«Σήμερα μόνο οι ηλίθιοι κάνουν δικτατορίες με τανκς,
από τη στιγμή που υπάρχει η τηλεόραση».
Umberto Eco
Πριν από μερικές ημέρες σε έναν ιδιωτικό τηλεοπτικό σταθμό προβλήθηκε μία εκπομπή, στην οποία ο παραγωγός και ταυτόχρονα παρουσιαστής του βραδινού δελτίου ειδήσεων του σταθμού, πήρε συνέντευξη από έναν άνθρωπο που προσβλήθηκε από τον κορωνοϊό, νοσηλεύτηκε και ανάρρωσε. Πρόκειται για έναν τατουατζή, πρώην παίκτη σε reality-τηλεσκουπίδι, και πρώην συμπαρουσιαστή μιας lifestyle ταξιδιωτικής εκπομπής και μιας παρόμοιας εκπομπής με ακόμα πιο φτηνό και ακατάπαυστο χαβαλέ από την πρώτη. Πολλοί χρήστες των antisocial media, του έχουν δώσει τον τίτλο του τηλε-μαϊντανού.

Όπως θα δούμε αμέσως μετά, στην αρχή της εκπομπής ο παρουσιαστής κάλεσε τους τηλεθεατές να πάρουν «μαθήματα ζωής» από την εμπειρία του καλεσμένου του. Ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα του, θα καταθέσουμε εδώ μερικά από αυτά «μαθήματα ζωής», όπως τα κατανοήσαμε και τα ερμηνεύσαμε εμείς, μαζί με κάποιες ακόμα σκέψεις μας.
Όσο αφορά στους συμμετέχοντες σε αυτήν την συνέντευξη, εδώ θα μας απασχολήσουν τα στοιχεία που κατά τη γνώμη μας συνιστούν τον κοινωνικό τους ρόλο, καθώς και τα λεγόμενα τους στα οποία ανακλάται αυτό που πρεσβεύουν ιδεολογικά.
Πριν περάσουμε στο θέμα μας, θα δώσουμε ένα επιπλέον στοιχείο για τον καλεσμένο στην εκπομπή.
Ο καλεσμένος πρέπει να έχει αρχές
και ιδανικά και να μην τα ξεπουλά
Πριν από μερικά χρόνια, αφού τελείωσε η μετάδοση των επεισοδίων της πρώτης εκπομπής στην οποία συμμετείχε ο καλεσμένος, ο άλλος συμπαρουσιαστής της αποδέχτηκε πρόταση για να παρουσιάσει μία άλλη εκπομπή, από αυτές που αποκαλούνται μεταφορικά reality «ανθρωποφαγίας». Όταν ο καλεσμένος ρωτήθηκε τότε αν θα αποδεχόταν μία παρόμοια πρόταση, απαντώντας αρνητικά, τον «φωτογράφισε» με το γνωστό έμμεσο τρόπο που χρησιμοποιείται κατά κόρον τελευταία σε ανάλογες περιπτώσεις: «Δεν είμαι ο άνθρωπος που θα μπορούσε να παρουσιάσει ένα πρόγραμμα που έχει κουτσομπολιό, ίντριγκα, “ανθρωποφαγία”. Ταξίδεψα όλο τον κόσμο τέσσερα χρόνια, για να γυρίσω πίσω και να παρουσιάσω ανθρώπους να μαλώνουν μεταξύ τους για τα λεφτά κι ένα πιάτο φαΐ; Δεν μπορώ να το κάνω. Είναι δουλειά, αλλά τα ιδανικά και την τιμή μου δεν τα ξεπουλώ, όσα λεφτά και να μου δώσουν». Λίγους μήνες αργότερα, τα ιδανικά του και η τιμή του δεν τον απέτρεψαν να δεχτεί να συμμετάσχει σαν παίκτης σε ένα παρόμοιο reality, απ’ αυτά που έχουν «κουτσομπολιό, ίντριγκα, “ανθρωποφαγία”» και που «μαλώνουν για τα λεφτά και για ένα πιάτο φαΐ»…
Τα «μαθήματα ζωής»
Η εκπομπή αρχίζει με διάφορες εικόνες του καλεσμένου. Προβάλλονται χωρίς λόγια αλλά με υποβλητική μουσική υπόκρουση. Ακολουθεί ένα πολύ σύντομο βίντεο με μία δήλωση ενός γιατρού στο νοσοκομείο στο οποίο νοσηλεύτηκε. Ακολουθεί ένα άλλο βίντεο με σκηνές από ένα νοσοκομειακό να φτάνει σε ένα νοσοκομείο, και από το εσωτερικό του νοσοκομείου. Στα βίντεο η μουσική υπόκρουση παίζει δυνατά και χαμηλώνει μόνο για να ακουστεί η φωνή του γιατρού και η σειρήνα του νοσοκομειακού.
Κατόπιν παίρνει το λόγο ο δημοσιογράφος. Παρουσιάζει τον καλεσμένο του, αιτιολογεί την επιλογή του συγκεκριμένου ατόμου για τη πραγματοποίηση της συνέντευξης και παράλληλα μας δίνει και το σκοπό της εκπομπής: «Πέρασε μία μεγάλη περιπέτεια. Ένας από τους χιλιάδες Έλληνες που νόσησαν από κορωνοϊό. Νέος, γυμνασμένος και απόλυτα υγιής κατά τα άλλα. Παραλίγο να καταλήξει στην εντατική. Είναι εδώ για να μας διηγηθεί αυτή την εμπειρία του και τα μαθήματα ζωής που αυτή του έδωσε».
Με την εισαγωγή αυτή προλαβαίνει να απαντήσει στο ερώτημα που ίσως έχει γεννηθεί σε κάποιους τηλεθεατές από την αρχή κιόλας της εκπομπής («γιατί να καλέσει μία τηλεπερσόνα από το κάτω ράφι για να μιλήσει για τον κορωνοϊό;»). Στη συνέχεια θα δώσουμε κάποιες επιπλέον πιθανές απαντήσεις στο ερώτημα αυτό. Ταυτόχρονα γνωστοποίησε έναν από τους σκοπούς της εκπομπής: «Επειδή είναι αναγνωρίσιμος, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ζωντανό παράδειγμα ότι ο ιός μπορεί να χτυπήσει και μικρότερες ηλικίες».
Ας δούμε μερικά από τα αυτά τα μηνύματα − «μαθήματα ζωής», όπως τα αντιλήφθηκαν κάποιοι που έχουν περιορισμένες σχέσεις με την τηλεόραση και ακόμα λιγότερες με εκπομπές σαν κι αυτήν.
Θετικός στον κορωνοϊό = νοσηλεία σε νοσοκομείο
Tα πρώτο μήνυμα που θέλει να μας περάσει ο συνδυασμός λόγου, εικόνας και μουσικής της εισαγωγής είναι ότι αν κάποιος προσβληθεί από τον κορωνοϊό, είναι πιθανό να περάσει αυτά που πέρασε ο καλεσμένος, ή ακόμα χειρότερα, μπορεί να καταλήξει στην εντατική (με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται). Με άλλα λόγια, επιχειρείται η ταύτιση στο ασυνείδητο μας του κορωνοϊού με το χειρότερο από τα ενδεχόμενα. Αυτό θα επιτευχθεί αν ταυτιστούμε σε κάποιο βαθμό με τον καλεσμένο ή τουλάχιστον με την εμπειρία του. Η εισαγωγή και ένα μεγάλο μέρος της εκπομπής, απευθύνονται αποκλειστικά στο θυμικό του τηλεθεατή.
O Sylvain Timsit είχε γράψει σχετικά:
Η επίκληση στο συναίσθημα είναι μια κλασική τεχνική για να βραχυκυκλωθεί η ορθολογιστική ανάλυση, επομένως η κριτική αντίληψη των ατόμων.
Επιπλέον, η χρησιμοποίηση του φάσματος των αισθημάτων επιτρέπει να ανοίξετε τη θύρα του ασυνείδητου για να εμφυτεύσετε ιδέες, επιθυμίες, φόβους, παρορμήσεις ή συμπεριφορές.
Το μυαλό αμέσως κάνει το συνειρμό ότι οι χιλιάδες Έλληνες που νόσησαν, στους οποίους αναφέρθηκε ο παρουσιαστής, είχαν εξίσου δυσάρεστες εμπειρίες από τη νοσηλεία τους, ή ότι η «περιπέτεια» κάποιων από αυτούς ήταν ακόμα πιο δυσάρεστη, δηλαδή ήταν ό,τι χειρότερο μπορεί να συμβεί στη ζωή ενός ανθρώπου. Σε αυτήν τη φάση της εκπομπής αυτό δε λέγεται ευθέως. Αφήνεται να εννοηθεί με τον υπαινιγμό για την εντατική και τη φράση «καταλήξει στην εντατική» που χρησιμοποίησεο δημοσιογράφος όταν αναφέρθηκε σε αυτήν.
