Εξαφανίστηκε λοιπόν η μεσαία τάξη. Δεν υπάρχει πλέον. Μήπως όμως, δεν υπήρξε ποτέ; Μήπως ήταν ένα δημιούργημα των παχυλών αμοιβών και της πλαστής ευμάρειας στα προ της κρίσης χρόνια;
Αν υποθέσουμε όμως, πως κάποτε υπήρξε και πως κάποια ψήγματά της ακόμα υπάρχουν, τότε θα πρέπει να αναρωτηθούμε αν αυτή η σχεδόν εξαφανισμένη μεσαία τάξη είχε ταξική συνείδηση. Η προσωπική μου άποψη είναι πως η έννοια της ταξικής συνείδησης είναι κάτι πολύ περισσότερο πολύπλοκο απ’ ό,τι φανταζόμαστε, γιατί οι ανήκοντες σε μια κατώτερη τάξη πάντα οραματίζονται ν’ ανέβουν ένα παραπάνω σκαλί και μετά από χρόνο να αποπειραθούν ν’ ανέβουν και μερικά ακόμα μέχρι να φτάσουν στην κορυφή, μιας και αυτό είναι το ζητούμενο. Η τάξη που βρίσκεται στην κορυφή της πυραμίδας δεν είχε, δεν έχει και δεν πρόκειται να αποκτήσει καμία απολύτως διάθεση να «κατέβει» σκαλιά.
Συνεπώς, η ταξική συνείδηση ως έννοια εμπεριέχει την οξύτατη επιθυμία για διαρκή άνοδο και όχι κάθοδο. Η άνοδος όμως δεν είναι παντού και πάντοτε εφικτή για ευνόητους λόγους. Οι ανώτερες τάξεις δεν επιθυμούν να μεγαλώσουν, να διευρυνθούν και να πολλαπλασιάσουν τα μέλη τους. Αντίθετα, μέσα από κρατικούς και μη κρατικούς μηχανισμούς, που εκ παραδόσεως ελέγχουν, φροντίζουν να δυσκολέψουν, να αποθαρρύνουν αλλά και να εμποδίσουν δραστικά την αναρρίχηση μελών από κατώτερες τάξεις. Αυτό φυσικά, είναι κομμάτι της ανθρώπινης φύσης. Όπως εξάλλου είναι και η όποια απόπειρα αναρρίχησης στις ανώτερες τάξεις.
Έχουμε πάμπολλες ιστορικές και λίαν πρόσφατες καταγραφές με αναρριχήσεις πρώην επαναστατών, εργατοπατέρων, πολιτικών μη προερχομένων από ανάλογα τζάκια, ανθρώπων των ΜΜΕ αλλά και του θεάματος, να απεμπολούν τις «επαναστατικές» τους δημόσιες διακηρύξεις με περισσή ευκολία, προκειμένου να ενταχτούν στις απανταχού ελίτ.


Η ελληνική μεσαία τάξη ήξερε, πριν από την κρίση, πως όταν τα παιδιά της πάρουν το πτυχίο (όπως κι αν περνάει ο χρόνος στο πανεπιστήμιο), μια δουλειά θα την έβρισκαν (όποια δουλειά κι αν είναι αυτή...) σε περίπου είκοσι μήνες. Δεν είναι λίγο, αλλά δεν είναι και τόσο πολύ, αν σκεφτείς πόσο εύκολα η μεσαία τάξη δικαιολογούσε τα άχρηστα παραπανίσια χρόνια φοιτητικής ανεμελιάς. Σημαντική ήταν η διαφορά με το Απολυτήριον, που σου έβρισκε δουλειά μετά 34 μήνες. Σημαντικότερη ακόμη ήταν η ψαλίδα των εισοδημάτων, που μετά τα 40-45 άνοιγε υπέρμετρα στους γιατρούς, μηχανικούς, δικηγόρους, εμπόρους και μικρούς επιχειρηματίες. Οι υπόλοιποι βολεύονταν στο κράτος.
