος της πλούσιας βυζαντινής φεουδαρχίας. Το έργο αυτό ήταν γεμάτο με πρωτοποριακές ιδέες και εξαιρετικά μεταρρυθμιστικά μέτρα για την εποχή του.

Ο λαός στην αρχή είδε τα μέτρα θετικά, επειδή περιόριζαν τη δύναμη των αριστοκρατών που τους καταπίεζαν.

• Ο Ανδρόνικος προχώρησε επίσης σε δημόσια έργα. Κατασκεύασε οχυρά και κάστρα, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το κάστρο της Λήμνου.

• Η τελευταία εντολή του ως αυτοκράτορας φαίνεται να ήταν προς τους πλούσιους γαιοκτήμονες, τους οποίους διέταξε να κάνουν ανακαταμερισμό της γης, ώστε να μην υπάρχει άνθρωπος χωρίς ένα κομμάτι γης να καλλιεργήσει.

Αυτή τη διαταγή ξεχείλισε το ποτήρι της αγανάκτησης της βυζαντινής αριστοκρατίας, η οποία μεθόδευσε και κατάφερε εν τέλει την ανατροπή του από το θρόνο και τη δολοφονία του.

Το τέλος του ήταν αντίστοιχο της σκληρής καριέρας του – για την ακρίβεια, τον διαπόμπευαν στους δρόμους της Πόλης και τον βασάνιζαν επί μια βδομάδα.

Η Ιστορία, δυστυχώς και για εκείνη και για εμάς, ασχολείται μόνο με τη σκληρή πλευρά της προσωπικότητας του Ανδρόνικου και με το λιλί του, κατακρίνοντας και διασύροντάς τον ανά τους αιώνες. Αγνοεί επιδεικτικά το πολιτικό και κοινωνικό του έργο, το οποίο θα παρουσιάσουμε στο άρθρο αυτό. Ασφαλώς και θα ασχοληθούμε και με τις γυναίκες που τον ενθουσίασαν, επειδή από την μια μας δείχνουν μία από τις πλευρές του χαρακτήρα του κι από την άλλη είναι η πικάντικη πτυχή της ζωής του.



Η βυζαντινή αυτοκρατορία την εποχή του Ανδρόνικου.



Δυναστεία των Κομνηνών

Η δυναστεία αυτή απόλαυσε εκατόν τέσσερα χρόνια κυριαρχίας και μάσας τους 11ο-12ο αιώνες, και μετά, μας άφησε χρόνους.

Το πρώτο γνωστό μέλος της οικογένειας ήταν ο Μανουήλ Ερωτικός (τςςςς). Εμείς θα γνωρίσουμε το τελευταίο της μέλος, τον Ανδρόνικο Α΄, που διατέλεσε αυτοκράτορας από το 1183 έως το 1185.


Το σόι του

Η μαμά του, είπε ότι μπαμπάς του ήταν ο Ισαάκιος, άρα παππούς του ήταν ο Αλέξιος ο Άλφα ο Κομνηνός με τ΄ όνομα. Είχε κι έναν αδελφό ονόματι Ιωάννη.

Η νονά του, του έδωσε το όνομα Ανδρόνικος. Συνονόματοι Ανδρόνικοι υπήρχαν αρκετοί, όμως δεν έγιναν αυτοκράτορες κι οι μέχρι τότε αυτοκράτορες φορούσαν άλλα ονόματα. Έτσι ετούτος εδώ, όταν πήρε προαγωγή, έγινε ο Άλφας.

Ως μπόμπιρας μα και ως νεαρός, είχε έναν αδελφικό φίλο, τον εξάδελφό του, Μανουήλ τον Άλφα (συνονόματο κατά αριθμό) Κομνηνό, με το καλλιτεχνικό ψευδωνυμο «ο Μέγας» και ο οποίος προοριζόταν να αναλάβει το κατάστημα του μπαμπά του «Αυτοκρατορία και Υιός», όταν ο γέρος θα κλάταρε.

Ο Ανδρόνικος θα γινόταν στρατιωτικός γιατί το ΄χε, μα και γιατί το να γίνει παπάς, δεν το άκουγε ούτε γι αστείο.


Εξωτερική Εμφάνιση:
Άριστα 10΄ (έτσι λένε, δεν το γνωρίζω)


Το τρελό αυτό αγόρι, μεγάλωσε με διπλωματική και στρατιωτική εκπαίδευση. Όπως λένε οι σύγχρονοί του −πάνω σε αυτό συμφωνούν και οι εχθροί και οι φίλοι του− ήταν πανέξυπνος φιλομαθής και μπάνικος.

Έγινε ένας νέος κομψότατος, με ύψος πάνω από 1,80, με μυαλό αλφάδι, καυστικός συζητητής όπου χρειαζόταν και καλογυμνασμένος.

IMAGE DESCRIPTIONΑδιαφορούσε πλήρως για τα θεοτικά, με αποτέλεσμα να τσαντίζει τους παπάδες.

Είχε μια δική του ηθική, που δεν ταίριαζε καθόλου με την εποχή του.


Χαρακτήρας:
Άριστα 10΄ (γνώμη μου)


Ο Αντρόνικος τίμησε το όνομά του με το παραπάνω. Πέρασε την νιότη του στο στρατό. Σε όσες μάχες έλαβε μέρος, δεν καταλάβαινε μία. Πετσόκοβε σα να μην υπάρχει αύριο.

Ο τύπος αυτός, όταν ήθελε κάτι, γινόταν παθιάρης.

Ήταν πανέξυπνος, διέθετε μοναδική ευφράδεια λόγου και ήταν τολμηρός μέχρι εκεί που δεν έπαιρνε. Οι σύγχρονοί του λένε, ότι «ριχνόταν σαν ορμητικό άλογο σε περιπέτειες με ήρεμη τόλμη», άρα είχε μεγάλη αυτοπεποίθηση.

Περιφρονούσε την κοινή γνώμη και τις κοινωνικές συμβατικότητες − και έκανε άριστα!

Είχε μεγάλη αδυναμία προς το αντίθετο φύλο, μαρτυρία δε αυτού είναι οι θυελλώδεις έρωτες με πριγκίπισσες και άλλες ευγενείς γυναίκες. Η Κωνσταντινούπολη βούιζε επί τριάντα χρόνια με τις ερωτοδουλειές και τα σούρτα-φέρτα του. Πολύ κουτσομπόλα. Εκείνου δε, σκασίλα του.

Δεν υπολόγιζε ούτε θεούς, ούτε διαόλους, ούτε άλλους μπαμπούλες της οικουμένης.

Ήταν δε και παρορμητικός. Αν κάτι του έμπαινε στο μυαλό, το πραγματοποιούσε χωρίς πολλά-πολλά και με καθυστέρηση μηδέν.

Περιγράφεται σαν ενεργός πολιτικά και στρατιωτικά, ευγενής, θαρραλέος και ρήτορας.


Έργα και Ημέρες
(του ιδίου και, αναγκαστικά, μερικών άλλων)


Ο Ανδρόνικος με τον ξάδελφό του τον Μανουήλ, μετέπειτα αυτοκράτορα, έκαναν απίθανα καλή παρέα, ήταν κολλητάρια και όταν μεγαλώνοντας ανακάλυψαν τι είχαν στα παντελόνια τους και τι θα πει διασκέδαση, ξεσαλώνανε μαζί.