Θα μπορούσε να πει ότι ο καλεσμένος είναι ένας από τους λίγους ανθρώπους που νόσησαν και είχαν μία τόσο δυσάρεστη περιπέτεια. Δεν είπε, για παράδειγμα, «χιλιάδες Έλληνες, όμως, το έχουν περάσει χωρίς καθόλου συμπτώματα ή με πολύ πιο ελαφρά συμπτώματα από αυτά του καλεσμένου». Μία τέτοια ή παρόμοια διατύπωση θα ήταν πιο συγκεκριμένη και πιο κοντά στην πραγματικότητα από τη διατύπωση «ένας από τους χιλιάδες Έλληνες που νόσησαν από κορωνοϊό». Στην περίπτωση, όμως, που επιλεγόταν μία τέτοια προσέγγιση, θα υπονομεύονταν οι σκοποί της εκπομπής. Ο παρουσιαστής επιλέγει να κρατήσει εκείνη την απόσταση από τα γεγονότα η οποία εξυπηρετεί τους σκοπούς αυτούς.
Έτσι, με τον κατάλληλο χειρισμό λόγου, εικόνας και μουσικής, ο ανυποψίαστος τηλεθεατής οδηγείται στην οδό που τον κατευθύνει ο δημοσιογράφος. Όσο πιο γρήγορα ταυτιστεί ο δέκτης με αυτά που προβάλλονται και ακούγονται στην οθόνη, τόσο πιο γρήγορα θα γίνει η επιλογή κατεύθυνσης που ασυνείδητα θα κάνει. Όταν πάρει τον δρόμο που έμμεσα του έχει υποδειχθεί, θα έχει λησμονήσει ότι υπάρχουν και άλλες εναλλακτικές διαδρομές και θα εστιάσει την προσοχή του σε αυτήν που έχει ακολουθήσει. Το τέλος της διαδρομής, ο προορισμός, είναι το συμπέρασμα στο οποίο έχει οδηγηθεί. Πιστεύει ότι το έχει βγάλει μόνος του, ότι είναι δικό του. Όταν διαπιστώσει ότι στο ίδιο συμπέρασμα έχουν καταλήξει πολλοί ακόμα δέκτες, θα αισθανθεί ακόμα μεγαλύτερη ασφάλεια. Η ψευδαίσθηση της ιδιοκτησίας-κατοχής και του ότι ανήκει στην πλειοψηφία, τον κάνει να μένει ισχυρά προσκολλημένος στο συμπέρασμα.
Ο κορωνοϊός «χτυπάει» και τους «νέους,
γυμνασμένους και απόλυτα υγιείς κατά τα άλλα»
Το δεύτερο μήνυμα σχετίζεται με τα χαρακτηριστικά του καλεσμένου, όπως μας τα παρουσίασε ο δημοσιογράφος: «Νέος, γυμνασμένος και απόλυτα υγιής κατά τα άλλα». Ο ίδιος ο δημοσιογράφος μας έκανε σαφές το «μάθημα ζωής» που οφείλουμε να πάρουμε από αυτά: «ο ιός μπορεί να χτυπήσει και μικρότερες ηλικίες». Γι’ αυτό το λόγο, διευκρίνισε ότι επέλεξε κάποιον «αναγνωρίσιμο» για τη συνέντευξη.
Ας αρχίσουμε από το τελευταίο. Αν επέλεγε κάποιον «μη αναγνωρίσιμο» από το τηλεοπτικό κοινό, οι πιθανότητες ενεργοποίησης μηχανισμών ταύτισης με αυτόν θα ήταν πολύ μικρότερες. Αντιθέτως, είναι πιθανό στη περίπτωση αυτή να ενεργοποιούνταν μηχανισμοί διαφοροποίησης, λόγω του φόβου του αγνώστου, με απροσδιόριστα και απρόβλεπτα για την εκπομπή αποτελέσματα. Ο συγκεκριμένος καλεσμένος έχει γίνει γνωστός σε πολύ κόσμο μέσω της βιομηχανίας παραγωγής θεάματος, οπότε στην περίπτωση του δεν υπάρχει ο φόβος του αγνώστου στο μέσο καταναλωτή των προϊόντων της.
Το πόσο γυμνασμένος και κυρίως πόσο υγιής είναι ο καλεσμένος που επιλέχτηκε, είναι στοιχεία που δεν μπορούμε να ελέγξουμε. Δεν μας έκανε γνωστό σε ποια δεδομένα βασίζει αυτή του τη διαβεβαίωση. Δεν ξέρουμε π.χ. αν καπνίζει, ούτε γνωρίζουμε το ιατρικό του ιστορικό. Βασιζόμαστε στα λεγόμενα του παρουσιαστή, τα οποία, όμως, μπορεί να μην είναι ακριβή ή αληθή.
Νέος, γυμνασμένος αλλά ευάλωτος
Γιατί όμως τον ταλαιπώρησε τόσο ο κορωνοϊός; Την πρώτη φορά που μπήκε στο νοσοκομείο νοσηλεύτηκε πέντε μέρες. Ο καλεσμένος είπε ότι σταμάτησε τη νοσηλεία του με δική του ευθύνη. Έκανε το τεστ, βγήκε αρνητικό και ξαναμπήκε στο νοσοκομείο επειδή ένιωθε εξαντλημένος. Αυτή τη φορά νοσηλεύτηκε τρεις μέρες. Σε μία αποστροφή του λόγου του είπε: «είναι καθαρά προσωπικό μου θέμα γιατί με βρήκε ευάλωτο και με χτύπησε τόσο». Σαφώς και οι λόγοι είναι καθαρά προσωπικοί. Αν όμως η κατάσταση της υγείας του δεν ήταν αυτή που μας περιέγραψε ο δημοσιογράφος, τότε υπάρχει θέμα. Χωρίς να υπεισέλθει σε λεπτομέρειες, θα έπρεπε να αντικρούσει τη διαβεβαίωση του δημοσιογράφου ή τουλάχιστον αυτή να μην έβγαινε στον αέρα. Αυτό θα ήταν εύκολο, δεδομένου ότι η εκπομπή δεν ήταν ζωντανή. Τότε όμως θα ακυρωνόταν όλο το αφήγημα πάνω στο οποίο στήθηκε η εκπομπή.
Ακόμα και να διαγράψουμε την αποστροφή του λόγου του καλεσμένου, αρκεί η διαβεβαίωση του παρουσιαστή ότι είναι απόλυτα υγιής για να πιστέψει κάτι τέτοιο ο τηλεθεατής; Εδώ έρχεται να «κουμπώσει» η ιδιότητα του «αναγνωρίσιμου». Ο τηλεθεατής φέρνει στο μυαλό του εικόνες του στο reality και στις άλλες εκπομπές που έχει πάρει μέρος στο παρελθόν, να τρέχει, να παίζει και να αθλείται, και συνειρμικά συμπεραίνει ότι είναι υγιής. Δεν εξετάζει τα δεδομένα λογικά και κριτικά για να αμφισβητήσει τη διαβεβαίωση του παρουσιαστή. Δεν σκέφτεται αν αυτός ο φαινομενικά υγιής άνθρωπος που πέρασε μια τόσο δυσάρεστη ιατρική περιπέτεια, είναι η εξαίρεση ή ο κανόνας αυτών που έχουν νοσήσει. Είναι τόσο καταιγιστική η ροή εικόνων, πληροφοριών και μηνυμάτων που του δίνονται κατά τη διάρκεια της εκπομπής, που φέρνουν τον καλεσμένο σε απόσταση αναπνοής από τον τηλεθεατή και ουσιαστικά του παραμορφώνουν την εικόνα. Είναι σα να του κολλάνε στη μούρη το δέντρο που δεν τον αφήνει να δει το δάσος.
Προφανώς σε αυτό που περιγράφουμε υπάρχουν εξαιρέσεις. Σίγουρα θα υπάρχουν άνθρωποι που έχουν στο μυαλό τους μία εικόνα του δάσους ακόμα κι όταν τους κολλάνε στη μούρη το δέντρο. Με τα παραπάνω θέλουμε να κάνουμε σαφείς κάποιες μεθόδους και κάποιους σκοπούς της πλύσης εγκεφάλου, χωρίς να ισχυριζόμαστε βεβαίως ότι το αποτέλεσμα της είναι πάντα το ίδιο για όλους.
Το δέντρο και το δάσος
Ο καλός δημοσιογράφος μας είπε ότι ο καλεσμένος του «είναι ένα ζωντανό παράδειγμα ότι ο ιός μπορεί να χτυπήσει και μικρότερες ηλικίες» (η υπογράμμιση δική μας). Το μήνυμα φόβου που θέλει να μας μεταδώσει το μήνυμα ότι ο ιός μπορεί να γίνει άκρως απειλητικός για τη ζωή και των νέων ανθρώπων.