Μέχρις ότου ήρθε η κρίση: πάνω από τους μισούς μικρομεσαίους, το ανφάν γκατέ της ελληνικής ιδιαιτερότητας, έχασαν το έδαφος κάτω από τα πόδια τους. Σε αυτούς απευθύνεται ο ΣΥΡΙΖΑ και όχι στους φτωχότερους, ξεχασμένους, ανειδίκευτους, περιθωριακούς, ανέργους ή σποραδικά απασχολούμενους φουκαριάρηδες αυτής της πατρίδας (kathimerini.gr).
Ας κάνουμε όμως μια υπόθεση εργασίας, μιας και το θέμα μας είναι η μεσαία τάξη. Ας υποθέσουμε λοιπόν, πως υπάρχει ή τουλάχιστον υπήρξε κάποτε μεσαία τάξη απαρτιζόμενη από μέλη που είναι ευχαριστημένα με το να ανήκουν εκεί. Ποιες άραγε θα ήταν οι αντιδράσεις τους απέναντι στις καθομολογημένες δηλώσεις των τελευταίων κυβερνήσεων, πως τα οικονομικά μέτρα που λήφθηκαν στόχευαν στο να συρρικνώσουν τα εισοδήματά τους για να ωφεληθούν οι φτωχοί και οι πολύ φτωχοί;
Απαραίτητη προϋπόθεση σε αυτή την υπόθεση εργασίας είναι η ύπαρξη ταξικής συνείδησης. Έστω λοιπόν, ότι έχουμε μία μεσαία τάξη συνειδητοποιημένων πολιτών ,που δεν επιθυμούν να συμπεριφέρονται ως ραγιάδες.
Λογικό λοιπόν είναι, η μεσαία τάξη της υπόθεσής μας, να θεωρεί ως κλέφτες όλους όσους αποπειράθηκαν να μειώσουν το βιοτικό τους επίπεδο και να τους εντάξουν στη τάξη των νεόπτωχων, που απλά επιβιώνουν έχοντας χρήματα μόνο για σίτιση, όπως έγραψε και πρόσφατα μια γερμανική εφημερίδα.
Αναρωτιέται λοιπόν η μεσαία τάξη αν ο λόγος που φορολογείται είναι για να μαζεύει λεφτά η κάθε κυβέρνηση για να συντηρεί τον κομματικό της στρατό αποτελούμενο από αργόσχολους δημόσιους υπάλληλους και συνταξιούχους του Δημοσίου με ελάχιστο εργασιακό χρόνο, αλλά παχυλή σύνταξη και εφάπαξ. Φυσικά και δεν προβλέπεται τίποτα από αυτά στο Σύνταγμα.

Μια αυθεντική ─κι όχι κάλπικη μεσαία τάξη─ δεν θα είχε αντίρρηση να φορολογείται, για να υπάρχουν αξιοπρεπή σχολεία με καταρτισμένους διδάσκοντες. Αυτό όμως δεν υπάρχει και δεν διαφαίνεται να υπάρξει ποτέ.
Η αυθεντική μεσαία τάξη θεωρεί πως σωστά θα πρέπει να φορολογείται, για να υπάρχουν άρτια νοσοκομεία με υποδομές, καλούς γιατρούς και νοσηλευτικό προσωπικό. Δεν υπάρχουν όμως αυτά. Τα νοσοκομεία είναι διαλυμένα, ερειπωμένα, με υποδομές απαρχαιωμένες, πανάκριβα υλικά που σκόπιμα παλιώνουν σε αποθήκες, γιατρούς κακοπληρωμένους, νοσηλευτές λίγους, αναλώσιμα σπάνια και φάρμακα σε έλλειψη ή απλησίαστα.
Σαφώς και η μεσαία τάξη ενδιαφέρεται για την ασφάλεια. Πληρώνει φόρους για να έχει μια Aστυνομία αποτελεσματική κοντά στον πολίτη όλο το 24ωρο. Αυτό όμως δεν υπάρχει. Το μόνο που υπάρχει είναι μια Αστυνομία ελλιπής σε αριθμό, υποδομές και υλικά με ιδιαίτερη ροπή στο συνδικαλισμό και στα «κεκτημένα», αλλά προκλητικά απούσα από την καθημερινότητα του πολίτη.