Ήταν σχεδόν συνομήλικοι κι είχαν τα ίδια γούστα. Πιοτί σε κανονικές δόσεις και γυναίκες σε υπερβολικές. Και μπράβο τους κι όλας, διότι έτσι έχουμε κι εμείς μια ευχάριστη έκπληξη μεταξύ κάποιων αυτοκρατόρων του Βυζαντίου, οι οποίοι δεν είχαν βγάλει και τόσο καλό όνομα.

Το παλάτι έβραζε από δολοπλοκίες και δολοφονίες. Την εποχή στην οποία έζησε κάθε άλλο παρά εξαίρεση την λες. Η βυζαντινή αυτοκρατορία είχε διαχρονική ειδικότητα σε αυτά.


Ο μουσουλμάνος αδελφός του

Ο αδελφός του Ανδρόνικου, ονόματι Ιωάννης, τα είχε σιχαθεί όλα και βυθίστηκε σε σκέψεις. Μια ημέρα συνάντησε, με ομολογουμένως πρησμένο συκώτι, έναν μεγαλοπαπά και τον ρώτησε:

Ρε μάστορα, πόσες γυναίκες μπορώ να έχω;

Μία, βλάσφημε. Μόνο μία, την οποία θα τιμάς και θα σέβεσαι μέχρι να σας χωρίσει ο θάνατος.

Ο Ιωάννης ανατρίχιασε. «Όχι ρε φίλε, σα θανατική καταδίκη ακούγεται», είπε μέσα του.

Είχε όμως ένα φιλαράκι στην οθωμανία και του έστειλε γράμμα:

Εσείς πώς την βολεύετε εκεί στο θέμα γυναίκα;.

Η απάντηση ήλθε γρήγορα:

Όσες θέμε! Όσες αντέχουν τα νεφρά μας και η τσέπη μας. Μέχρι τέσσερις μόνιμες και ένα χαρεμάκι με τις Ορισμένου Χρόνου Συμβάσεως Εργασίας.

Έριξε μια ματιά την τσέπη του, γιατί από νεφρό δεν είχε παράπονο, και δεν το ψείρισε πολύ:

Ανδρόνικε αδελφέ μου και καρντάσι μου, εμένα που με βλέπεις, θα κάνεις καιρό να με ξαναδείς. Πάω για γυναικάκια και γλυκειά ζωή στην οθωμανία, που ξέρουν να ζουν. Α, μην ξεχάσω, θα έλθει μαζί μου και ο γέρος που έχει ακόμη πολύ νεφρό προς κατανάλωσιν.

Ο Ανδρόνικος τον κατανόησε απόλυτα, γέλασε με τον πατέρα του «να, από που πήραμε!» του ευχήθηκε πολύ εγκάρδια «καλό νεφρί!», του έσφιξε δυνατά το χέρι και πάνω εκεί μπήκαν και κάποιοι άλλοι στην αίθουσα. Ο Ιωάννης ευγενέστατος τους χαιρέτησε: «Κύριοι, δράττομαι της ευκαιρίας να σας χαιρετήσω τον, γνωστό σε όλους μας πλάτανο, και κόφτε τον σβέρκο σας με τα θεοτικά σας και τις συνομωσίες σας. Χαίρετε!».

Ο Ιωάννης, έφυγε κι άλλαξε γήπεδο πίστης και μαζί του κι ο πατέρας του, Ισαάκιος Κομνηνός, που τον είχε παρασκοτίσει η συμβία του με τη γκρίνια, τις παραξενιές και τις απαιτήσεις της. «Έτοιμος γιέ μου; Φύγαμε!»

Ναι, αμέ! Πήγε στο Ικόνιο, όπου έγινε Ιωάννης Κομνηνός Τζελέπης (Çelebi=ευγενής) και γαμπρός του σελτζούκου σουλτάνου Ρουκναλντίν Μεσούντ. Απόκτησε δυο παιδιά, τον Ισαάκ και τον Σουλεϊμάν Σαχ (=βασιλιάς Σολομών στα πέρσικα).

Έγινε μουσουλμάνος, για να απολαύσει δικαιωματικά όσα πλεονεκτήματα προσφέρονταν, κατ΄ αρχήν σε ετούτη την ζωή που ήταν στα σίγουρα πραγματική, εδώ που τα λέμε, ήτοι, χαρέμια και λοιπά και αφ΄ ετέρου, παιδιά, η υποσχετική του Παραδείσου δεν ήταν μονοπώλιο του χριστιανισμού. Η οθωμανία μάλιστα, στο διαφημιστικό φυλλάδιό της, διέθετε κομφόρ που ο χριστιανισμός δεν περιελάμβανε στο δικό του. Αν είναι να πιστέψεις σε μια μπαρούφα σώνει και καλά, καλύτερα είναι να έχει μέσα μπόλικα πιλάφια και 72 παρθένες για τον κάθε πεθαμένο, παρά αγγελάκια χωρίς φύλο, χωρίς γυναίκες και χωρίς φαί. Τώρα, αν αυτές οι 72 παρθένες ήταν άσχημες ή όμορφες, πρώτον, οι απ΄ εδώ, δεν έχουν τίποτε παρόμοιο και δεύτερον, ούτε που με νοιάζει.

Ο Ιωάννης Κομνηνός Τζελέπης —προ-προ-προ- προ-προ-προ-προπάππος, της γνωστής ακτής του Πειραιά— απέκτησε πολλά εδάφη και πολύ πλούτο. Έχαιρε βαθιάς εκτίμησης εκ μέρους των οθωμανών, κυρίως για τη γνώση του στα αραβικά.

Η σύζυγός του ήταν η γυναίκα που ηγήθηκε της υπεράσπισης του Ικονίου, σουλτανάτου των σελτζούκων, ενάντια στις επιθέσεις του ξάδελφου του Ιωάννη, βυζαντινού αυτοκράτορα Μανουήλ Α΄ Κομνηνού, όπου του πήρε λίγα από τα σώβρακα, τα οποία αργότερα ξαναπήρε πίσω και κατόπιν τα ξανάχασε.



Κουτσομπολιά της Ιστορίας

Η Ιστορία, δεν γνωρίζει πάντα τι γίνεται στη γειτονιά και μερικά τα βγάζει από το μυαλό της για να ΄χει να λέει. Έτσι, μας λέει ότι ο Ανδρόνικος ήθελε πολύ να γίνει χαλίφης στη θέση του χαλίφη, δηλαδή αυτοκράτορας.

Αν ο Ανδρόνικος ήθελε πράγματι κάτι τέτοιο εποφθαλμιώντας την θέση του ξάδελφού του, θα το έκανε οπωσδήποτε λόγω χαρακτήρα και μάλιστα άμεσα. Δεν θα κώλωνε, ούτε του έλειπαν τα μέσα. Οι πράξεις του όμως, άλλα δείχνουν.

Πρώτα απ΄ όλα δεν πρόδωσε ποτέ τον ξάδελφό του. Αγαπούσε ο ένας τον άλλον, σαν αδελφό. Όλες οι πράξεις και των δύο τους μέχρι τα «γεράματά» τους δείχνουν αυτό ακριβώς.