Αυτή του η διαπίστωση είναι το δέντρο ή το δάσος; Είναι η εξαίρεση ή ο κανόνας; Αν μαζί με τον συγκεκριμένο επέλεγε να καλέσει στην εκπομπή και δύο συνομήλικους του που το πέρασαν ο ένας χωρίς κανένα σύμπτωμα και ο άλλος με πολύ ελαφρύτερα συμπτώματα, θα αποδυναμωνόταν σημαντικά το μήνυμα φόβου που επιχειρείται να μεταδοθεί. Σε αυτήν την περίπτωση θα βλέπαμε τρία δέντρα αντί για ένα. Για να μπορεί όμως κάποιος να έχει οπτική επαφή με τρία δέντρα θα πρέπει να έχει κάποια απόσταση από αυτά. Αυτή η απόσταση του επιτρέπει να κάνει παρατηρήσεις και συγκρίσεις με μεγαλύτερη ευκολία από όταν έχει τη μούρη του κολλημένη σε ένα δέντρο. Γιατί εκπομπές σαν αυτήν και τα media γενικότερα δεν μας παρέχουν αυτήν την ευκολία;
Πόσα είναι τα δέντρα −σαν τον συγκεκριμένο καλεσμένο− μέσα στο δάσος; Με άλλα λόγια, πόσοι είναι οι νέοι άνθρωποι που έχουν νοσήσει από κορωνοϊό μέσα στον πληθυσμό; Σύμφωνα με μία πρόσφατη έρευνα του επιδημιολόγου και καθηγητή της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Stanford των ΗΠΑ Γιάννη Ιωαννίδη, σε χώρες με υψηλό φορτίο θανάτων, σε άτομα κάτω των 70 ετών το ποσοστό θνησιμότητας από θανάτους που καταγράφηκαν ως θάνατοι οφειλόμενοι στον κορωνοϊό, είναι 0,05%. Η εκτίμηση του για το αντίστοιχο ποσοστό σε παγκόσμιο επίπεδο είναι ότι κυμαίνεται μεταξύ του 0,03% και του 0,04%. Αν περιορίσουμε την ηλικιακή ομάδα των μη ηλικιωμένων σε ανθρώπους κάτω 60 ετών, το αντίστοιχο ποσοστό είναι ακόμα μικρότερο. (John P.A. Ioannidis: «The infection fatality rate of COVID-19 inferred from seroprevalence data», medrxiv.org).
Σημειώνουμε ότι κάποιοι από τους ανθρώπους που απεβίωσαν είχαν διάφορα υποκείμενα νοσήματα, οπότε το πραγματικό ποσοστό θα πρέπει να είναι ακόμα μικρότερο. Μελετώντας τις ετήσιες στατιστικές πάνω σε ασθένειες όπως η πνευμονία, βγάζουμε το συμπέρασμα ότι ένα ποσοστό των ανθρώπων αυτών θα απεβίωνε λόγω κάποιας από αυτές. Για παράδειγμα, σε πάρα πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, οι θάνατοι από γρίπη, πνευμονία και παρόμοιες νόσους, έχουν σχεδόν εκμηδενιστεί από την προηγούμενη άνοιξη.
Ας δούμε μερικά ακόμα «δέντρα», έστω και με το πρίσμα του ελληνικού κράτους. Με βάση τα στοιχεία του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας, ως τις 17 Δεκεμβρίου 2020 οι επιβεβαιωμένοι φορείς του ιού (κρούσματα) στην Ελλάδα ήταν 123.914. Στην ηλικιακή ομάδα 0-39, οι θάνατοι που αποδόθηκαν στον COVID-19 στο διάστημα αυτό ήταν 27, δηλαδή ποσοστό 0,02% επί των συνολικών κρουσμάτων και 0,69% επί των συνολικών θανάτων. Στην ηλικιακή ομάδα 0-64 ετών, τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 0,47% και 14,3%. Επαναλαμβάνουμε ότι στα ποσοστά αυτά συμπεριλαμβάνονται και θάνατοι ανθρώπων με σοβαρά υποκείμενα νοσήματα. («Ημερήσια έκθεση επιδημιολογικής επιτήρησης λοίμωξης από το νέο κορωνοϊό (COVID-19). Δεδομένα έως 17 Δεκεμβρίου 2020, ώρα 15:00, ΕΟΔΥ, eody.gov.gr).
Με αυτά τα στατιστικά στοιχεία επιχειρήσαμε να αποσαφηνίζουμε κάπως την ασαφή φράση «μπορεί να χτυπήσει και μικρότερες ηλικίες» του παρουσιαστή της εκπομπής. Κάποιοι θυμήθηκαν τη φράση του Ε.Α.Rauter στο βιβλίο «Η κατασκευή υπηκόων»:
Αν κάτι το ασαφές επαναλαμβάνεται αρκετά συχνά, οι περισσότεροι άνθρωποι το συνηθίζουν, σαν να ήταν κάτι το σαφές.
Όσο ασαφέστερα γράφει ή μιλάει κανείς, τόσο περισσότερο καιρό μένει κρυμμένο το ψέμα που υπάρχει στα λόγια του.
Γιατί ο δημοσιογράφος δεν μπήκε στον κόπο να κάνει έστω και μία σύντομη αναφορά σε αυτά; Ίσως επειδή αν παρουσίαζε (τουλάχιστον) αυτά τα στοιχεία, θα αποδυναμώνονταν ή θα αποδομούνταν κάποια από τα μηνύματα που ήθελε να μας περάσει και κάποια από τα μαθήματα ζωής που ήθελε να μας δώσει. Επομένως, ο παρουσιαστής επέλεξε να μας παρουσιάσει μία εξαίρεση στον κανόνα και μας ζητά να πάρουμε «μαθήματα ζωής» από αυτήν την εξαίρεση.
Ο καλεσμένος είπε ότι πολλοί από τους φίλους του είναι ασυμπτωματικοί ή το πέρασαν με δέκατα. Τα στοιχεία από τους δικούς μας γνωστούς είναι διαφορετικά. Η συντριπτική πλειοψηφία των τεστ που έχουν κάνει οι δικοί μας γνωστοί και φίλοι έχει βγει αρνητικό. Υπάρχουν και άνθρωποι που δεν έχουν κάνει κανένα τεστ και δεν έχουν κανένα σύμπτωμα εδώ και μήνες. Αυτοί δεν θεωρούνται ασυμπτωματικοί. Ασυμπτωματικοί είναι εκείνοι που έχουν βγει θετικοί σε κάποιο τεστ αλλά δεν παρουσιάζουν συμπτώματα της ασθένειας. Είναι λάθος να ονομάζουμε ασυμπτωματικούς κάποιους που δεν έχουν βγει θετικοί στον ιό.
Αδυνατούμε να πιστέψουμε ότι η πλειοψηφία των φίλων του έχουν βγει θετικοί. Αν στους ασυμπτωματικούς φίλους του συνυπολογίζει και όσους δεν έχουν βγει θετικοί, τότε το ερώτημα είναι αν θα χρησιμοποιούσε την ίδια ορολογία στην περίπτωση π.χ. της κοινής γρίπης ή του AIDS. Όπως και να’ χει, επιχειρείται να μας δοθεί η εικόνα μίας ομήγυρης νέων ανθρώπων που στην πλειοψηφία τους έχουν κολλήσει τον ιό. Το κλίμα φόβου εντείνεται ακόμα περισσότερο με τη δήλωση του ότι πρόσεχε αλλά κόλλησε.
«Την πατήσαμε;» (δις)
Ο δημοσιογράφος προσπαθεί εντέχνως να δημιουργήσει κλίμα φόβου (στον τηλεθεατή) και τον ρωτάει: «κάνεις το τεστ και βγαίνει θετικό. Τι ένιωσες εκείνη την ώρα; Λες ωπ, την πατήσαμε;». Έχει σημασία ο τρόπος που γίνεται η ερώτηση. Δεν τον ρωτά απλά τι ένιωσε. Δεν τον ρωτά: «κάνεις το τεστ και βγαίνει θετικό. Τι ένιωσες εκείνη την ώρα; Λες ΟΚ, θα το ξεπεράσω όπως οι περισσότεροι στην ηλικία μου;». Στο ασυνείδητο του ανυποψίαστου τηλεθεατή διαγράφεται η εξίσωση «θετικό τεστ = την πατήσαμε», παρά τα αντίθετα συμπεράσματα που εξάγονται από τα βιοστατιστικά δεδομένα. Η απεύθυνση στο θυμικό είναι σαφής. Ακόμα πιο σαφής είναι ο στόχος της.
Ο καλεσμένος απάντησε ότι φοβήθηκε κάποια στιγμή, όχι όμως εκείνη τη στιγμή. Η απάντηση που πήρε ο δημοσιογράφος δεν ήταν η αναμενόμενη. Γι’ αυτό, όταν του μιλά για τη δεύτερη εισαγωγή που έκανε στο νοσοκομείο, τον ρωτά το ίδιο για δεύτερη φορά: «πώς ένιωσες; Είπες ωχ, την πατήσαμε, τα πράγματα είναι σοβαρά;». Του απαντά ότι άγχος έχουν συνήθως οι μεγαλύτεροι σε ηλικία ασθενείς, ότι αυτός είχε άγχος για το αν θα βρει κρεβάτι στο νοσοκομείο και ότι γενικά υπάρχει άγχος, το οποίο μεταφέρεται από τους συγγενείς προς τον ασθενή. Παρότι είπε ότι στο κρατικό νοσοκομείο που νοσηλεύτηκε «γινότανε πόλεμος για ένα κρεβάτι» και ότι «υπήρχε ουρά για μία εξέταση», δεν δόθηκε περαιτέρω έκταση στο σημαντικό αυτό θέμα και στα αίτια του.
