Μάλιστα, από την ίδια τη φύση των πραγμάτων, δέν υπάρχει συνήθως κανένα συνολικά κατάλληλο παρελθόν, επειδή το φαινόμενο, στο οποίο αναφέρονται αυτές οι ιδεολογίες, δέν είναι αρχαίο ή διαχρονικό, αλλά μιά ιστορική καινοτομία. Αυτό ισχύει τόσο γιά το θρησκευτικό φονταμενταλισμό στις σημερινές του μορφές όσο και γιά το σύγχρονο εθνικισμό.
Πέντε χιλιάδες χρόνια Πακιστάν
Θυμάμαι, πως είδα κάπου μιά μελέτη τού αρχαίου πολιτισμού των πόλεων τής κοιλάδας τού Ινδού ποταμού με τίτλο «Πέντε χιλιάδες χρόνια Πακιστάν». Το Πακιστάν δέν υπήρχε ούτε καν σαν σκέψη πριν από το 1932-1938, όταν το όνομα επινοήθηκε από μερικούς ακτιβιστές φοιτητές. Δέν κατέστη σοβαρό πολιτικό αίτημα πριν από το 1940. Ως κράτος υπάρχει μόνον από το 1947.
Δέν στοιχειοθετείται καμμιά σχέση τού πολιτισμού τού Mohenjo Daro με τους σημερινούς ιθύνοντες τού Ισλαμαμπάντ, όπως και τού Τρωικού Πολέμου με την κυβέρνηση τής Άγκυρας, η οποία διεκδικεί σήμερα την επιστροφή τού θησαυρού τού Σλήμαν, έστω και μόνο γιά την πρώτη του έκθεση. Σίγουρα όμως, τα πέντε χιλιάδες χρόνια Πακιστάν ηχούν καλύτερα από τα σαράντα έξι χρόνια Πακιστάν.
Μέσα σε μιά τέτοια κατάσταση οι ιστορικοί αποκτούν απρόσμενα έναν πολιτικό ρόλο. Παλιά, είχα την εντύπωση, ότι το επάγγελμα τού ιστορικού, σε αντίθεση μʼ αυτό, λόγου χάρη, τού πυρηνικού φυσικού, τουλάχιστον δέν μπορούσε να προξενήσει κακό. Σήμερα ξέρω, ότι μπορεί. Οι μελέτες μας μπορούν να μεταβληθούν σε εργοστάσια βομβών, όπως τα εργαστήρια, στα οποία ο IRA έμαθε να μετατρέπει χημικές αντιδράσεις σε εκρηκτικά. Αυτή η κατάσταση μας αφορά από δύο απόψεις: φέρουμε μιά ευθύνη γενικά απέναντι στα ιστορικά γεγονότα, αλλά και, ειδικότερα, μιά ευθύνη κριτικής τής πολιτικο-ιδεολογικής κατάχρησης τής Ιστορίας.
|
Ο Ερνέστ Ρενάν παρατηρούσε εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα, ότι «η λήθη ή ακόμα και η παραχάραξη τής ιστορίας αποτελεί ουσιώδη παράγοντα τής διαμόρφωσης ενός έθνους, γι' αυτό και η πρόοδος των ιστορικών σπουδών αποτελεί συχνά κινδυνο γιά μιά εθνικότητα». Διότι τα έθνη αποτελούν ιστορικά καινοφανείς οντότητες, που διατείνονται, ότι υπάρχουν εδώ και πάρα πολύ καιρό. Αναπόφευκτα, η εθνικιστική εκδοχή τής Ιστορίας συνίσταται σε αναχρονισμούς, αποσιωπήσεις, απόσπαση από τα ιστορικά συμφραζόμενα και, σε ακραίες περιπτώσεις, σε ψέματα.