Αφήστε που ο Ανδρόνικος ήταν συνεχώς κάπου αλλού. Μιλάμε, δεν παλουκώθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Την ανατολική πλευρά, την γύρισε όλη.


Παντρεύτηκε (όχι που θα την γλίτωνε)

Το παλικάρι μας, στα νιάτα του, κάποια στιγμή παντρεύτηκε.

Ποιος ξέρει γιατί και ποιος τον πίεσε, μα έκανε χρόνια να το ξανακάνει. Ήταν ο πρώτος του γάμος κι έκανε δυο παιδιά.

Η Ιστορία δεν κατάφερε να μάθει με ποιαν κι έκτοτε έχει φάει τα λύσσακά της.


Καριέρα και τρεχάλες

Στα εικοσιένα του χρόνια ο Ανδρόνικος ήδη ακολουθούσε κανονικά το θείο-αυτοκράτορα σε εκστρατείες. Ο γιόκας του θείου, ξάδελφος του Ανδρόνικου, ναι μεν έμεινε στο σπίτι, αλλά μην νομίζετε ότι κι εκεί τα πράγματα ήταν λιγότερο επικίνδυνα.

Στη μάχη αναγνωρίζεις τον εχθρό, γιατί κρατάει σπαθί στο φανερό κι όχι στο ύπουλο και φοράει άλλη στολή. Στα παλάτια φοράνε όλοι την ίδια στολή και το όπλο δεν είναι σπαθί, αλλά δηλητήριο. Τρέχα-γύρευε σε ποια τσέπη βρίσκεται και σε ποιο ποτήρι θα πέσει.

Ο μικρός όμως ήταν γατόνι και τη γλίτωνε.

Στην Κιλικία, ο θείο-Ιωάννης ο Βήτας με το καλλιτεχνικό όνομα «ο Καλός», πήγε και τίναξε τα πέταλα. Πάει, απόθανε και αιφνιδίως ο Ανδρόνικος «περικυκλώθηκε» από σελτζούκους και τους είπε: «Ρε παιδιά, δεν με αιχμαλωτίζετε, γιατί βαρέθηκα να είμαι στους δρόμους και να τρέχω πάνω-κάτω; Το μάτι μου έχει θολώσει για γυναίκα και η παλάμη μου έχει αρχίσει να μου ζητάει γάμο. Βαρέθηκα να με τρέχουν δεξιά κι αριστερά για εδάφη. Έτσι να χαίρεστε τα χαρέμια σας».

Έτσι, «αιχμαλωτίστηκε εκουσίως» και περνούσε ζάχαρες.

Μετά από έναν χρόνο, ο ξάδελφός του που είχε πλέον αναλάβει το μαγαζί κι αφού τακτοποίησε τα επείγοντα ζητήματα όπως κληρονομικά και κάποιες μεταθέσεις τύπου «φύγε ‘συ-έλα ΄συ», αναρωτήθηκε με αυτοκρατορική ανησυχία: «Πού βόσκει αυτό το κοπρόσκυλο;».

Του είπαν πού, κι έτσι ο Ανδρόνικος παρέλαβε ένα συστημένο: «Αγαπητέ Εξάδελφε. Όπως γνωρίζεις από πρώτο χέρι, ο μπαμπάς μάς άφησε χρόνους κι έχω αναλάβει εγώ την Διεύθυνσιν. Επειδή φρονώ ότι αρκετά την άραξες, άσε το χαβαλέ κι έλα κατά δω να δούμε τι θα κάνουμε με το χάλι μας».

Ο Ανδρόνικος είπε ένα «την κάτσαμε!», αλλά τι να έκανε, το κατάπιε κι ενημέρωσε τους από ΄κει: «Παιδιά, τέρμα οι διακοπές. Άντε, απελευθερώσετε με να πα να δω τι θέλει». Έτσι, επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη: «Τι να ΄κανα; Με περικύκλωσαν».

Ο ξάδελφός του γέλασε, του έδειξε μεγάλη εύνοια κι ο Ανδρόνικος άρχισε να κόβει βαρετές βόλτες στο παλάτι. Εκεί που τριγύριζε ανόρεχτα, βλέπει μια πιτσιρίκα χρήζουσα θαυμασμού. Μια Ευδοκία Κομνηνή, κόρη του δευτερότοκου γιου τού Ιωάννη Β΄ Κομνηνού, Ανδρόνικος Κομνηνός κι εκείνος στο όνομα, και ανηψούλα του από ξάδελφο. Την ξελόγιασε. Εκείνη δε, είπε: «Ναι, αμέ!» κι έκαναν εξ αδιαιρέτου ένα κοριτσάκι, την Ειρηνούλα.

Του κόλλαγε ο Μανουήλ να την αφήσει τη μικρή:

Ρε κόπανε, ο αδελφός και ο γαμπρός της μικρής, κοκορεύονται ότι θα σε φάνε λάχανο. Αντιλαβού; Θα σου κόψουν ό,τι κόβεται, ρε φίλε. Είναι μοβόροι.

Ο Ανδρόνικος δεν μάσαγε περί εκφοβισμών:

Έλα ρε, αλήθεια; Κατουρήθηκα…

Kαι σαν να μην έφτανε αυτό, τι πήγε και θυμήθηκε ρε παιδιά; Ότι ο Μανουήλ, κοτζάμου αυτοκράτορας, αφού η πρώτη του γυναίκα τα κακάρωσε, απόκτησε ερωμένη στο φωναχτό και στο ολοφάνερο, την αδελφή της Ευδοκίας Κομνηνής του Ανδρόνικου, την Θεοδώρα (εν μέσω άλλων ανώνυμων παλλακίδων).

Ο Ανδρόνικος απάντησε ολίγον κομψά ότι δεν είχε με την κοπέλα παρά συγγένεια τρίτου βαθμού και άρα ήταν λιγότερο επιλήψιμη η πράξη του από του Μανουήλ, ο οποίος είχε συνάψει σχέσεις με την κόρη του αδελφού του. Είπε χαρακτηριστικά, ότι ως βυζαντινός πολίτης, απλώς ακολούθησε το παράδειγμα του αυτοκράτορά του· έτσι κι αλλιώς στο ίδιο εργαστήρι όλα τα αγγεία κατασκευάζονται από τον ίδιο πηλό!


Ο Μανουήλ γέλασε «ρε, τον μπαγάσα», αλλά έτσι για την ασφάλειά του, μην τον φάνε λάχανο οι άλλοι, τον έστειλε να τελειώσει μια δουλίτσα στην Μοψουεστία, κάτι περί κατάληψης κοντά στα σημερινά Άδανα της Τουρκίας:

Πάρε δυο-τρεις μικρές βαλιτσούλες και πετάξου εκεί, να μου τους φέρεις στον ίσιο δρόμο.

Θα πάρω και την μικρή μαζί μου όμως, έτσι; Να ΄χω να πορεύομαι κρεβατικώς.

Ρε, κάνε ότι θέλεις.

Φύγανε οι τρεις τους, μαμά, μπαμπάς και μωρό, για να τελειώσει ο Ανδρόνικος αυτή τη δουλίτσα. Ψιλοβαριόταν όλο αυτό το πέρα-δώθε και τις μεταθέσεις. Παρόλα αυτά έγινε διοικητής της περιοχής.