Πριν από το διάλογο που μόλις αναφέραμε προβλήθηκαν για δεύτερη φορά εικόνες από ασθενοφόρα, από ασθενείς σε φορεία, και από το εσωτερικό του νοσοκομείου, όπου επικρατεί η γνωστή απαράδεκτη κατάσταση. Οι εικόνες συνοδεύονταν από την ίδια υποβλητική μουσική υπόκρουση σε υψηλή ένταση. Ο συνδυασμός εικόνας και μουσικής προσδίδει δραματικότητα στο μεταδιδόμενο μήνυμα. Η δραματοποίηση συμπληρώνεται με τις εξαιρετικά μακροσκελείς και λεπτομερείς περιγραφές των συμπτωμάτων του και των δυσχερών συνθηκών της νοσηλείας του.
Πριν περάσουμε στο κυρίως θέμα,
κάνουμε ένα lifting στην εικόνα του καλεσμένου
Η συζήτηση συνεχίστηκε με αναφορές στα μηνύματα του κόσμου στα antisocial media. Σύμφωνα με τον καλεσμένο, κάποιοι έγραψαν ανακρίβειες, όπως ότι δεν νοσηλεύτηκε ή ότι πιστεύει ότι δεν υπάρχει κορωνοϊός. Τις απέδωσε στην κακία του κόσμου και έκανε εκτενή αναφορά στο τι πέρασε και κυρίως στο ότι δεν είναι «αρνητής», όπως χαρακτηριστικά είπε. Ο άνθρωπος που είχε την ιδέα της συγγραφής αυτού του κειμένου «χτένισε» τα antisocial media και διαπίστωσε πως η συντριπτική πλειοψηφία αυτών που έγραψαν αρνητικά σχόλια για τον συγκεκριμένο, του καταλογίζει άλλα πράγματα (συνεχόμενη κλάψα, ακατάληπτος προφορικός λόγος, αμάθεια, επιφανειακότητα, κλπ) από αυτά που αυτός επέλεξε να παρουσιάσει ως άσχημα σχόλια που έγιναν εις βάρος του.
Ο τρόπος που παρουσιάζεται η «θυματοποίηση» του, δηλαδή η παρουσίαση του ενός ως θύμα άδικης και αναληθούς κριτικής των πολλών, εξυπηρετεί τους σκοπούς της εκπομπής. Στο σημείο αυτό ο τηλε-μαϊντανός πρέπει να γίνει συμπαθής στο ακροατήριο, γιατί αμέσως μετά θα ξιφουλκήσει ενάντια στους κακούς «συνωμοσιολόγους». Είναι όπως στις ταινίες: όσο πιο καλός και συμπαθής γίνει ο ήρωας, τόσο περισσότερο ταυτίζεται ο θεατής με τον αγώνα του ενάντια στους κακούς.
«Λάθος στιγμή, λάθος εκπομπή», όλα λάθος
Πριν στρέψει τα βέλη του στους συνωμοσιολόγους, ο καλεσμένος κατέβαλλε φιλότιμες προσπάθειες να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους επέλεξε τη συγκεκριμένη εκπομπή ανάμεσα στις πολλές προτάσεις που ισχυρίστηκε ότι του είχαν γίνει.
Επειδή η ευφράδεια του συναγωνίζεται αυτή του γνωστού αντιπροέδρου του Εδεσσαϊκού, για να γίνει το απόσπασμα του λόγου του κατανοητό θα έπρεπε να υποστεί πολλές επεμβάσεις, πράγμα που αλλοίωνε το (όποιο) νόημα του. Το παραθέτουμε αυτούσιο, με μόνη προσθήκη αυτή της παρένθεσης:
Θα έρθω για ένα λόγο. Και θα καθίσουμε να τα πούμε μαζί, μαζί να μιλήσουμε. Γιατί παρακολούθησα όλη αυτή τη διαδικασία που είχε ξεκινήσει να γίνει με τους συνωμοσιολόγους, τους αρνητές του (κορωνοϊού), γιατί ήταν όντως μια λάθος στιγμή να βγει εκείνη η εκπομπή, γιατί ήταν όντως… στα ύψη πήγαινε να γίνει, θεωρούσα ότι… θυμάσαι τι σου είπα, σου είπα κάνατε λάθος που δεν την παίξατε. Τους κάνατε μάγκες. ΄
Εν τω μεταξύ, δεν μπορούσα να το πιστέψω, είμαι τόσο κατά τους, των… το όλο αυτό… που πριν αρρωστήσω, όχι τώρα, το οποίο λέω, δεν το πίστευα, έλεγα δεν είναι δυνατόν. Και επειδή κάναμε μία συζήτηση και σου είπα ρε Αντώνη, γιατί έγινε όλο αυτό; Τους κάνατε να φαίνονται ότι έχουν και δίκιο. Και μου λες, ρε Γιώργο ήταν μια πολύ κρίσιμη στιγμή, την οποία έτυχε… ήταν λάθος στιγμή, λάθος εκπομπή, λάθος τέτοιο και εντάξει, ΟΚ, αναγκαστικά πήραμε μία απόφαση. Και λέω εντάξει, ΟΚ, είμαστε εδώ να το συζητήσουμε. Κι έτσι είμαστε εδώ και το λέμε.
Κάνοντας μία παρένθεση, θέλουμε να πούμε ότι δεν βγάλαμε όλοι όσοι το ακούσαμε τα ίδια
συμπεράσματα για το τι ακριβώς θέλει να πει ο καλλιτέχνης. Η ομιλία με διακοπτόμενες προτάσεις που σπάνια φτάνουν μέχρι την τελεία είναι ένα φαινόμενο που χαρακτηρίζει τον λόγο ολοένα και περισσότερων ανθρώπων, κυρίως νέων, τα τελευταία χρόνια. Υποδηλώνει διαλείπουσες εγκεφαλικές λειτουργίες. Λόγω της ευρείας εξάπλωσης του φαινομένου, τα αίτια πρέπει να αποδοθούν σε κοινωνικά και όχι σε προσωπικά αίτια. Όταν αυτός ο τρόπος ομιλίας συνοδεύεται και από εκφορά λόγου, με αυθαίρετους κανόνες στη χρήση και τη συσχέτιση των λέξεων, η κατανόηση των λεγομένων δυσχεραίνεται ακόμα περισσότερο. Τότε ο ένας συνομιλητής πιθανολογεί το νόημα των λεγομένων του άλλου. Θα πιθανολογήσουμε λοιπόν ότι αυτό που τον έκανε να πάει στην εκπομπή ήταν η θέληση του να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον ιερό αγώνα κατά της συνωμοσιολογίας.
Tα καθεστωτικά media δίνουν βήμα
σε όλες τις απόψεις και αντιμετωπίζουν όλους με σεβασμό
Στο τέλος του αποσπάσματος που παραθέσαμε λίγο πιο πάνω, ο καλεσμένος επιχείρησε να δικαιολογήσει το «κόψιμο» της εκπομπής στην οποία ένας από τους καλεσμένους του ίδιου δημοσιογράφου ήταν ένας τραγουδιστής, ο οποίος λίγες μέρες πιο πριν είχε δημοσιοποιήσει ένα βίντεο με τα βασικά ευρήματα
μιας έρευνάς του πάνω στον κορωνοϊό, με στατιστικά και άλλα στοιχεία. Τα ευρήματα δεν συμφωνούν
με την άποψη που υποστηρίζεται από τους διαχειριστές της πολιτικής εξουσίας.
Στο trailer της εκπομπής που δεν προβλήθηκε ποτέ, εκτός του τραγουδιστή, εμφανίζονται και γιατροί, δύο εκ των οποίων αμφισβητούν την αποτελεσματικότητα των μέτρων που έχουν ληφθεί.
Στις 27 Οκτωβρίου 2020, δύο μέρες πριν από την προβολή της εκπομπής, ο παρουσιαστής της ανέβασε στον προσωπικό του λογαριασμό στο twitter το trailer, με το εξής σχόλιο: «Θεωρίες συνομωσίας, γιατροί αρνητές του ιού και της μάσκας, καλλιτέχνες που βλέπουν σατανικά σχέδια πίσω από την πανδημία, και ο Νίκος Σύψας που ξέρει να βάζει τα πράγματα στη θέση τους» (τους τόνους που έλειπαν από όλες τις λέξεις τους προσθέσαμε εμείς).