Θα ήθελαν πάρα πολύ οι ανήκοντες στη μεσαία τάξη της υπόθεσης εργασίας μας να έχουν μια Δικαιοσύνη που να τους προστατεύει από τη διαφθορά, την κοινωνική αδικία, τους απατεώνες και τους ισχυρούς. Δεν την έχουν όμως. Αντ’ αυτού, έχουν μια Δικαιοσύνη που σέρνεται με αργούς ρυθμούς και που στις περισσότερες περιπτώσεις λειτουργεί υπέρ του απατεώνα και του ισχυρού, ενώ ποτέ δεν παραλείπει να συμπεριφέρεται στον εαυτό της μισθολογικά και αξιοκρατικά ως κάτι υπέρτατο, που καμία κρίση δεν μπορεί και δεν τολμά να αγγίξει.
Η αυθεντική μεσαία τάξη θα επιθυμούσε να συμβάλλει μέσω της φορολογίας της στο να έχει άρτιες συγκοινωνίες και μεταφορές. Δεν έχει όμως. Το λιγοστό αγενές στην πλειοψηφία του προσωπικό των ΜΜΜ μαζί με τα κακοσυντηρημένα μέσα αποτελούν ένα διεφθαρμένο κύκλωμα γεμάτο από τεμπέληδες υπαλλήλους, διεφθαρμένους μεσάζοντες και διαπλεκόμενους πολιτικούς.
Τα μέλη της μεσαίας τάξης πολύ θα ήθελαν να φορολογούνται, για να έχουν μια Δημόσια Διοίκηση, που να τους υπηρετεί. Δεν έχουν όμως. Αντιθέτως, έχουν μια Δημόσια Διοίκηση διεφθαρμένη, ανίκανη, αργοκίνητη, αδιάφορη, και άκρως εχθρική απέναντι στους φυσικούς εργοδότες της, τους φορολογούμενους πολίτες δηλαδή. Μια Δημόσια Διοίκηση, που υπάρχει για να υπηρετεί τον εαυτό της και, κυρίως, τις εκάστοτε κυβερνήσεις, που την ταΐζουν σε βάρος των πολιτών.

Οι πολίτες μιας αυθεντικής μεσαίας δεν θα είχαν κανένα πρόβλημα να φορολογούνται, για να έχουν δρόμους λιμάνια και αεροδρόμια προς όφελός τους. Δεν έχουν ούτε αυτά, γιατί οι δρόμοι, τα λιμάνια και τα αεροδρόμια που αξίζουν είναι κατασκευασμένα από ιδιώτες που διαπλέκονται με το Δημόσιο και που τα χρεώνουν στους πολίτες στο πολλαπλάσιο της αξίας τους, αφού έχουν ήδη κατακλέψει τους πολίτες μέσα από τις υπερτιμολογήσεις των έργων. Τα τέλη που πληρώνουν ατελείωτα οι φορολογούμενοι έχουν αποσβέσει εδώ και δεκαετίες τα έργα και πλέον ζεσταίνουν τις τσέπες των επιχειρηματιών είτε των κυβερνήσεων.
Οι πολίτες της μεσαίας τάξης, όπως και των άλλων τάξεων, φορολογούνται για να έχουν μια πολιτική, που να τους προστατεύει από κερδοσκόπους του εμπορίου και του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ώστε να καταναλώνουν αγαθά χωρίς να εξαπατώνται είτε από εμπόρους είτε από τραπεζικά συστήματα. Ούτε αυτό όμως υπάρχει. Αντιθέτως, οι πολίτες πληρώνουν τις τιμές που προκρίνουν οι πιο αισχροί μηχανισμοί και κυκλώματα του εμπορίου και των τραπεζών.