Αργότερα κι επειδή οι ρουφιανιές δεν κουράζονται ποτέ, του προφταίνανε ότι ο ξάδελφός του τον κατηγορούσε για την προσωπική του ζωή. Λες και, ένας αυτοκράτορας δεν είχε άλλες δουλειές να κάνει, παρά να ασχολείται με το πουλί του ξαδέλφου του. Ο Μανουήλ είχε και το δικό του να ασχοληθεί, μην το ξεχνάμε.

Καπάκι, ο Μανουήλ, τον έστειλε να κόψει κάτι λαιμούς στην Κιλικία και μαζί με αυτούς κι αυτόν του ηγεμόνα τους Θόρου.

Βαριόταν ο Ανδρόνικος, να τον τρέχει ο ξάδελφος και δεν έδειξε μεγάλη επιμέλεια σε τούτη την άσκηση. Έστειλε κάποιον άλλον με εξουσιοδότηση, ο άλλος τα έκανε σαν τα μούτρα του, κι έχασε. «Εκκένωσε» βέβαια τη χώρα ο Ανδρόνικος. Την άδειασε κυριολεκτικά. Σκεπτόμενος όμως, ότι ο ξάδελφός του θα του κόψει διάφορα πράγματα που είχε πάνω του μαζί με τον βήχα, κατέφυγε στην Αντιόχεια.

Ο Μανουήλ όμως τον κάλεσε πίσω στην Κωνσταντινούπολη: «Έρχεσαι να σού πω λίγο;» κι ο Ανδρόνικος την έβγαλε με μία απλή επίπληξη και μάλιστα κατ΄ ιδίαν! Ο Μανουήλ κρατούσε πολύ ψηλά την αδελφοσύνη της νιότης τους τύπου: «Μαζί τα πίναμε, μαζί μαμάγαμε», δηλαδή «γλεντάγαμε».

Η μεγάλη μας κουτσομπόλα, η Ιστορία, μαζί με το σόι της, τους ιστορικούς, έχουν μείνει άναυδοι με την αδυναμία που έδειχνε ο Μανουήλ στον Ανδρόνικο. Τον είχε σαν αδελφό του και το εννοούσε και δεν καταλαβαίνουν το γιατί, ενώ είναι πολύ απλό και ήδη το εξηγήσαμε.


Στη στενή

Από την άλλη, οι σύγχρονοί του χρονικογράφοι λένε, ότι στα 1153 αποκαλύφθηκε μια συνωμοσία εναντίον του Μανουήλ με τη συμμετοχή του Ανδρόνικου. Αντί να τον φάει λάχανο, όπως θα έκανε κάθε αυτοκράτορας στη θέση του, εκείνος τον φυλάκισε.

Αυτόν τον Μανουήλ αρχίζω να τον συμπαθώ πάρα πολύ. Ήξερε ότι ίσως να μην έπρεπε να φιάξει «ήρωες» για το δικό του το καλό ή ίσως να μην ήταν και τόσο σίγουρος για τις κατηγορίες. Τρέχα-γύρευε μετά από χίλια χρόνια.

Σε αυτή την φυλακή ο Ανδρόνικος έμεινε μέχρι το 1158, πέντε χρονάκια δηλαδή και μετά έκανε κάτι υπέροχα έξυπνο. Βρήκε έναν παλιό υπόνομο μέσα στο κελί του. Χώθηκε εκεί μέσα καλύπτοντας την είσοδό του και περίμενε. Γενικός συναγερμός: «Μας ξέφυγε το λαμόγιο, κάτω από την μύτη μας». Ενημέρωσαν και τον Μανουήλ, συνέλαβαν και την Ευδοκία, «εσύ μωρή τον βοήθησες;» και ηλιθιωδώς την έχωσαν στο ίδιο κελί!

Το βράδυ ο Ανδρόνικος βγήκε από την κρυψώνα του κι αυτή η βλαμμένη τον πέρασε για βρικόλακα. Την έπεισε όμως ότι είναι ζωντανότατος κι εκείνη αφού σιγουρεύτηκε, γέννησε ένα αγοράκι μετά από εννέα μήνες, τον Ιωάννη.

Εν τω μεταξύ, την αποφυλάκισαν. Ο Ανδρόνικος διέφυγε προς τα κάπου, κοντά στον Σαγγάριο με ψωφόκρυο −Δεκέμβρης ήταν− και ζήτησε καταφύγιο από κάτι χωρικούς. Τον αναγνώρισαν, τον ρουφιάνεψαν και πάλι πίσω στην φυλακή μέχρι το 1164.


Ταξίδι στο Βορρά

Το ξανάσκασε με την βοήθεια της Ευδοκίας κι ενός μικρού υπηρέτη. Έφτασε στο Κίεβο, στην αυλή του άλλου του ξάδελφου Γιαροσλάβ Οσμομίσλ, μετά από μια σύντομη στάση που έκανε στη Βλαχία, λόγω αιχμαλωσίας, μα τους την κοπάνησε, το έσκασε και τσάμπα το φαΐ που τον τάισαν, ούτε τα έξοδα δεν έβγαλαν.

Ο εκ Κιέβου ορμώμενος ξάδελφος δεν τον πολυήθελε μεσ΄ τα πόδια του −είχε κανά-δυο κόρες− έτσι φρόντισε, ώστε οι Μανουήλ και Ανδρόνικος να τα ξαναβρούν. Αν ο Ανδρόνικος όντως συμμετείχε σε συνωμοσία κατά του Μανουήλ, δεν υπήρχε καμία τέτοια περίπτωση. Αφού τελοσπάντων αγάπησαν, εκστράτευσαν παρεούλα κατά της Γαλικίας, στην πολιορκία του Σεμλίν, όπου τους πήραν και τα σώβρακα.

Ξανά μαζί τα δυο ξαδέλφια, μέχρι που ο Ανδρόνικος, έναν χρόνο μετά, στράβωσε όταν έπρεπε να δηλώσει υποτέλεια στο μέλλοντα γαμπρό τού ξάδελφού του, στον Μπέλα Γ΄ της Ουγγαρίας. Τα στίλωσε: «Εγώ αυτόν τον προικοθήρα που δεν ξέρει που παν΄ τα τέσσερα, δεν τον προσκυνώ». Κάτι θα ήξερε.

Ο Μανουήλ ψιλο-ξανά-τσαντίστηκε με αυτά τα πεισματάκια και τον έδιωξε στέλνοντάς τον διοικητή στην Κιλικία. Σαν να λέμε, του έκανε τα μούτρα κρέας. Η Ευδοκία εκείνη την ώρα ήταν καλεσμένη για τσάι στο σπίτι της Λήθης και μέχρι εδώ μαθαίνουμε γι' αυτήν. Να περάσει η επόμενη, παρακαλώ.


Για λόγους αναψυχής, ο Ανδρόνικος βρέθηκε στην Αντιόχεια. Εκεί άκουσε να μιλάνε για τη μεγάλη ομορφιά μιας Φιλίππας, κόρης του Ραϋμούνδου της Αντιόχειας και είπε μέσα του: «Μπα; Ας ρίξω ένα βλέφαρο». Έριξε το βλέφαρό του, ενεκρίθη το θέαμα κι εν συνεχεία η μικρά έπεσε αυτοβούλως.