Επινόηση γεγονότων
Δέν είναι ανάγκη να πω πολλά γιά την πρώτη απ' αυτές τις ευθύνες. Δέν θα είχα να πω τίποτε αν δέν υπήρχαν δύο πρόσφατες εξελίξεις. Η πρώτη είναι η σημερινή τάση των μυθιστοριογράφων να βασίζουν την πλοκή τους σε μιά καταγραμμένη πραγματικότητα, παρά να την επινοούν, θολώνοντας έτσι τα όρια ανάμεσα σε ιστορικό γεγονός και σε μυθοπλασία.
Η άλλη είναι η άνοδος «μεταμοντερνιστικών» αντιλήψεων στα πανεπιστήμια τής Δύσης, ιδίως στα φιλολογικά και ανθρωπολογικά τμήματα, οι οποίες οδηγούν στη θέση, ότι όλα τα «γεγονότα», που διεκδικούν μιά αντικειμενική ύπαρξη, δέν είναι παρά νοητικές κατασκευές, ότι, με δυό λόγια, δέν υφίσταται σαφής διαφορά μεταξύ γεγονότος και μυθοπλασίας.
Κι όμως, αυτή η διάκριση υπάρχει, και γιά μας τους ιστορικούς, ακόμα και γιά τους πλέον αντιθετικιστές, η ικανότητα να κάνουμε αυτή τη διάκριση είναι θεμελιώδους σημασίας. Δέν είναι δυνατόν να επινοούμε τα γεγονότα μας.
Ο Έλβις Πρίσλευ ή είναι νεκρός ή δέν είναι. Το ερώτημα αυτό μπορεί να απαντηθεί με τρόπο αδιάσειστο βάσει των στοιχείων, που είναι διαθέσιμα. Η σημερινή κυβέρνηση τής Τουρκίας, όταν αρνείται την επιχείρηση γενοκτονίας των Αρμενίων το 1915, ή έχει δίκιο ή δεν έχει.
Οι περισσότεροι από μας θα θέταμε εκτός των ορίων τού σοβαρού ιστορικού λόγου κάθε άρνηση τού γεγονότος αυτής τής σφαγής, αν και δέν υπάρχει κάποιος εξίσου αδιαμφισβήτητος τρόπος γιά να επιλέξουμε μεταξύ των διαφορετικών ερμηνειών τού φαινομένου, ή μεταξύ των διαφορετικών τρόπων ένταξής του μέσα στο ευρύτερο ιστορικό πλαίσιο.
|
Έθνη-κράτη
γεννιούνται και πεθαίνουν
Στην εποχή μου όλες οι χώρες τής κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης μαστίζονταν από πολέμους, καταλαμβάνονταν, βρίσκονταν υπό κατοχήν, απελευθερώνονταν και επανακαταλαμβάνονταν. Όλα τα κράτη αυτής τής περιοχής έχουν σήμερα διαφορετικό σχήμα από κείνο, που είχαν, όταν δημιουργήθηκαν.
Μονέχα έξι από τα εικοσιτρία κράτη, που καλύπτουν σήμερα το χάρτη, ανάμεσα στην Τεργέστη και στα Ουράλια υπήρχαν, όταν γεννήθηκα, ή θα υπήρχαν αν δέν τα κατείχε κάποιος στρατός: η Ρωσία, η Ρουμανία, η Βουλγαρία, η Αλβανία, η Ελλάδα και η Τουρκία, μιά που ούτε η μετά το 1918 Αυστρία, ούτε η μετά το 1918 Ουγγαρία αντιστοιχούν στην πραγματικότητα στην Cisleithania (σ.σ. Αυτοκρατορική Αυστρία) και στο Βασίλειο τής Ουγγαρίας τής Αυστροουγγαρίας.
Μερικά δημιουργήθηκαν μετά τον Α' παγκόσμιο πόλεμο, και ακόμα περισσότερα μετά το 1989. Ανάμεσά τους και αρκετές χώρες, που ποτέ πριν στην ιστορία δέν υπήρξαν ανεξάρτητες κρατικές οντότητες με τη σύγχρονη έννοια, ή που υπήρξαν γιά σύντομα μόνο διαστήματα -γιά ένα δυό χρόνια, γιά μιά δυό δεκαετίες- και μετά το έχασαν, αν και μερικές αργότερα το επανέκτησαν: τα τρία βαλτικά κράτη, η Λευκορωσία, η Ουκρανία, η Σλοβακία, η Μολδαβία, η Σλοβενία, η Κροατία, η Μακεδονία, γιά να μήν πάμε ανατολικότερα.