Ας τα δουν αυτά όσοι έχουν την ψευδαίσθηση ότι όσοι έχουν αντίθετη άποψη από αυτήν που προβάλλεται στα καθεστωτικά media, θα βρουν σε αυτά ελεύθερο βήμα για να προβάλλουν τις απόψεις τους, θα αντιμετωπιστούν με σεβασμό και θα τηρηθούν όλες οι αρχές δεοντολογίας και οι αρχές της ισοτιμίας στο διάλογο…
To αντίστοιχο σχόλιο για την εκπομπή που ήταν καλεσμένος ο τατουατζής ήταν: «μιλάει για πρώτη φορά για τη σκληρή μάχη που έδωσε με τον κορονοϊό. Πως βρέθηκε ένα βήμα πριν την εντατική, πως κόλλησε τον ιό, τι είδε κ έζησε μέσα στο νοσοκομείο. Τι μήνυμα στέλνει σε συνωμοσιολόγους και αρνητές».
Η απάντηση του τραγουδιστή στο σχόλιο του παρουσιαστή ήταν η εξής: «Τελικά μάλλον ο Σύψας, όσο μοντάζ κι αν κάνανε, δεν μπόρεσε να βάλει τα πράγματα στη θέση τους και η εκπομπή κόπηκε...».
Υπάρχουν κάποιες στιγμές
που κάποιοι παίρνουν κάποιες αποφάσεις…
Η φράσητου καλεσμένου «ήταν λάθος στιγμή, λάθος εκπομπή, λάθος τέτοιο» που χρησιμοποίησε ο καλεσμένος για να αποδώσει τα λεγόμενα του δημοσιογράφου για το «κόψιμο» της εκπομπής μάλλον έκανε τα πράγματα χειρότερα. Έτσι, ο παρουσιαστής της εκπομπής πήρε το λόγο αμέσως μετά και αιτιολόγησε το «κόψιμο» της επίμαχης εκπομπής ως εξής:
Υπάρχουν κάποιες στιγμές που κι εσύ, κι εγώ καλούμαστε να πάρουμε αποφάσεις. Κι όταν υπάρχουν κάποιοι πιο ειδικοί από εμάς, οι οποίοι σου λένε ότι υπάρχει περίπτωση σε έναν άνθρωπο, σε έναν, να κάνεις κακό.
Εκεί αφήνεις στην άκρη τις προσωπικές σου απόψεις και τον εγωισμό σου, αν θέλεις, και να ακολουθείς αυτό που σου λένε οι επιστήμονες.
Και κάτι τέτοιο έπραξα εγώ τότε. Σωστό; Λάθος; Δεν ξέρω, αλλά αυτό με συμβούλευσαν εκείνοι να κάνω κι αυτό έκανα.
Στην εκπομπή που δεν προβλήθηκε είχε καλέσει και επιστήμονες από το χώρο της ιατρικής. Ολοκληρώθηκαν τα γυρίσματά της και μετά συμβουλεύτηκε κάποιους άλλους επιστήμονες που του είπαν ότι υπήρχε περίπτωση κάποια από αυτά που είχαν ειπωθεί σε αυτήν να βλάψουν κάποιους ανθρώπους.
Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων θα συνομίλησε αρκετή ώρα με τους τρεις ανθρώπους που είχε καλέσει και θα σχημάτισε μία ιδέα για τις ιδέες τους και το τι πρεσβεύει ο καθένας. Δεν είχε την κριτική ικανότητα να καταλάβει, πριν βγάλει το trailer, αν αυτά που θα προβάλλονταν θα έκαναν κακό έστω και σε έναν άνθρωπο; Ας υποθέσουμε ότι δεν την είχε ή ότι δεν κατάφερε να το διαπιστώσει. Δεν είναι κακό. Κανένας δεν είναι τέλειος. Γιατί δεν συμβουλεύτηκε αυτούς τουςάλλους επιστήμονες πριν βγάλει το trailer;
Παρέλειψε να δημοσιοποιήσει τα ονόματα και τις ιδιότητες των επιστημόνων που επικαλείται ότι τον προέτρεψαν να μην παίξει την εκπομπή. Είμαστε πολύ περίεργοι αν θα μας πει κάποτε ποιοι είναι αυτοί οι «ειδικοί» τον συμβούλευσαν κάτι τέτοιο και –κυρίως– με ποια επιχειρήματα. Όσο δεν δημοσιοποιεί τα στοιχεία αυτά, δικαιούται ο καθένας να υποθέσει το ο,τιδήποτε για τους λόγους του «κοψίματος».
Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο, στο «κόψιμο» της εκπομπής δεν εμπλέκονται πουθενά ούτε οι προϊστάμενοι του στο κανάλι, ούτε και οι διαχειριστές της πολιτικής εξουσίας. Άλλωστε είναι γνωστό ότι οι δημοσιογράφοι (κυρίως αυτοί των ιδιωτικών media) είναι πλήρως ανεξάρτητοι και κάνουν τη δουλειά τους με απόλυτη ελευθερία και με μοναδικό γνώμονα και κριτήριο τον προσωπικό τους κώδικα δεοντολογίας. Τα αφεντικά τους δεν παρεμβαίνουν ποτέ στη δουλειά τους, δεν ορίζουν τα πλαίσια και τα όρια της και προσλαμβάνουν δημοσιογράφους με μοναδικά κριτήρια την ικανότητά τους να ενημερώνουν αμερόληπτα και την ηθική τους ακεραιότητα, και όχι τον υψηλό βαθμό υποταγής-οσφυοκαμψίας και αποδοχής-αφομοίωσης της κυρίαρχης ιδεολογίας. Όσοι πιστεύουν το αντίθετο μάλλον είναι κακόβουλοι ή παραπληροφορημένοι.
Το κεφάλαιο έχει στήσει μεγάλους «ενημερωτικούς» οργανισμούς (κανάλια, ραδιοφωνικούς σταθμούς, εφημερίδες, περιοδικά, ιστοσελίδες), στους οποίους έχει επενδύσει τεράστια ποσά, προκειμένου να υπηρετήσει την ελεύθερη και αδέσμευτη ενημέρωση. Βγάζει λεφτά από αυτό αλλά προσφέρει έργο στην κοινωνία. Όσοι μιλάνε για διαπλοκή κράτους-κεφαλαίου και ισχυρίζονται ότι οι οργανισμοί αυτοί είναι μέσα μαζικής προπαγάνδας με σκοπό την αποχαύνωση και τη χειραγώγηση των πληθυσμών και τη διαιώνιση του υπάρχοντος κοινωνικοοικονομικού συστήματος, είναι συνωμοσιολόγοι. Οι λίγοι δημοσιογράφοι που δεν έχουν ενταχθεί στο διαφανέστατο αυτό κύκλωμα, καθώς και όσοι απολύθηκαν ή αναγκάστηκαν να παραιτηθούν καταγγέλλοντας τη λειτουργία του, είναι εμπαθείς και παλιοχαρακτήρες.
Προσαρμόστε τις ζωές σας από δω και πέρα
Στη συνέχεια της κουβέντας, για τρίτη φορά ο συνεντευξιαστής κάνει αναφορά στην ηλικία και στην κατάσταση της υγείας του συνεντευξιαζόμενου, αφού συμβουλευτεί τις σημειώσεις του. Αυτό δεν γίνεται μόνο για να το εμπεδώσουμε, αφού σύμφωνα με κάποιους η επανάληψη είναι «μήτηρ πάσης μαθήσεως». Ο ίδιος, με κυνικό τρόπο, ομολογεί το σκοπό αυτής της επαναλαμβανόμενης αναφοράς: «ένας νέος, γυμνασμένος, υγιέστατος άνθρωπος, που αποδείχτηκε ότι δεν είναι άτρωτος. Αυτό ας το δουν όλοι κι ας προσαρμόσουν τη ζωή τους από δω και πέρα»...
Με ποια ιδιότητα και με ποιο δικαίωμα μας προαναγγέλλει-ορίζει ότι θα πρέπει να προσαρμόσουμε τη ζωή μας κάπου, καθορίζοντας μάλιστα τον χρονικό ορίζοντα αυτής της προσαρμογής; Δεν μας διευκρινίζει πού και το πώς θα πρέπει να προσαρμόσουμε τη ζωή μας. Αυτό όμως είναι κάτι που ο σύγχρονος ολοκληρωτισμός μας το έχει κάνει σαφές εδώ και χρόνια. Με την ασάφεια της διατύπωσης «από δω και πέρα» αφήνεται να εννοηθεί ότι η προσαρμογή αυτή δεν θα είναι προσωρινή.