Ο Μανουήλ έμαθε τα καθέκαστα και ξεράθηκε στα γέλια: «Ρε, αυτός δεν μαζεύεται! Που βρίσκει τέτοιο νεφρό, πενηντατριών χρονών άνθρωπος;». Τον ήθελε πίσω, οι άλλοι τον έδιναν, γιατί την Φιλίππα την είχαν για άλλον.

Ο Ανδρόνικος όμως, δεν ήθελε να γυρίσει στην Κωνσταντινούπολη και την κοπάνησε κατά Ιερουσαλήμ μεριά, στην αυλή του Αμορί του Άλφα της Βηρυτού.


Τι μανία είναι αυτή που έχουμε;

Στα ρωμέικα, για κάποιον ακατανόητο λόγο, νιώθουμε την ανάγκη να κατακρεουργούμε τα ονόματα των άλλων γλωσσών.

Έτσι τον Amaury (Αμορί) τον ξέρουμε ως Αμαλάριχο (καμία σχέση), την Amelie (Αμελί) τη γνωρίζουμε ως Αμαλία (κάάάπως μοιάζει), τον Franҫois (Φρανσουά) τον ξέρουμε ως Φραγκίσκο (αηδία σκέτη ε;) και πάει λέγοντας.

Γιατί τέτοια μανία;


Επιστροφή στην Ιστορία

Ο Αμορί λοιπόν, τον διόρισε διοικητή της πόλης. Πάει, ξεχάστηκε η Φιλίππα, μαζί με τα κάλλη της. Εκεί ο Ανδρόνικος, επειδή μόνο στραβός δεν ήταν, βρήκε ένα καινούριο «μωρό», πανέμορφο, χηρευάμενο κι εντελώς συμπτωματικά, ανηψούλα του και κόρη του ξάδελφού του Ισαακίου (τρίτου γιου του Ιωάννη του Βήτα), χήρα Βαλδουΐνου του Γ΄ (ολίγον μάπας ο συχωρεμένος με μια τσαούσω μάνα, μα θα τα πούμε κάποια άλλη στιγμή), την Θεοδώρα Κομνηνή της Ιερουσαλήμ.

Ο Ανδρόνικος έμεινε ξερός: «Ρε, τι ομορφόσογο είμαστε!» κι απλώθηκε κατά ΄κει. Είχε πατήσει τα πενηνταέξι του, αλλά καθώς φαίνεται εξακολουθούσε να είναι πολύ γοητευτικός, διότι η Θεοδώρα τσίμπησε ευχαρίστως.

Το ζεύγος κλέφτηκε και κατέφυγε, πού λέτε; Δεν θα το βρείτε. Στην αυλή του Σουλτάνου της Δαμασκού, Νουρεντίν Ζενγκί. Αυτός, εν τω μεταξύ, ήταν σε πόλεμο με τον Μανουήλ. Αμέ! Έμεινε λίγο στην αυλή του, μα ένιωσαν ανασφαλείς, επειδή από πολιτικής και στρατιωτικής απόψεως ο Μανουήλ νίκαγε. Έτσι ο Ανδρόνικος την έκανε κατά Καύκασο μεριά.

Περιπλανήθηκε λίγο −μην φανταστείτε τίποτα ωτοστόπ και τέτοια− κι εντέλει έγινε δεκτός από τον Γ.Γ.Γ., δηλαδή τον Γεώργιο τον Γάμα της Γεωργίας. Τώρα, αν σας πω ότι αυτός ήταν ο πρώτος του κουνιάδος, ο αδελφός της πρώτης και ανώνυμης γυναίκας του δηλαδή, δεν θα με πιστέψετε και θα κάνετε πάρα πολύ άσχημα, διότι είναι απολύτως αληθές!

Ο Γ.Γ.Γ., του έδωσε ένα οικοπεδάκι ίσα με ένα σημερινό νομό, στο Καχέτι ανατολικά της Γεωργίας, με φως, νερό, τηλέφωνο και δουλοπάροικους. Κομπλέ! Όλα αυτά, όχι όμως από την καλή του την καρδιά. Ο Γεώργιος είχε κάτι ζόρια και θα τον έβγαζε από αυτά, ο Ανδρόνικος. Ασφαλώς και τον ξελάσπωσε. Συνόδευσε τον στρατό της Γεωργίας σε εκστρατεία στο Σιρβάν, έτσι ο Γ.Γ.Γ. βρέθηκε με το Κάστρο του Σαμπαράν ολοδικό του, με γεια του και να το χαίρεται.


Άντε πάλι πίσω

Ο Ανδρόνικος είχε εγκατασταθεί με τη Θεοδώρα και τα δύο τους παιδιά στην Ούνιε, γενέτειρα των Κομνηνών στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Ο βυζαντινός διοικητής όμως, ήθελε προαγωγή κι αφού έμαθε ότι ο Ανδρόνικος έλειπε ταξίδι για δουλειές −στην Τραπεζούντα− βρήκε την ευκαιρία και συνέλαβε την Θεοδώρα με τα δυο τους παιδιά και τους μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη. Ο διοικητής πήρε παράσημο μία θερμή χειραψία κι ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη.

Όταν το έμαθε ο Ανδρόνικος, έβρισε ό,τι βριζόταν. Στις αρχές του 1180, αναγκαστικά, πήγε στην Κωνσταντινούπολη και γονάτισε αλυσοδεμένος μπροστά στον Μανουήλ ζητώντας του συγνώμη. Ο Μανουήλ δημοσίως τον συγχώρεσε, ελευθέρωσε την Θεοδώρα και τα παιδιά και τους επέτρεψε να ζήσουν στην Ούνιε εξόριστοι. Ιδιωτικώς τον χτύπησε στην πλάτη, κατόπιν έσκασε στα γέλια και τον ρώτησε: «Πώς τις ψήνεις, ρε μπαγάσα;».


Έργα και ημέραι των άλλων −
δεν κοίταγαν τι έκανε ο Ανδρόνικος μόνο


Ο Μανουήλ ο Άλφα, εξ ανατολών, είχε τον ποπό του ολίγον ανοιχτό. Ένα μάτσο σουλτανάτα και βυζαντινές επαρχίες, που όμως, δεν τον αναγνώριζαν, ήταν έτοιμα να του κάνουν μπου και δεν γούσταρε καθόλου. Ως αυτοκράτορας που του έκοβε κι αυτουνού πολύ, χρειαζόταν συμμαχίες από δυσμάς, στρατιώτες, και τύπους σαν τον Ανδρόνικο που τον είχε χάσει με τους έρωτες, αλλά κυρίως με τα «δε με χέζετέ» του.

Ο Μανουήλ προσπαθούσε να ενώσει τις δύο Εκκλησίες κι έκανε μακροχρόνιες και πανάκριβες διαπραγματεύσεις με τον Πάπα Αδριανό τον Δ΄. Αυτό, όπως καταλαβαίνετε, του δημιούργησε έναν μεγάλο και ανίκητο εχθρό: την Ορθόδοξη Εκκλησία.