Μερικά γεννήθηκαν και πέθαναν και πάλι κατά τη διάρκεια τής δικής μου ζωής, όπως η Γιουγκοσλαβία και η Τσεχοσλοβακία. Είναι πολύ συνηθισμένες οι περιπτώσεις των γηραιότερων κατοίκων μερικών κεντροευρωπαϊκών πόλεων, που απέκτησαν διαδοχικά ταυτότητες τριών διαφορετικών κρατών.
Ένας άνθρωπος τής δικής μου ηλικίας από το Lemberg ή από το Czernowitz έχει ζήσει σε τέσσερα διαφορετικά κράτη, γιά να μήν υπολογίσουμε και τις κατοχές κατά τις περιόδους των πολέμων. Ένας από το Mumnaks μπορεί κάλλιστα να έχει ζήσει σε πέντε, αν υπολογίσουμε και την εφήμερη αυτονομία τής Podkarpatska Rus το 1938. (Τής «Καρπάθιας Ρωσίας», περιοχής των ρουθήνων, σλαβικού λαού, η οποία ανήκε διαδοχικά στην Αυστροουγγαρία, στην Τσεχοσλοβακία, αυτόνομη το 1938, στη Σοβιετική Ένωση, και σήμερα στην Ουκρανία).
Σε πιό πολιτισμένες εποχές, όπως το 1919, εκείνος ή εκείνη είχε ίσως τη δυνατότητα να επιλέξει ποιά νέα υπηκοότητα ήθελε να πάρει, αλλά μετά το Βʼ παγκόσμιο πόλεμο συνήθως τον απελαύνανε διά τής βίας ή τον αφομοίωναν διά τής βίας στο νέο κράτος.
Πού ανήκει ένας κεντρο- ή ανατολικο- ευρωπαίος; Ποιός είναι; Το ερώτημα αυτό τέθηκε πραγματικά γιά πάρα πολλούς απ' αυτούς τους ανθρώπους, και εξακολουθεί να τίθεται και σήμερα. Σε μερικά κράτη είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου, και σχεδόν σε όλα επηρεάζει, και μερικές φορές καθορίζει, το νομικό τους status και τις δυνατότητες τής ζωής τους. Υπάρχει όμως και μιά άλλη, πιό συλλογική, αβεβαιότητα. Το μεγαλύτερο μέρος τής κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης ανήκει στο κομμάτι εκείνο τού κόσμου, γιά το οποίο οι διπλωμάτες και οι ειδικοί των Ηνωμένων Εθνών προσπάθησαν μετά το 1945 να επινοήσουν ευγενικούς ευφημισμούς, όπως «υποανάπτυκτο» ή «αναπτυσσόμενο», δηλαδή στο σχετικά ή απόλυτα φτωχό και καθυστερημένο.
|
Προπαγάνδα μισαλλοδοξίας
Πρόσφατα, φανατικοί ινδουιστές κατέστρεψαν ένα τζαμί στην Ayodhya, ισχυριζόμενοι, ότι αυτό το τζαμί το είχε κτίσει ο μογγόλος κατακτητής Μπαμπούρ πανω σε μιά ιδιαιτέρως ιερή γιά τους ινδουιστές τοποθεσία, όπου είχε γεννηθεί ο θεός Ράμα. Οι συνάδελφοι και φίλοι μου στα ινδικά πανεπιστήμια δημοσίευσαν μιά μελέτη, που αποδείκνυε, ότι:
α. Κανείς μέχρι το δέκατο ένατο αιώνα δέν είχε υποστηρίξει, ότι η Ayodhya είναι ο τόπος γέννησης τού Ράμα, και
β. ότι είναι σχεδόν σίγουρο, ότι το τζαμί δέν κτίστηκε την εποχή τού Μπαμπούρ.