Τελικά ποιοι αποφασίζουν για εμάς και για το μέλλον μας; Μήπως οι δημοσιογράφοι, οι πολιτικοί, οι τεχνοκράτες και οι υπόλοιποι υπηρέτες του κεφαλαίου, μας μεταφέρουν τις επιταγές των αφεντικών τους και μας προετοιμάζουν για να τις αποδεχτούμε αδιαμαρτύρητα ως αναγκαία κακά ή ως τη μόνη λύση για την επιβίωση μας;
Χιλιάδες τηλεθεατές
οδηγούνται καθημερινά στον τρόμο
Στη συνέχεια παίζει ένα ακόμα βίντεο. Είναι παρόμοιο με τα προηγούμενα, αλλά με ακόμα μεγαλύτερη δραματοποίηση και τρομοϋστερία στην περιγραφή. Σε αυτό το βίντεο το ύφος είναι πομπώδες και η υπερβολή έχει φτάσει στο έπακρο: «γιατροί-ήρωες, διασωληνώσεις σε απλές κλίνες, μεταφορά σε ιδιωτικά νοσοκομεία, θρήνος για νέους ανθρώπους που έφυγαν από τη ζωή μαζί με γιατρούς και νοσηλευτές της Θεσσαλονίκης, αγωνία για τα μωρά λίγων ημερών που πάλεψαν για τη ζωή τους. Στο κέντρο του υγειονομικού αυτού εφιάλτη η ελπίδα, μέσα από δεκάδες ιστορίες ελπίδας που συγκίνησαν το πανελλήνιο, χαλυβδώνοντας τη θέληση για ζωή».
Σε κάποιο σημείο το πράγμα παίρνει άλλες διαστάσεις. Οι λέξεις χρησιμοποιούνται με τέτοιο τρόπο ώστε να δημιουργήσουν μία εικονική πραγματικότητα και για να δώσουν την εντύπωση ότι η πραγματικότητα που περιγράφεται ήταν καθημερινή στη Θεσσαλονίκη: «...εκατοντάδες ασθενείς οδηγούνταν καθημερινά στα νοσοκομεία της πόλης, στους εξωτερικούς χώρους των οποίων στήνονταν ως και σκηνές προκειμένου να διενεργούνται τεστ ανίχνευσης του κορωνοϊού» (οι υπογραμμίσεις δικές μας).
Το χρονικό διάστημα στο οποίο αναφέρεται το βίντεο είναι περίπου από τα μέσα Οκτωβρίου μέχρι και το Νοέμβριο (διάστημα 45 ημερών). Στο διάστημα αυτό, ο αριθμός των κρουσμάτων στο νομό Θεσσαλονίκης έφτασε τα 21.000. Στο βίντεο η χρήση της λέξης «οδηγούνταν», σε συνδυασμό με τη λέξη «ασθενείς», παραπέμπει σε εισαγωγή για νοσηλεία. Είναι τουλάχιστον ανακριβές το ότι καθημερινά εκατοντάδες ασθενείς οδηγούνταν για νοσηλεία στα νοσοκομεία της πόλης. Το ελληνικό κράτος δε δίνει στοιχεία για το συνολικό αριθμό εισαγωγών και εξιτηρίων (βλ. πιο κάτω) για να γνωρίζουμε πόσες εισαγωγές έγιναν λόγω κορωνοϊού στο διάστημα αυτό. Αν πιστέψουμε τα λεγόμενα στο βίντεο και υποθέσουμε ότι σε αυτές τις 45 ημέρες καθημερινά εισέρχονταν για νοσηλεία έστω και λίγες εκατοντάδες ασθενών, ο αριθμός των εισαγωγών θα έφτανε ή θα ξεπερνούσε τον συνολικό αριθμό των κρουσμάτων!
Η αύξηση των επιβεβαιωμένων φορέων στην περιοχή εκείνη την εποχή –και γενικά η αύξηση τους σε πολλές περιοχές την ίδια εποχή –οφείλεται στην μεγάλη αύξηση του αριθμού των τεστ. Η αύξηση αυτή, όμως, δεν συνοδεύτηκε και από αντίστοιχη αύξηση στον αριθμό των θανάτων. Μιας που στην εκπομπή επιλέχτηκε ως παράδειγμα η περιοχή της Θεσσαλονίκης, να πούμε ότι από την αρχή της πανδημίας μέχρι τις 17 Δεκεμβρίου έχασαν τη ζωή τους 750 άνθρωποι που είχαν βρεθεί θετικοί στον κορωνοϊό. Το ποσοστό θνησιμότητας ήταν 2,8%. Από αυτούς κάποιοι ήταν από γειτονικές περιοχές. Καταγράφονται όμως ως νεκροί στη Θεσσαλονίκη, επειδή εκεί απεβίωσαν. Σημειώνουμε ότι από τις αρχές Νοεμβρίου σταμάτησαν να δημοσιεύονται οι αναφορές στον τόπο κατοικίας των θανόντωn… Επίσης, στο ποσοστό θνησιμότητας που αναφέραμε πιο πάνω περιλαμβάνονται και το ποσοστό των ασθενών με σοβαρά υποκείμενα νοσήματα. Το ποσοστό θνησιμότητας σε αυτά έχει σχεδόν εκμηδενιστεί από την αρχή της πανδημίας…
Ανοίγοντας μία παρένθεση, σημειώνουμε ότι σε αντίθεση με το σύνολο σχεδόν των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην Ελλάδα δεν δίνονται πλήρη και αναλυτικά στοιχεία για τον συνολικό αριθμό εισαγωγών και εξιτηρίων, τον αριθμό εισαγωγών και εξιτηρίων ανά ημέρα, εβδομάδα κ.λπ., τον αριθμό νοσηλευόμενων σε απλές κλίνες, σε ΜΑΘ (Μονάδες Αυξημένης Φροντίδας) και σε ΜΕΛ (Μονάδες Ειδικών Λοιμώξεων), τον αριθμό νοσηλευόμενων σε ΜΕΘ (αυτός δεν ταυτίζεται με τον ημερήσιο αριθμό διασωληνωμένων), τον αριθμό των ασθενών που εξήλθαν από τις ΜΕΘ, τον αριθμό των ασθενών που νοσηλεύονται κατ’ οίκον, τον αριθμό των ασθενών που νοσηλεύονται κατ’ οίκον και πλέον έχουν θεραπευτεί ή/και δεν είναι μεταδοτικοί, τον αριθμό των ενεργών κρουσμάτων και πόσα εξ αυτών βρίσκονται σε κατ’ οίκον νοσηλεία, την ηλικιακή κατανομή των νοσηλευόμενων σε ΜΕΘ, τη γεωγραφική κατανομή των διαγνωστικών ελέγχων και τον δείκτη θετικότητας ανά περιοχή, την καθημερινή εξέλιξη του δείκτη αναπαραγωγής R (σε πόσα άτομα μεταδίδει τον ιό κάθε φορέας) ανά περιοχή, και την πληρότητα των κλινών των νοσοκομείων (απλές κλίνες και ΜΕΘ) καθημερινά. Γιατί άραγε;
Είναι λογικό να στήνονται σκηνές και πρόχειρα παραπήγματα για να γίνουν τα τεστ. Η φράση «στήνονταν ως και σκηνές» που ακούγεται στο βίντεοεπιτείνει τη δραματοποίηση της περιγραφής. Ακούγοντας την αμέσως μετά από αυτή με τους «εκατοντάδες ασθενείς που οδηγούνταν καθημερινά στα νοσοκομεία της πόλης», και συνδυάζοντας τις δύο αυτές φράσεις με τις επαναλαμβανόμενες εικόνες με τα ασθενοφόρα που προβλήθηκαν πιο πριν,σχηματίζεται στο μυαλό μας η εικόνα μιας μαζικής προσέλευσης ανθρώπων στα νοσοκομεία: Από τη μία εκατοντάδες ασθενείς οδηγούνται στα νοσοκομεία με ασθενοφόρα (έτσι συνήθως «οδηγούνται» οι ασθενείς στο νοσοκομείο) και άλλοι τόσοι κάνουν ουρά για να κάνουν το τεστ.
Η αίσθηση του πανικού μεγαλώνει από τις περιγραφές της ψυχολογίας και των σκέψεων των γιατρών που κάνει ο καλεσμένος. Είναι πανομοιότυπες με αυτές των μαζικών μέσων προπαγάνδας. Και οι δύο εμπεριέχουν ως βασικό στοιχείο τους το φόβο: «οι γιατροί φεύγουν από τα νοσοκομεία με το φόβο να μη μεταφέρουνε κάτι», «βλέπεις τον ασθενή και σκέφτεσαι ότι αύριο... λες, αύριο θα είμαι εγώ εκεί...». Αν συνδυάσουμε όλα αυτά με τις αμέσως προηγούμενες αναφορές σε διασωληνώσεις, στους «θρήνους για τους νεκρούς», στην «αγωνία για τα μωρά που πάλεψαν για τη ζωή τους», στη «συγκίνηση για τις ιστορίες ελπίδας» και στον «υγειονομικό εφιάλτη», η ένταση της δραματοποίησης και του φόβου αγγίζει τα όρια της τρομοκράτησης. Αυτό είναι το σκηνικό που παίζει στα τηλεοπτικά κανάλια συνεχώς από τον προηγούμενο Μάρτιο.
