Πού είναι τώρα οι Μακεδονομάχοι; διερωτώνται πικρόχολα σε αρκετά κοινωνικά ή μη μέσα διάφοροι σχολιαστές, συνήθως προσκείμενοι στην αξιωματική αντιπολίτευση. Γιατί δεν βγαίνουν στους δρόμους να διατρανώσουν τον πατριωτισμό τους και την αταλάντευτη υποστήριξη των εθνικών δικαίων, τώρα που αυτά απειλούνται από τον «Σουλτάνο Ερντογάν»;
Το ότι υπάρχει διαφορετική αντίδραση στις δύο περιπτώσεις, (ή μάλλον, στη μία περίπτωση υπήρξε αντίδραση ενώ στην άλλη όχι), είναι ορθό. Δεν είμαι όμως σίγουρος τι θέλουμε να πετύχουμε όταν το επισημαίνουμε. Όπως έλεγα πρόσφατα, δεν είναι πολύ καλή ιδέα να εγκαλούμε κάποιον για ασυνέπεια, όταν το ενδεχόμενο να φανεί συνεπής θα μας ήταν απεχθές.
Ακόμα περισσότερο, όμως, είναι λάθος ερμηνευτικά να αποδίδουμε αυτή τη διαφορά σε καθαρά εκλογικές υστεροβουλίες, δηλαδή να θεωρούμε ότι ο αρχικός θόρυβος γινόταν για να πληγεί ο ΣΥΡΙΖΑ ενώ η τωρινή σιωπή ακολουθείται για να μην θιγεί η ΝΔ. Οι άνθρωποι δεν καθορίζουν τη συμπεριφορά τους με βάση τέτοια κριτήρια, εκτός ίσως από έναν στενό κύκλο κομματόσκυλων.
Είναι γεγονός ότι όσοι βγήκαν στους δρόμους και κραύγαζαν ότι «δεν θέλουν να ξεπουληθεί η Μακ(εδ)ονία» κείνται στο δεξί άκρο του πολιτικού φάσματος. Η ένταξή τους όμως αυτή δεν ήταν η αιτία για την κινητοποίηση αυτή.
Εγώ, αντίθετα, θεωρώ ότι πρέπει να νοήσουμε ως ειλικρινείς και τις δύο συμπεριφορές.
Και αυτό ασχέτως του πώς αξιολογούμε πολιτικά την κάθε μία.
Προσωπικά έχω εκφράσει πολλές φορές με σαφήνεια ότι θεωρούσα άκυρη, εσφαλμένη και αντιδραστική, πολιτικά και αναλυτικά, τη γραμμή τού (αντι)μακεδονικού αγώνα. Όμως παρόλα αυτά, ή μάλλον, ακριβώς γι’ αυτό, στα ίδια αυτά κείμενα αναδείκνυα την πολύ έντονη και φορτισμένη συναισθηματική συμμετοχή που χαρακτήριζε όσους έπαιρναν μέρος στα συλλαλητήρια. Οι κινητοποιήσεις, είτε εμείς συμφωνούσαμε με το περιεχόμενό τους είτε όχι, ήταν μία ένδειξη ότι το θέμα αυτό «έκαιγε» τον κόσμο.
Με βάση την ίδια λογική, είμαστε υποχρεωμένοι –μια υποχρέωση όχι ιδιαίτερα δυσάρεστη, ομολογουμένως– να αναγνωρίσουμε ότι η παντελής απουσία ανάλογων συλλαλητηρίων για τις «ελληνοτουρκικές διαφορές» μαρτυρεί την παγερή αδιαφορία της ελληνικής κοινωνίας για τις διαφορές αυτές. Ιδίως εάν ως τέτοιες ορίσουμε τον καυγά για το ποια χώρα δικαιούται με βάση το διεθνές δίκαιο να διεξαγάγει σεισμικές έρευνες σε μια περιοχή ανάμεσα στην Αττάλεια και το Πορτ Σάιντ.
Μερικά κυβικά χιλιόμετρα νερού, ακόμη και αν υποτεθεί ότι αυτά κρύβουν κάποιο φοβερό υλικό πλούτο, είναι ένα αντικείμενο υπερβολικά αφηρημένο ώστε να κινητοποιήσει την εθνι(κιστι)κή φαντασία σε σύγκριση με τα «ιερά χώματα της Μακεδονίας» για τα οποία επί έναν και πλέον αιώνα η ελληνική κοινωνία παράγει και καταναλώνει άπληστα τραγούδια, μυθιστορήματα, αφηγήσεις δασκάλων, φιλολόγων και αρχαιολόγων και λοιπές μυθολογίες.
Ακόμα και ο κίνδυνος εισβολής των «λαθρομεταναστών» πριν από λίγους μήνες κινητοποίησε περισσότερο την ελληνική κοινωνία –φυσικά τα πιο ξενόφοβα/ συντηρητικά της τμήματα- απ’ ό,τι η ανάγκη υπεράσπισης ασαφών και άυλων νομικών κατασκευών πάνω σε όγκους νερών, τα οποία ούτε καν βρίσκονται στο γνωστό πέλαγος-φετίχ της ελληνικής νησιωτικής ποιητικοτραγουδιστικής –και γενικότερης– εθνικοφροσύνης, αλλά πολλές δεκάδες χιλιόμετρα μακριά του.
Πολύ καλά λοιπόν κάνουν οι μακεδονομάχοι, και όλοι οι υπόλοιποι, που δεν βγαίνουν να διαδηλώσουν για κάτι έρευνες στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό συμβαίνει επειδή θεωρούν ότι από τις έρευνες αυτές δεν έχουμε και πολλά πράγματα να χάσουμε ή να κερδίσουμε. Και αυτό είναι καλό να το λάβουν υπόψη τους, να αναπροσαρμόσουν τη στάση τους αναλόγως και ενδεχομένως να προσπαθήσουν να χτίσουν πάνω του κάποια πολιτική όσοι φαντάζονται ότι μπορούν να στήσουν ένα «μακεδονικό από την ανάποδη» για να ρίξουν τον Μητσοτάκη.
Θα έλεγα επίσης ότι το ίδιο ισχύει για όσους, ως κλασικοί αριστεροί εθνικιστές, ξιφουλκούν ενάντια στην «ήδη συνεννοημένη Νατοποίηση/ συνεκμετάλλευση του Αιγαίου». Αλλά, προκειμένου για ανθρώπους οι οποίοι υποτίθεται ότι έχουν ως στρατηγικό στόχο την κατάργηση της εκμετάλλευσης και ταυτόχρονα δεν βλέπουν κανένα πρόβλημα στο να καταγγείλουν από τα δεξιά το έθνος κράτος τους ότι δεν ασκεί επαρκή –και επαρκώς αποκλειστική– εκμετάλλευση, τέτοιες ελπίδες είναι μάταιες.
Το παραπάνω κείμενο δημοσιεύτηκε επίσης
στο blog του συγγραφέα Nomadic universality.