Μακάρι να μπορούσα να πω, ότι αυτή η δημοσίευση άσκησε κάποια σημαντική επίδραση πάνω στην άνοδο τού ινδουιστικού κόμματος, που προκάλεσε αυτό το γεγονός, αλλα τουλάχιστον έκαναν το καθήκον τους ως ιστορικοί, απέναντι σε όσους μπορούν να διαβάζουν και είναι εκτεθειμένοι στην προπαγάνδα τής μισαλλοδοξίας σήμερα και στο μέλλον. Ας κανουμε λοιπόν και το δικό μας.
|
Η αξίωση των σέρβων
Λίγες είναι οι ιδεολογίες τού μίσους, που βασίζονται μόνο σε ψέματα ή σε παραμύθια, γιά τα οποία δέν υπαρχουν καθόλου στοιχεία. Έγινε πράγματι μιά μάχη στο Κοσσυφοπέδιο το 1389, κατά την οποία οι σέρβοι πολεμιστές και οι σύμμαχοί τους ηττήθηκαν από τους τούρκους, κι αυτή άφησε βαθιά σημάδια στη λαϊκή μνήμη των σέρβων, όσο κι αν αυτό δέν δικαιολογεί βέβαια την καταπίεση των αλβανών, οι οποίοι αποτελούν σήμερα το 90% τού πληθυσμού τής περιοχής, ή την αξίωση των σέρβων, ότι η γη αυτή είναι ουσιαστικά δική τους.
Δανία και ανατολική Αγγλία
Η Δανία δέν διεκδικεί τη μεγάλη περιοχή τής ανατολικής Αγγλίας, που κατείχε πριν από τον ενδέκατο αιώνα, και η οποία εξακολουθούσε και αργότερα να είναι γνωστή ως Danelow, και τής οποίας τα τοπωνύμια είναι ακόμα, από φιλολογικής άποψης, δανέζικα.
Η περίπτωση τής ΠΓΔΜ
Στις πλείστες των περιπτώσεων, η ιδεολογική κατάχρηση τής Ιστορίας βασίζεται μάλλον σε αναχρονισμούς, παρά σε ψέματα. Ο ελληνικός εθνικισμός αρνείται στη Δημοκρατία τής Μακεδονίας, ακόμα και το δικαίωμα στο όνομα, με το επιχείρημα, ότι ολόκληρη η Μακεδονία είναι στην ουσία ελληνική και αποτελεί τμήμα τού ελληνικού έθνους-κράτους, καθώς φαίνεται απ' τον καιρό, που ο βασιλιάς τής Μακεδονίας και πατέρας τού Μεγάλου Αλεξανδρου υπέταξε τις ελληνικές περιοχές τής Βαλκανικής.
Όπως και καθετί σχετικό με τη Μακεδονία, δέν πρόκειται γιά ένα καθαρά επιστημονικό ζήτημα, χρειάζεται όμως, να έχει πολύ θάρρος ένας έλληνας διανοούμενος γιά να πει, ότι, από ιστορικής άποψης, όλα αυτά είναι ανοησίες. Δέν υπήρχε ελληνικό έθνος-κράτος ή οποιαδήποτε άλλη ενιαία πολιτική οντότητα γιά τους έλληνες τον τέταρτο π.Χ. αιώνα, η μακεδονική αυτοκρατορία δέν θύμιζε σε τίποτα ένα ελληνικό, ή οποιοδήποτε άλλο, έθνος-κράτος, και, εν πάση περιπτώσει, είναι πολύ πιθανόν, ότι οι αρχαίοι έλληνες θεωρούσαν τους μακεδόνες κατακτητές τους, όπως αργότερα και τους ρωμαίους, βάρβαρους και όχι έλληνες αν και ήταν σίγουρα πολύ ευγενικοί ή πολύ προσεκτικοί γιά να τους το πουν.