Οι παπάδες, είτε απλοί είτε μεγαλόσχημοι, έχουν μεγαλύτερη δύναμη από τη δύναμη που έχουν όλοι οι θεοί μαζεμένοι, όχι μόνο ο δικός τους. Έσπερναν ζιζάνια τύπου: «οι δυτικοί θα αλώσουν την πίστη μας, θα μας κάνουν καθολικούς» κι άλλα τέτοια, για να μην χάσουν αυτοί το αρχηγηλίκι τους επί του θεοτικού και κατ΄ επέκταση επί του πολιτικού τομέα.

Ξεσήκωναν το πόπολο (τον λαό ντε!) και ο Μανουήλ, ενώ έκανε καλή δουλειά από πολιτικής απόψεως, είχε πέσει σε δυσμένεια στα μάτια του λαού του, γιατί το είχε παρα-αφοδεύσει με τα προνόμια που είχε δώσει στους λατίνους κι αυτοί είχαν πάρει θάρρος και φέρονταν στον τοπικό πληθυσμό σα σε σκλάβους τους.



Πώς χαλάνε έτσι εύκολα;

Την ίδια χρονιά, το 1180, ο Μανουήλ έκανε κάτι τελείως ξαφνικό. Δεν το περίμενε κανείς και ντροπή του. Πέθανε!

Οι γιατροί είπαν «από πυρετό» και καθάρισαν. Τώρα, ποια ήταν τα αίτια του πυρετού … Δηλητήριο; Σκωληκοειδίτιδα; Πιτυρίδα; Covid-19; Δεν μάθαμε ποτέ. Ούτε εμείς, ούτε ο ιατροδικαστής. Ούτε καν η Ιστορία.


Οι επόμενοι, παρακαλώ!

Εν κατακλείδι, το κατάστημα το ανέλαβε ο δωδεκαετής υιός του, Αλέξιος ο Βήτας με βοηθό το γκιογκιό του, το αγαπημένο του αρκουδάκι και την εξ απορρήτων (δυτική) μαμά του, δεύτερη σύζυγο του Μανουήλ, Μαρία της Αντιόχειας, η οποία ήταν και κουκλάρα. Είχε σπουδάσει πριγκίπισσα κι ήταν αρκετά τυχερή να εργαστεί επάνω στον τομέα των σπουδών της: έκανε καριέρα αυτοκράτειρας.

Μόλις έμαθε τα νέα ο Ανδρόνικος, πήρε φωτιά ο κώλιος του: «Ρε, τώρα δα, δεν ήμουν στην Κωνσταντινούπολη; Ρε, τον φλούτσο, ποιος ξέρει τι κατάπιε! Θα με φάνε τα πέρα-δώθε».

Μάζεψε δυο αλλαξιές, πέντε σώβρακα, κάτι μουσουλμάνους μισθοφόρους −ναι, ναι! καλά διαβάσατε: μουσουλμάνους μισθοφόρους− και αμολήθηκε κατά την Βασιλεύουσα.

Έτσι, για να καταλαβαίνουμε σήμερα πέντε πραγματάκια, ναι; Ο μέλλοντας βυζαντινός αυτοκράτορας επιτέθηκε στη χριστιανική Κωνσταντινούπολη με τη βοήθεια μουσουλμάνων! Κάτι αντίστοιχο με εκείνο που έκανε το 1453 ο Μωάμεθ, όταν πολιορκούσε την Κωνσταντινούπολη, οπότε στο στρατό του υπηρετούσαν −σύμφωνα με διάφορους υπολογισμούς− τριάντα με πενήντα χιλιάδες χριστιανοί. (Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Χιλιάδες χριστιανοί στο στρατό του Μωάμεθ).


Η Μαρία της Αντιόχειας δεν ήταν καθόλου μα καθόλου δημοφιλής στην Κωνσταντινούπολη για έναν και μόνο λόγο ή μάλλον για δύο και μόνο λόγους, μην σας πώ για περισσότερους και μόνο, λόγους: Ήταν δυτικής καταγωγής, συνέχισε τη φιλοδυτική πολιτική του άντρα της κι έπαιξε κι ένα γκομενικό με έναν Αλέξιο με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Μπεκροκανάτας, ανηψιό του συχωρεμένου, που τον έβαλε να λύνει και να δένει εντός κι εκτός του παλατιού. Ο κανονικός διάδοχος εκείνη την εποχή μάθαινε πρόσθεση.

Τότε, σχηματίστηκαν οι εξής ομάδες:

Ομάδα 1η: Η Αυγούστα Μαρία με τον Αλέξιο τον Μπεκροκανάτα και το νόμιμο διάδοχο. Φιλοκαθολικοί με έδρα την Κωνσταντινούπολη.

Ομάδα 2η: Πριγκήπισσα Μαρία Κομνηνή, σύζυγος του Ρενιέ του Μομφεράτου, κόρη του Μανουήλ από την πρώτη του γυναίκα, την Βέθρα −που τη χάσαμε πάνω στο άνθος της− με κάτι άλλους αριστοκράτες, έτσι για να μην ψάχνετε τις εγκυκλοπαίδειες. Φιλορθόδοξοι −παρά τον γάλλο σύζυγο− και φιλοανδρονικοί, προς το παρόν, με έδρα την Κωνσταντινούπολη. Η Μαρία επένδυσε πολύ χρήμα στην επιχείρηση.

Ομάδα 3η (ή αλλιώς Ομάδα Κρούσης): Ανδρόνικος και Συνεργάτες. Ούτε φιλοδυτικός ούτε φιλορθόδοξος. Φιλοπαρτάκιας ναι, αφού ο Μανουήλ είχε περάσει σε άλλη βιολογική κατάσταση. Έδρα του, το Οίναιον.

Ξεκίνησε η Ομάδα 3 με το στρατό της κι έκανε Κοινοπραξία με την Ομάδα 2. «Θείο, η Κωνσταντινούπολη σε περιμένει πώς και τι».

Η Ομάδα 1 δεν πιπίλαγε το δάχτυλο. Στα κατασκοπικά ήταν μάνα. Έστειλε στρατό κατά της Ομάδας 3, αλλά τελικά έχασε τα σώβρακά της.

Φανταστείτε λιγάκι το σκηνικό! Ο Ανδρόνικος μπήκε στην πόλη με τους μουσουλμάνους μισθοφόρους του, ως απελευθερωτής. Καλό ε;

Στο πρόσωπό του, ο κοσμάκης μα και η Ομάδα 2, έβλεπε τον ηγέτη που θα τον γλίτωνε από τους δυτικούς.



Σφαγή των λατίνων

Ο Ανδρόνικος ως πανέξυπνος, το γνωρίζουμε αυτό, ξεκίνησε για την Κωνσταντινούπολη χωρίς την ανηψιά-συμβία και τα παιδιά. Μη θυμίσει στους συμμάχους του τις επιλογές του και χάσει στα πέναλτι! Οπότε από εδώ και στο εξής η Θεοδώρα συνταξιοδοτείται επισήμως κι εκείνη κι αν ξανακούσετε γι αυτήν, γράψτε μου.

Μπήκε στην Βασιλεύουσα το 1182 με τυμπανοκρουσίες, παπάδες και τη μισή αριστοκρατία στο πλευρό του. Το πλήθος της Κωνσταντινούπολης στάθηκε πολύτιμος αρωγός του. Σημαίνοντες ηγέτες του όχλου υποκινούσαν το πλήθος υπέρ του Ανδρόνικου, ο οποίος μεταχειριζόταν με μεγάλη επιδεξιότητα και τον όχλο και τους ηγέτες του.