Όλα τα παραπάνω βέβαια συμβαίνουν εδώ και περίπου διακόσια χρόνια.
Τι λοιπόν πληρώνουν οι έντιμοι (υπόθεση εργασίας, ας μην το ξεχνάμε) πολίτες της μεσαίας τάξης; Πληρώνουν το κόστος των εξαγορασμένων ψήφων που υφαρπάζει το πελατειακό κράτος.
Πρέπει λοιπόν η μεσαία τάξη
να πάψει να πληρώνει;
Ναι, θα έλεγε ο οποιοσδήποτε λογικός άνθρωπος από τη στιγμή που δεν υπάρχει Υγεία, Παιδεία, Δικαιοσύνη, Ασφάλεια, Περίθαλψη, Εργασία, και Έργα υποδομών. Και ενώ είναι ορθό το άρθρο του Συντάγματος, που ξεκαθαρίζει πως «ο καθένας πρέπει να συνεισφέρει ανάλογα με τις δυνατότητές του», όπως προσφάτως ομολόγησε η κυβέρνηση, η μεσαία τάξη έχει υπερφορολογηθεί όχι μόνο για να ωφεληθούν οι κατώτερες τάξεις αλλά για να ευνοηθούν υπέρ του δέοντος τα λαμόγια με το μεγάλο πλούτο απροσδιορίστως αποκτημένο.

Σε απόφαση σχετικά με διαγωνισμό για την προμήθεια αδρανών υλικών στον Δήμο Περιστερίου, δημοσιευμένη στη «Διαύγεια», στην παράγραφο 9.3,
που αφορά στην τεχνική και την επαγγελματική ικανότητα του εργολάβου, υπάρχει μια... ασυνήθιστη αναφορά.
Συγκεκριμένα, ορίζεται ότι οι συμμετέχοντες αποδεικνύουν την τεχνική τους επάρκεια με μια σειρά από όρους,
μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η προσκόμιση καταλόγου «συμβάσεων τριών (3) τουλάχιστον παρόμοιων με την παρούσα σύμβαση προμηθειών...».
Στο σημείο αυτό, ωστόσο, το κείμενο της προκήρυξης διακόπτεται από μία παρένθεση, στην οποία αναγράφονται τα εξής: «Κώστα τις έχουν οι προμηθευτές που θέλουμε; αλλιώς προσάρμοσέ το» (topontiki.gr).>
Αν όμως εγκαταλείψουμε την υπόθεση εργασίας περί ύπαρξης της μεσαίας τάξης και μάλιστα με ταξική συνείδηση και αρκεστούμε στο να παρατηρήσουμε τον κοινωνικό ιστό της Ρωμιοσύνης, θα διαπιστώσουμε, πως ουδέποτε υπήρξε αυθεντική μεσαία τάξη πόσο μάλλον με ταξική συνείδηση.
Υπήρχε μία μάζα ανθρώπων μέσου εισοδήματος χωρίς καμία ταξική συνείδηση που καιροσκοπούσε, αλληλοθωπευόταν με διεφθαρμένους πολιτικούς και πουλούσε την ψήφο της στην εκάστοτε κυβέρνηση που την εξαγόραζε είτε με μια εγγυημένη οικονομική σταθερότητα είτε με την υπόσχεση βοήθειας για πιο εύκολη αναρρίχηση στα ανώτερα στρώματα.
Συμπέρασμα
Η καταστροφή και η λεηλασία της μεσαίας τάξης οφείλεται στην ίδια τη σαθρή φύση της. Δηλαδή, στην κατ’ επίφαση ύπαρξή της, στην έλλειψη ταξικής συνείδησης και φυσικά στα δομικά υλικά, από τα οποία παράχθηκε και που είναι η διαφθορά, η δίψα για νεοπλουτισμό και η διαπλοκή (εξαγορά ψήφων).
Η επίπλαστη λοιπόν μεσαία τάξη της Ρωμιοσύνης δεν έχει κανένα δικαίωμα να παραπονιέται, μιας και ουδέποτε είχε πραγματική υπόσταση.