Επιπλέον, ιστορικά η Μακεδονία αποτελεί ένα τέτοιο μείγμα εθνοτήτων -δέν είναι τυχαίο, που έδωσε το όνομά της στην αναμεικτη φρουτοσαλατα (macédoine)- που δέν είναι δυνατόν να σταθεί καμμιά προσπάθεια ταύτισής της με κάποια συγκεκριμένη εθνότητα. (Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: «Απόγονοι και «απόγονοι»).
Κροάτες κατασκευαστές
βιβλίου εθνικής Ιστορίας
Γιά να είμαστε δίκαιοι, οι ακρότητες τού μακεδονικού εθνικισμού τής διασποράς πρέπει να απορριφθούν γιά τον ίδιο ακριβώς λόγο, όπως και όλες εκείνες οι κροατικές εκδόσεις, οι οποίες θέλουν να παρουσιάσουν, ούτε λίγο ούτε πολύ, τον Zvonimir τον Μεγάλο ως πρόγονο τού προέδρου Τούντζμαν. Είναι όμως, πολύ δύσκολο να τα βάλει κανείς με τους κατασκευαστές ενός σχολικού βιβλίου εθνικής ιστορίας, αν και στο Πανεπιστήμιο τού Ζάγκρεμπ υπαρχουν ιστορικοί, τους οποίους είμαι περήφανος να συγκαταλέγω στους φίλους μου, που έχουν το θάρρος και το κάνουν.
Ιαπωνική εκδοχή
Αυτές οι προσπάθειες, και τόσες άλλες, να αντικατασταθεί η Ιστορία από το μύθο και την επινόηση δέν είναι απλώς κακόγουστα αστεία διανοουμένων. Γιατί τελικά μπορούν και καθορίζουν το τι γραφεται στα σχολικά βιβλία, όπως ήξεραν οι ιαπωνικές αρχές, όταν επέμεναν να χρησιμοποιήσουν γιά τους ιάπωνες μαθητές μιά αποστειρωμένη εκδοχή τού ιαπωνικού πολέμου στην Κίνα.
Μύθος και επινόηση
Μύθος και επινόηση έχουν πολύ μεγάλη σημασία γιά τις πολιτικές τής ταυτότητας, μέσω των οποίων ομάδες και άνθρωποι, ορίζοντας τους εαυτούς τους μέσα από την εθνικότητα, τη θρησκεία, από παλαιά ή τωρινά κρατικά σύνορα, προσπαθούν να βρουν μιά σιγουρια μέσα σʼ έναν αβέβαιο και κλυδωνιζόμενο κόσμο, λέγοντας: «Εμείς είμαστε διαφορετικοί και καλύτεροι από τους Άλλους».
Οφείλουν να απασχολούν και εμάς στα πανεπιστήμια, επειδή οι άνθρωποι, που διατυπώνουν αυτούς τους μύθους και τις επινοήσεις, είναι ανθρωποι μορφωμένοι: δάσκαλοι, λαϊκοί και κληρικοί, πανεπιστημιακοί (όχι πολλοί, ελπίζω), δημοσιογράφοι, τηλεοπτικοί και ραδιοφωνικοί παραγωγοί. Σήμερα, οι περισσότεροι απʼ αυτούς πρέπει να έχουν αποφοιτήσει από κάποιο πανεπιστήμιο. Μήν έχετε αυταπάτες ως προς αυτό.
Τί πραγματικά είναι Ιστορία
Η Ιστορία δέν είναι ούτε αρχέγονη μνήμη ούτε συλλογικές παραδόσεις. Είναι αυτό, που μαθαίνουν οι άνθρωποι από τους ιεροκήρυκες, τους δασκάλους, τους συγγραφείς των βιβλίων τής Ιστορίας, τους αρθρογράφους και τους τηλεοπτικούς σχολιαστές.
Έχει πολύ μεγαλη σημασία οι ιστορικοί να θυμόμαστε την ευθύνη μας, η οποία, πάνω απ όλα, είναι να στεκόμαστε πέρα από πάθη και πολιτικές ταυτότητας, ακόμα κι όταν μας αγγίζουν και εμάς. Στο κάτω κάτω, κι εμείς άνθρωποι είμαστε.