Ξεσηκώθηκε λοιπόν το πόπολο να σφάξει τους καθολικούς που του είχαν σκοτίσει τον έρωτα, πράγμα που έκανε. Η σφαγή κράτησε μέρες. Από τις 60.000 λατίνων, μόνο τέσσερις χιλιάδες έζησαν, μα κι αυτοί πουλήθηκαν ως δούλοι στους οθωμανούς. Κάποιοι λίγοι ξέφυγαν, όπως γίνεται πάντα.



Στραγγαλισμοί, δηλητηριάσεις κ.λπ. κ.λπ.

Ο ήρωάς μας μπήκε στο παλάτι. Θυμάστε εκείνον τον ανηψιό, τον Αλέξιο τον Μπεκροκανάτα; Ξεχάστε τον. Πήγε να ταΐσει κάτι σκουλήκια.

IMAGE DESCRIPTIONΟ Ανδρόνικος κουβάλησε στους ώμους του τον δεκατετραετή πλέον, διάδοχο Αλέξιο τον Βήτα για να στεφθεί αυτοκράτορας −θεαματικός ε;− και για τον εαυτό του κράτησε το «συναυτοκράτορας».

Η μεγαλύτερη αδελφή του νεαρού Αλεξίου Β΄ Μαρία Κομνηνή και ο σύζυγος της Ρενιέ του Μομφεράτου δηλητηριάστηκαν, όπως φημολογείται, με εντολή του Ανδρόνικου.

Η αυτοκράτειρα Μαρία, η μαμά του Αλέξιου του Βήτα, έκανε κάτι κρυφές συνεννοήσεις με τους άλλους μισούς ευγενείς και τους ούγγρους για να σκοτώσουν τον Ανδρόνικο και σε αντάλλαγμα να τους παραδώσει το κράτος με αυτοκράτειρα την ίδια. Αυτά τα πράγματα όμως δεν μένουν κρυφά και φυλακίστηκε, δικάστηκε και καταδικάστηκε για προδοσία. Την τελική υπογραφή για την εκτέλεση της ποινής της, την έβαλε ο γιόκας της.

Μέσα στο παλάτι υπήρχαν και μετά τον θάνατο της αυτοκράτειρας Μαρίας, οπαδοί της φιλοδυτικής πολιτικής κι έβαζαν ιδέες περί ανατροπής του Ανδρόνικου στο νεαρό διάδοχο. Ο έφηβος Αλέξιος ο Βου έμπλεξε σε αυτήν την υπόθεση, η οποία όμως, αποκαλύφθηκε. Έτσι ο θείο-Ανδρόνικος, «τι σου είπα ρε τσόγλανε;» τον στραγγάλισε ο ίδιος αυτοπροσώπως, για σιγουριά.

IMAGE DESCRIPTIONΈτσι, έγινε ο Ανδρόνικος, χαλίφης στην θέση του χαλίφη.



Ο γάμος του 65χρονου Ανδρόνικου με τη δωδεκάχρονη Αγνή

Ο έφηβος Αλέξιος Β΄ πεθαίνοντας, άφησε κάτι πίσω του. Μια μικρή δωδεκάχρονη σύζυγο, την Αγνή, κόρη του βασιλιά της Γαλλίας, Λουδοβίκου του Νούμερο 7. Εκείνοι είχαν νούμερα, όχι γράμματα.

Ο θείο-Ανδρόνικος είπαμε ότι αγαπούσε πολύ το σπορ «γυναίκα» αλλά, ρε παιδιά, στα πίσω-πίσω του, το τερμάτισε. Έτσι, σκέφτηκε να μην αφήσει το καημένο το κορίτσι μόνο κι απροστάτευτο. Της οικογενείας ήταν κι αυτός. Αισθανόμενος αρκετά ώριμος πλέον, για να ανοίξει σπιτικό με παπά και με κουμπάρο −με τις ανηψιές δεν παντρεύτηκε ποτέ− στην ηλικία των μόλις εξηνταπέντε Δεκεμβρίων, πήρε την μεγάλη απόφαση και παντρεύτηκε τη μικρή Αγνή.


Η αλήθεια είναι ότι, το τσουτσούνι του Ανδρόνικου προσφέρεται για πολλά άρθρα. Εκτός όμως από το πουλί του, ασχολήθηκε πολύ και με κάποια άλλα θέματα, πιο ουσιώδη.


Μεταρρυθμιστικό έργο

Ο τελευταίος αυτοκράτορας της Δυναστείας των Κομνηνών είχε ένα υπέροχο σχέδιο εξυγίανσης της χώρας. Η σαπίλα να φύγει. Έκανε πράγματα που κανείς άλλος, όχι μόνο στο Βυζάντιο, μα πουθενά αλλού, δεν είχε κάνει. Όχι μόνο τότε, αλλά ούτε οκτακόσια χρόνια αργότερα.

Είχε βάλει σκοπό της ζωής του να ανασυντάξει το Βυζάντιο και να του προσφέρει ισοπολιτεία και ευημερία:

Ελάττωσε τους φόρους των αγροτών και τους έδωσε προνόμια.

Μείωσε τα κρατικά έξοδα.

Αύξησε το μισθό των δημοσίων λειτουργών, ώστε να σταματήσουν να χρηματίζονται, με παράλληλες σκληρές ποινές αν τους έπιαναν με απλωμένη την παλάμη σα φτυάρι.

Κατάργησε τις αγγαρείες και τις αντικατέστησε με αμειβόμενη εργασία.

Κατάργησε τα επιδόματα στους «αναξιοπαθούντες» και τους έβρισκε δουλειές! Αυτό βέβαια δεν άρεσε καθόλου στους ίδιους τους «αναξιοπαθούντες».

Σταμάτησε τη δουλοπαροικία.

Επάνω εκεί ακριβώς, άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για τα χρόνια που του απέμεναν να περάσει με σφυγμό.

Οι αγροτικές τάξεις, για τους προαναφερόμενους λόγους, κυριολεκτικά, τον λάτρευαν.

Οι πλούσιες τάξεις για τους ίδιους ακριβώς λόγους, τον μισούσαν.

Ο Νικήτας Χωνιάτης είναι κομμάτι της ιστορίας του, μιας και ήταν ο σημαντικότερος κατήγορός του. Όσες αρνητικές αναφορές έχουμε για τον Ανδρόνικο σήμερα, οφείλονται, κυρίως σε αυτόν και μπορείτε να βρείτε πολλές. Παρόλα αυτά, ακόμη κι ο Χωνιάτης δεν μπορούσε παρά να αναφέρει το μεγάλο μεταρρυθμιστικό έργο του Ανδρόνικου.