Η χειραγώγηση της συλλογικής συνείδησης γίνεται εύκολη υπόθεση αν αυτές είναι φοβισμένες. Αν ο αναμενόμενος φόβος των ανθρώπων για μια σχετικά άγνωστη σε αυτούς ασθένεια διογκωθεί και φτάσει να γίνει τρόμος, τότε η λογική υποχωρεί. Οι τρομοκρατημένοι άνθρωποι παραδίδονται και ο έλεγχος και η χειραγώγηση τους γίνεται πια με τη θέληση και τη συνεργασία τους.
Τα κανάλια δεν μας τρομοκρατούν
Υπάρχουν και κάποιοι που πιστεύουν ότι τα κανάλια δεν τρομοκρατούν. Ένας από αυτούς είναι ο καλεσμένος στην εκπομπή. Με γλαφυρό τρόπο μεταφέρει το διάλογο που ισχυρίζεται πως είχε με ένα φίλο του σχετικά με το θέμα αυτό: «Μιλούσα με ένα φίλο μου και μου λέει, ρε συ George, δεν μας τρομοκρατούνε στα δελτία ειδήσεων; Και του λέω, όχι φίλε, όχι. Του λέω, ρε μάγκα δε σε τρομοκρατεί κανένας, του λέω. Τα μισά σου λένε. Το λέω κι ανατριχιάζω. Και ξέρεις γιατί σου λένε τα μισά; Απλά σου λένε τα μισά γιατί ξέρουν τα μισά, και βάζουν λίγο σάλτσα, γιατί αυτή είναι η δουλειά το να κάνεις τηλεόραση, το να το δείχνεις όσο πιο ρεαλιστικό γίνεται».
Το μήνυμα είναι σαφές αν και αρκετά αφελές: Κανένας δεν μας τρομοκρατεί. Μας λένε τα μισά, όχι από οίκτο, αλλά επειδή, σύμφωνα με τον καλεσμένο, ξέρουν τα μισά. Αυτός όμως ξέρει και τα άλλα μισά που δεν ξέρουν τα κανάλια… Βάζουν, μας λέει, και λίγη «σάλτσα», γιατί η δουλειά τους είναι «να το δείχνουν όσο πιο ρεαλιστικό γίνεται». Και «σάλτσα» και ρεαλισμός: Μία από τις πολλές αντιφάσεις στις οποίες έπεσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης. Τρικυμία εν κρανίω; Πλήρης σύγχυση; Δεν έχει σημασία. Το μήνυμα έφτασε στους παραλήπτες, αφού αυτός είναι ο τρόπος που αντιλαμβάνονται τα πράγματα αρκετοί άνθρωποι με λιγότερο ή περισσότερο «καμένο» τον εγκέφαλο τους από την αχρηστία, την κατάχρηση εικόνας, τις διαφόρων ειδών εξαρτήσεις και την επακόλουθη εισχώρηση στο υποσυνείδητο των μηνυμάτων της κυρίαρχης προπαγάνδας. Σε αυτούς, η παραπάνω αντίφαση και η έλλειψη λογικής συνάφειας στα λεγόμενα θα περάσουν απαρατήρητες.
Το μήνυμα της εξουσίας ότι τα μέσα μαζικής προπαγάνδας της δεν τρομοκρατούν παρουσιάζεται λιτό και απέριττο, χωρίς λογικά επιχειρήματα. Αν παρουσιαζόταν μέσω της οδού της λογικής, θα προέκυπταν διάφορα προβλήματα.
Πρώτον, πολλοί δέκτες θα δυσκολεύονταν να το αφομοιώσουν.
Δεύτερον, θα έπρεπε τα επιχειρήματα να αντιπαρατεθούν με αυτά της άλλης πλευράς, πράγμα που σημαίνει ότι ο δέκτης θα πληροφορείτο –έστω και έμμεσα– την ύπαρξη τους και ίσως θα έφτανε μέχρι και τη προσέγγιση τους.
Τρίτον, θα φαινόταν η ένδεια επιχειρημάτων και η συχνότατη προσφυγή στην αυθεντία, η χρήση εννοιών με ηθική διάσταση που εμποδίζουν το λογικό έλεγχο και γενικά ο επιφανειακός και ανορθολογικός χαρακτήρας του λόγου της κυριαρχίας.
Τέταρτον, σε αυτήν την περίπτωση αυτός που θα είχε το δύσκολο έργο της υπεράσπισης των media δεν θα ήταν κάποιος τρίτος, και ακόμα λιγότερο κάποιος που δυσκολεύεται να αρθρώσει λόγο. Η αποστολή θα έπρεπε να έπρεπε να εκτελεστεί από δημοσιογράφους, πράγμα που θα τους «ξεβράκωνε» και θα τους απαξίωνε ακόμη περισσότερο στα μάτια του κόσμου.
Εδώ την υπεράσπιση των καναλιών την αναλαμβάνει κάποιος τρίτος. Ο τρόπος που το κάνει δεν ακολουθεί καμία λογική οδό. Η υπόνοια αιτιολόγησης μπάζει από παντού. Όμως, αυτός ο τρίτος παρουσιάζεται ως κάποιος που έχει ζήσει την αρρώστια «από μέσα», επομένως «ξέρει». Επίσης, παρουσιάζεται ως ένας ουδέτερος συνομιλητής, οπότε κάποιος ανυποψίαστος τηλεθεατής που τον ακούει, μπορεί και να τον πιστέψει, σκεπτόμενος ότι δεν έχει λόγο να μας πει ψέματα. Μπορεί ο λόγος του να μην έχει επιχειρήματα, να είναι αποσπασματικός, αυθαίρετος και συγκεχυμένος. Από τη στιγμή όμως που απευθύνεται στο θυμικό συγκεκριμένων ομάδων-στόχων που δεν χρησιμοποιούν ιδιαίτερα τη λογική, για τη συγκεκριμένη χρήση έχει σαφώς περισσότερα πλεονεκτήματα από ένα δομημένο λόγο. Όσο περισσότερο, λοιπόν, αποβλακωθούν οι μάζες, τόσο δυσκολότερη θα είναι η προσέγγιση τους μέσω της λογικής για την αποδόμηση των ιδεολογημάτων που αυτές έχουν εσωτερικεύσει.
Στην περίπτωση που η «βρώμικη δουλειά» της υπεράσπισης γίνεται από έναν τρίτο, υποτιθέμενα ουδέτερο («έναν από εμάς»), οι όποιες αντιδράσεις συνήθως εστιάζουν περισσότερο σε αυτόν
και λιγότερο στο δημοσιογράφο ή στο κανάλι που τον φιλοξενούν. Επίσης, ένας τρίτος έχει μεγαλύτερη ευχέρεια να πει πράγματα που ένας δημοσιογράφος που θέλει να διατηρήσει
ένα δήθεν «αντικειμενικό» προφίλ θα δυσκολευόταν να πει (βλ. παρακάτω τις άμεσες προτροπές του καλεσμένου για καταστολή των διαφωνούντων). Επιπλέον, αυτός ο φαινομενικά ουδέτερος έχει μεγαλύτερη επαφή με την ομάδα-στόχο στην οποία απευθύνεται το μήνυμα που επιχειρείται να μεταδοθεί. Όταν η μετάδοση του μηνύματος γίνεται με αυτόν τον τρόπο και από έναν τέτοιο πομπό, θεωρητικά τα πιθανά οφέλη είναι περισσότερα από τις πιθανές ζημιές. Στην πράξη όμως ο καλεσμένος μπορεί να τα κάνει θάλασσα. Το κακό για τα media είναι ότι σε αυτήν την περίπτωση αυτό γίνεται αντιληπτό μετά τη μετάδοση της εκπομπής. Γι’ αυτό και υπάρχουν επιτελεία «ειδικών» που βλέπουν και ξαναβλέπουν τις εκπομπές, εντοπίζουν τα αδύνατα σημεία τους και φροντίζουν να τα βελτιώσουν με επιλογές των κατάλληλων καλεσμένων ανάλογα με το θέμα και την εκπομπή, με τη «βελτίωση» των ερωτήσεων και των σχολίων, και με ένα σωρό τεχνικές που χρησιμοποιούν ευρέως τα μέσα μαζικής προπαγάνδας που σέβονται τον τίτλο τους.
Ο ιός δεν μεταδίδεται με τον τουρισμό
Στην αρχή της συνέντευξης, είδαμε ότι ο καλός δημοσιογράφος είχε οριοθετήσει τους σκοπούς της. Κάποια στιγμή βγαίνει εκτός των ορίων που ο ίδιος είχε θέσει και ζητά από τον τατουατζή να του εξηγήσει γιατί το φθινόπωρο υπήρχε στη Θεσσαλονίκη μεγάλος αριθμός κρουσμάτων. Ως τι του ζητά να πει την άποψη του; Ως ντόπιος; Τότε γιατί δεν ρώτησε το ίδιο και σε άλλους ντόπιους, για να έχει ένα πιο αντιπροσωπευτικό δείγμα απαντήσεων; Επίσης, ζητά από έναν «μη ειδικό» να πει τη γνώμη του για κάτι που τα καθεστωτικά media μας έχουν πρήξει ότι πρέπει να μιλούν μόνο (συγκεκριμένοι) «ειδικοί».