Η περίπτωση τού Ισραήλ
Το πόσο σοβαρή μπορεί να είναι αυτή η υπόθεση μπορεί να φανεί ίσως από ένα πρόσφατο άρθρο ενός ισραηλινού δημοσιογράφου, τού Άμος Ελόν, που μιλάει γιά το πώς η γενοκτονία των εβραίων από τον Χίτλερ μεταβλήθηκε σ' ένα μύθο νομιμοποιητικό τής ύπαρξης τού κρατους τού Ισραήλ. Ακόμα περισσότερο: στα χρόνια τής διακυβέρνησης από τη δεξιά κατέστη ένα είδος τελετουργικής πιστοποίησης τής ισραηλινής κρατικής ταυτότητας και ανωτερότητας, και κεντρικό στοιχείο τού επίσημου συστήματος εθνικών δοξασιών, μαζί με την ύπαρξη τού θεού.
Ο Ελόν, που παρακολουθεί τα ίχνη αυτής τής εξέλιξης τής έννοιας τού «Ολοκαυτώματος», υποστηρίζει, συμφωνώντας με τον υπουργό, ότι η Ιστορία θα πρέπει τώρα πιά να διαχωριστεί από εθνικούς μύθους, τελετουργίες, και πολιτικές.
Ως μή ισραηλινός, αν και εβραίος, δέν εκφράζω άποψη επ' αυτού. Ως ιστορικός, ωστόσο, με λύπη μου σημειώνω μιά παρατήρηση του Ελόν. Ότι οι βασικές συμβολές στην επιστημονική ιστοριογραφία γιά τη γενοκτονία, εβραίων και μή εβραίων, είτε δέν έχουν καθόλου μεταφραστεί στα εβραϊκά, όπως το μεγάλο έργο τού Hilberg, είτε μεταφράστηκαν με μεγάλη καθυστέρηση, και μερικές φορές μαζί με αποκηρύξεις των εκδοτών.
Για τη σοβαρή ιστοριογραφία η γενοκτονία δέν ήταν παρά μιά ανείπωτη τραγωδία. Πολύ απλά: βρισκόταν σε διάσταση με το νομιμοποιητικό μύθο. Αλλά το ίδιο παράδειγμα μας δίνει βάση να ελπίζουμε. Γιατί εδώ έχουμε μιά μυθολογική ή εθνικιστική ιστορία να υφίσταται κριτική εκ των ένδον. Σημειώνω, ότι η ιστορία τής ίδρυσης τού Ισραήλ έπαψε να γράφεται στο Ισραήλ σαν μιά ουσιαστικά σιωνιστική προπαγάνδα σαράντα περίπου χρόνια μετά τη γέννηση τού κράτους.
Επιπλέον, ακόμα κι όταν ο έλεγχος είναι εφαρμόσιμος, αν τα στοιχεία απουσιάζουν, είναι ανεπαρκή, αλληλοσυγκρουόμενα ή από δεύτερο χέρι, δέν μπορεί να απορριφθεί πειστικά ακόμα και η πλέον απίθανη πρόταση. Τα στοιχεία μπορούν να αποδείξουν οριστικά, ενάντια σ' όσους το αρνούνται, ότι η ναζιστική γενοκτονία των εβραίων έλαβε πράγματι χώρα, όμως, παρότι κανένας σοβαρός ιστορικός δέν αμφιβάλλει, ότι ο Χίτλερ θέλησε την «Τελική Λύση», δέν μπορεί να αποδείξει, ότι έδωσε μιά ειδική διαταγή γιά την εφαρμογή της. Δεδομένου τού τρόπου, που ενεργούσε ο Χίτλερ, δέν είναι πιθανή η ύπαρξη μιάς τέτοιας γραπτής διαταγής, και κανείς δέν την έχει βρει μέχρι σήμερα. Έτσι, μολονότι δέν είναι δύσκολο να καταρριφθούν οι θέσεις τού R. Faurisson (σ.σ ο γνωστότερος γάλλος αρνητής τού Ολοκαυτώματος), δέν μπορούμε να απορρίψουμε τη θέση, που υποστήριξε ο David Irving (σ.σ. άγγλος ιστορικός, αρνητής τού Ολοκαυτώματος επίσης, που διώχθηκε γιά τις απόψεις του) δίχως μιά επεξεργασμένη επιχειρηματολογία, όπως κάνουν οι περισσότεροι ειδικοί στο χώρο αυτό. |