Όσον αφορά στους στόχους της πολιτικής του, ο Ευστάθιος Θεσσαλονίκης (Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης τότε και σημερινός Άγιος Κατάφλωρος) παραδίδει πως ο Ανδρόνικος επεδίωκε την εγκαθίδρυση μιας προσωπικής δυναστείας για εκείνον και τους γιους του, ιδίως για τον νεαρότερο Ιωάννη που τον προόριζε για διάδοχό του. Στους ενδοιασμούς των γιων του για τις βιαιότητες της διακυβέρνησής του, ο Ανδρόνικος αντιδρούσε λέγοντάς τους, πως εξολοθρεύοντας την αριστοκρατία θα άφηνε ζωντανούς μόνο ανθρώπους των κατώτερων τάξεων, ώστε, μετά τον θάνατό του, οι γιοι του, απαλλαγμένοι από τους ισχυρούς που τους θεωρούσε αιτία της κακοδαιμονίας του κράτους, θα κυβερνούσαν σε χώρα πυγμαίων.


Οι μεταρρυθμίσεις όμως, είναι ότι χειρότερο για τους έχοντες και κατέχοντες. Έτσι, οι δυσαρεστημένοι άρχισαν να κάνουν τα γνωστά τους: Συνωμοσία.

Για να ευοδωθεί το έργο του Ανδρόνικου για το Βυζάντιο και να αρχίσουν να φαίνονται τα αποτελέσματα του, χρειαζόταν καιρός ειρήνης και χρόνος περίπου είκοσι με εικοσιπέντε χρόνια. Η εποχή τότε, δυστυχώς για εκείνην, δεν διέθετε τίποτε από τα δύο.

Οι δυσαρεστημένοι συνωμοτούσαν με τους δυτικούς για να τον ρίξουν κι οι ευχαριστημένοι ήταν μαζί του. Έτσι, μέσα στην Κωνσταντινούπολη άρχισε η φαγωμάρα.

Εκείνη την εποχή οι νορμανδοί είχαν αποφασίσει να κάνουν κάτι καταπατήσεις οικοπέδων και την έπεσαν στα σύνορα του Βυζαντίου. Οι δυσαρεστημένοι, τους κάλεσαν στην Κωνσταντινούπολη: «Ρε παιδιά, δεν έρχεστε κατά ΄δω, γιατί εμείς, αυτόν, δεν τον νικάμε;» κι αυτοί, πήγανε! Στάθηκαν έξω από την πρωτεύουσα.

Οι παφλαγόνες, οι μόνοι πιστοί στρατιώτες στον Ανδρόνικο, βγήκαν από τα τείχη για να κάνουν τους νορμανδούς, ντα. Από την μέσα μεριά ένας με το όνομα Ισαάκιος Άγγελος και μεγαλοφεουδάρχης στο επάγγελμα, έκανε πραξικόπημα.

Ο Ανδρόνικος έστειλε τον αρχηγό της Αστυνομίας ονόματι Αγιοχριστοφορίτη για να του κόψει τον βήχα, αλλά πρόλαβε ο Ισαάκιος και τον διέγραψε από τους εκλογικούς καταλόγους.



Φρικτό τέλος

Ο Ανδρόνικος προσπάθησε να διαφύγει για να ανασυντάξει τις δυνάμεις του, αλλά τον έπιασαν και τον έφεραν αλυσοδεμένο στην Κωνσταντινούπολη. Ταυτόχρονα, ένα μέρος του λαού=όχλου είχαν μετατραπεί σε μπράβους των ευγενών, και σιγά το δύσκολο, με το αζημίωτο φυσικά! Οι πιο φανατικοί ήταν εκείνοι που τους είχε κόψει τα επιδόματα και τους έδωσε δουλειά!

Ο Ανδρόνικος ρίχτηκε στα νύχια τους. Του έβγαζαν τα δόντια, τα νύχια, τα μαλλιά, τον σούβλιζαν, του πετούσαν διάφορα, από κρέατα μέχρι περιττώματα. Το βασανιστήριό και η διαπόμπευσή του κράτησε μια εβδομάδα.

Πρώτα, τον φέρανε μπροστά στον Ισαάκιο, ο οποίος του έβγαλε τα δόντια με τανάλια, μετά του έκοψαν το ένα χέρι και δυο-τρεις μέρες αργότερα, του έβγαλαν τα μάτια και τον έδεσαν σε μια καμήλα, η οποία έκανε το γύρο της Βασιλεύουσας όσο ο λαός του πέταγε καυτό νερό, τον σημάδευε με πέτρες και του έχωνε περιττώματα αγελάδων στα ρουθούνια.

Τελικά, τον έφεραν στον Ιππόδρομο, όπου τον κρέμασαν ανάποδα και δύο λατίνοι μισθοφόροι έκαναν κόντρα για το ποιoς θα μπορούσε να βάλει το σπαθί του πιο βαθιά στο λαρύγγι του. Όταν με τα πολλά είδαν πως δεν αντιδράει, τον έκοψαν στα δύο και τον πέταξαν στο Βόσπορο.


Αυτός ο άνθρωπος που είχε είχε οραματιστεί μια αξιοπρεπέστερη ζωή για τους πολίτες, αλλά οι ίδιοι όχι, πέθανε από τα νύχια τους με σκληρό τέλος, αντίστοιχο της καριέρας του.

Ο τρόπος θανάτου του αποτελεί μια ακόμη περίπτωση της συμπεριφοράς του όχλου. Ο όχλος είναι πάντα έτοιμος να εξεγερθεί ενάντι σε μια εξασθενημένη εξουσία και να ποδοπατήσει τον εκθρονισμένο ηγέτη του. Από τη στιγμή που του δόθηκε η ευκαιρία να κατακρεουργήσει έναν αυτοκράτορα, το μισαλλόδοξο πνεύμα του πλήθους δεν θα την άφηνε να χαθεί.


Επίλογος

Ανακεφαλαιώνοντας, ο Μανουήλ έκανε επιτυχείς συμμαχίες εκ δυσμών και ο Ανδρόνικος εξ ανατολών.

Οι στρατιώτες και του ενός και του άλλου, τους κοιτούσαν στα μάτια. Αν οι δύο άνδρες είχαν ενωθεί, θα είχαν αλλάξει την ιστορία της χώρας τους. Ήταν άντρες που είχαν την τύχη να είναι σύγχρονοι, να είναι ευφυείς, να μεγαλώσουν μαζί, να είναι αδελφικοί φίλοι, και να έχουν και οι δύο την ίδια πολιτική βούληση να μην πάει η αυτοκρατορία τους, κατ΄ ανέμου.

Μόνο, που τελικά, δεν συναντήθηκαν ποτέ για να καταστρώσουν ένα κοινό σχέδιο. Κάτι, που αποδείχτηκε καταστροφικό και για τους δύο, μιας και η ρουφιανιά και οι συνωμοσίες με τον δικό τους ύπουλο και υπόγειο τρόπο, νικούν πάντα στο τέλος.

Επομένως, χάπι εντ για την συνωμοσία. Τον θυμάστε τον Ισαάκιο τον Μεγαλοφεουδάρχη ε; Κάτω η Δυναστεία των Κομνηνών λοιπόν, και ζήτω η Δυναστεία των Αγγέλων!

Το τέλος του Ανδρόνικου Α΄ Κομνηνού υπήρξε το τέλος της Δυναστείας των Κομνηνών και το τέλος γενικώς της ένδοξης περιόδου της Ρωμανίας, γιατί το 1204, από τα λάθη του Οίκου των Αγγέλων, επήλθε η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους φράγκους και η κατάλυση της αυτοκρατορίας.