Ιρλανδική ιστοριογραφία
Το ίδιο ισχύει και γιά την ιρλανδική Ιστορία. Μισό περίπου αιώνα αφότου η Ιρλανδία κατέκτησε την ανεξαρτησία της, οι ιρλανδοί ιστορικοί έπαψαν να γράφουν την ιστορία τού νησιού τους σαν μιά μυθολογία τού εθνικού απελευθερωτικού κινήματος. Η ιρλανδική ιστοριογραφία, τόσο στη Δημοκρατία τής Ιρλανδίας όσο και στο βορρά, περνά μιά λαμπρή περίοδο, επειδή ακριβώς κατόρθωσε να αποδεσμευτεί. Κι αυτό βέβαια είναι ένα ζήτημα, που εξακολουθεί να έχει πολιτικές επιπτώσεις και κινδύνους.
Η ιστορία, που γραφεται σήμερα, έρχεται σε ρήξη με μιά παλιά παραδοση, που ξεκινά από τους Fenians και φτάνει μέχρι τον IRA, ο οποίος μάχεται, στο όνομα των παλαιών μύθων, με όπλα και βόμβες. Το γεγονός όμως, ότι έχει ωριμάσει μιά νέα γενιά, η οποία μπορεί να σταθεί έξω από τα πάθη των μεγάλων τραυματικών και αποφασιστικών στιγμών τής ιστορίας των χωρών της, αυτό αποτελεί γιά τους ιστορικούς ελπιδοφόρο σημάδι.
Επίλογος
Δέν μπορούμε, ωστόσο, να περιμένουμε να περάσουν οι γενιές. Πρέπει να αντισταθούμε στην κατασκευή εθνικών, εθνοτικών και άλλων μύθων, την ώρα, που αυτοί διαμορφώνονται. Αυτό δέν θα μας κάνει δημοφιλείς.
Ο Τόμας Μάζαρυκ, ιδρυτής τής Δημοκρατίας τής Τσεχοσλοβακίας, δέν ήταν δημοφιλής τον καιρό, που μπήκε στην πολιτική ως ο άνθρωπος, που απέδειξε, με λύπη του, αλλά δίχως να διστάσει, ότι τα μεσαιωνικά χειρόγραφα, πάνω στα οποία βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό ο εθνικός τσεχικός μύθος ήταν πλαστά.
Σημείωση:
Το παραπάνω άρθρο αποτελείται από αποσπάσματα τής εναρκτήριας διάλεξης του Eric Hobsbawm γιά το ακαδημαϊκό έτος 1993-94 στο Κεντροευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο τής Βουδαπέστης, η οποία απευθυνόταν δηλαδή, σε φοιτητές, που ουσιαστικά προέρχονταν

Στη συνέχεια, δημοσιεύτηκε με τον τίτλο: «Η νέα απειλή γιά την Ιστορία» στο Νew Υork Reνiew of Βοοks, 16 Δεκ. 1992, σελ. 62-65, και, μεταφρασμένη σε αρκετές άλλες χώρες. Στα ελληνικά μπορείτε να την βρήτε στο βιβλίο: Γιά την Ιστορία (έκδ. «Θεμέλιο», Ιστορική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 1998).
Η εικονογράφηση τού άρθρου, ο τίτλος, ο υπότιτλος και οι εσωτερικοί υπότιτλοι έγιναν με μέριμνα τής «Ελεύθερης Έρευνας». Οι υπότιτλοι των φωτογραφιών είναι από άλλα κείμενα τού συγγραφέα.