Η ερώτηση είναι προσχηματική. Είναι μία ευκαιρία να ανταπαντήσει και αναπαράγοντας την κρατική προπαγάνδα, να ρίξει την ευθύνη στους νέους και στα πάρτυ τους, και να ισχυριστεί ότι σε γενικές γραμμές στην Ελλάδα το άνοιγμα των συνόρων δεν επηρέασε αρνητικά την πορεία της επιδημίας.
Δεν θα πει βέβαια ότι όσο αυξάνεται ο αριθμός των τεστ, αυξάνεται και ο αριθμός των επιβεβαιωμένων φορέων. Ο αριθμός των τεστ που διενεργήθηκαν το φθινόπωρο του 2020 ανά ημέρα ήταν πολύ μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο του καλοκαιριού ή της άνοιξης του 2020.
Από την απάντηση του καλεσμένου θα κρατήσουμε δύο πράγματα. Και στα δύο υπερασπίστηκε δύο βασικές πολιτικές των διαχειριστών της εξουσίας.
Το πρώτο είναι ότι απέδωσε εν μέρει την αύξηση στο άνοιγμα των συνόρων, δίνοντας τα παραδείγματα χωρών όπως η Ταϊλάνδη και το Βιετνάμ, που ακολούθησαν αντίθετη πολιτική και περιόρισαν σημαντικά τον ιό, παραδέχτηκε όμως ότι το άνοιγμα αυτό ήταν μία αναγκαία θυσία για την οικονομία.
Το δεύτερο είναι ότι υπερασπίστηκε την απόφαση των διαχειριστών της εξουσίας να χρηματοδοτήσει την Aegean. Κάποια στιγμή το ελληνικό κράτος παρέδωσε ένα μεγάλο μέρος των αερομεταφορών του (το 95% της κίνησης εσωτερικού και το 40% της κίνησης εξωτερικού) στο ιδιωτικό κεφάλαιο, σε μια ιδιωτική αεροπορική εταιρεία, και όταν μερικά χρόνια μετά ήρθαν τα δύσκολα γι’ αυτήν, την ενίσχυσε και με 120 εκατομμύρια ευρώ. Η κίνηση αυτή είναι ενδεικτική του βασικού ρόλου που έχει το κράτος ως υπηρέτης του υπερεθνικού κεφαλαίου. Είναι μία αγελάδα διαθέσιμη προς άρμεγμα από τους καπιταλιστές.
Την ίδια στιγμή που στηρίζει το ιδιωτικό κεφάλαιο, το ελληνικό κράτος εμπορευματοποιεί συνειδητά την υγεία, υποβαθμίζει και απαξιώνει συστηματικά τα κρατικά νοσοκομεία και γενικά τον τομέα της κρατικής υγείας, προς όφελος φυσικά του κεφαλαίου που λυμαίνεται τον τομέα αυτό. Ο «πόλεμος για ένα κρεβάτι» που διαπίστωσε ο καλεσμένος ότι γίνεται στα κρατικά νοσοκομεία την εποχή αυτή, έχει συγκεκριμένες και εύκολα ανιχνεύσιμες αιτίες, τις οποίες κανείς από τους δύο συνομιλητές δεν ανέφερε.
Ή με την εξουσία ή με τους συνωμοσιολόγους
Ύστερα από περίπου 40 λεπτά εκπομπής, επιτέλους η συζήτηση φτάνει στο σημείο που όλοι περιμέναμε: την περίφημη πια «συνωμοσιολογία». Αυτός ο όρος χρησιμοποιείται κατά κόρον τα τελευταία χρόνια από την εξουσία και τα φερέφωνα της, για συγκεκριμένους σκοπούς, που θα αναφέρουμε συνοπτικά αμέσως πιο κάτω.
Ακόμα μαζικότερη της χρήσης κάνουν τα κάθε είδους παπαγαλάκια, οι αποχαυνωμένοι μαζάνθρωποι. Αυτοί οι τελευταίοι, καθότι είναι επιρρεπείς στην απλούστευση και στο μανιχαϊσμό, έχουν καταπιεί αμάσητο το σανό αυτής της προπαγάνδας και αναπαράγουν χωρίς δισταγμό, σχεδόν μηχανικά, όλα τα ιδεολογήματα της, χωρίς να αναρωτηθούν ποτέ για τους σκοπούς και τα αποτελέσματα της. Ταυτιζόμενοι με την πλευρά της επίσημης – πλειοψηφικής άποψης, αισθάνονται ότι είναι μέρος του κοπαδιού και νιώθουν ασφάλεια μέσα στο μαντρί.
Η σφοδρή τους αντιπαράθεση με τους ανεγκέφαλους που αερολογούν, φλερτάροντας επικίνδυνα με το φασισμό, δεν έγκειται σε κάποια ιδεολογική ή άλλη διαφωνία που πηγάζει από μελέτη ή έρευνα των λεγομένων των ανεγκέφαλων. Αν αυτά που λένε οι φασίζοντες ανεγκέφαλοι τα έλεγε η πλευρά της εξουσίας, δεν θα είχαν το παραμικρό πρόβλημα να τα αποδεχτούν με ευκολία. Οφείλεται στο ότι μέσω της απόρριψης (των ανοησιών) των ανεγκέφαλων αισθάνονται ανώτεροι από αυτούς. Τους δίνεται η ψευδαίσθηση ότι η ύπαρξη τους έχει κάποια αξία, αφού είναι καλύτεροι από αυτούς τους «αντιφρονούντες»−«αποκλίνοντες». Γι’ αυτό το λόγο αποδέχονται και αναπαράγουν με τόση ευκολία την τελευταίας κοπής καραμέλα των «θεωριών συνωμοσιών» και των «συνωμοσιολόγων». Γι’ αυτό γελοιοποιούν με τόση ευκολία τους γραφικούς ανεγκέφαλους. Με αυτόν τον τρόπο νιώθουν ότι αυτο-επιβεβαιώνονται. Στην ουσία δεν απέχουν πολύ από αυτούς.
Όταν όμως η αντίθεση στην κυρίαρχη προπαγάνδα είναι δομημένη και δεν προέρχεται από κάποιους ανόητους γραφικούς, τότε η ασφάλεια των μαζανθρώπων κλονίζεται. Πριν ακόμα ακούσει ή διαβάσει τη διαφορετική άποψη που διαφωνεί με την κρατούσα, σπεύδουν να την απορρίψουν, ακολουθώντας το παράδειγμα της εξουσίας και κατατάσσοντας τη στην κατηγορία των «θεωριών συνωμοσίας». Η εξουσία γνωρίζει πολύ καλά ότι η ουσιαστική πολιτική εναντίωση στην ίδια και στα σχέδια της δεν αποτελεί κάποια «συνωμοσιολογία» και ότι οι σκεπτόμενοι άνθρωποι που δε συμφωνούν με την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων δεν έχουν καμία σχέση με τους λίγους γραφικούς ανεγκέφαλους. Χρησιμοποιεί όμως εντέχνως και σκοπίμως αυτούς τους όρους, βάζοντας όλους στο ίδιο τσουβάλι, αφενός για να σπιλώσει και να απαξιώσει την εμπεριστατωμένη εναντίωση σε αυτήν, και αφετέρου για να δώσει ένα στήριγμα στους μαζανθρώπους που αποζητούν την ψευδαίσθηση της ανύψωσης και της αυτο-επιβεβαίωσης μέσω της διαφοροποίησης τους από τους αιρετικούς.
Ο Κλεάνθης Γρίβας το λέει πιο σχηματικά: «Γνωρίζουμε καλά ότι μόνο η εξουσία είναι ικανή να οργανώνει πραγματικές συνωμοσίες και συνωμοσιολογία. Οι άλλοι, που δεν είναι ικανοί για οργάνωση πραγματικών συνωμοσιών, ταξινομούνται σε δύο κατηγορίες: Στην πρώτη εντάσσονται όσοι κάνουν επικίνδυνη τεκμηριωμένη κριτική στην εξουσία. Στη δεύτερη, όσοι της εναντιώνονται απλώς αερολογώντας. Αλλά και οι δύο “εξουδετερώνονται” με τον ίδιο χαρακτηρισμό: “συνωμοσιολόγοι”… Σαν να πρόκειται για την ίδια κατηγορία ανθρώπων» (zougla.gr).
Γι’ αυτό συχνά πυκνά τα φερέφωνα της εξουσίας χρησιμοποιούν τους αόριστους όρους «όλοι αυτοί» και «όλο αυτό» όταν αναφέρονται στους αερολογούντες και σε αυτό που κάνουν. Σκόπιμα αποφεύγουν να συγκεκριμενοποιούν ποιοι ανήκουν και ποιοι όχι σε αυτές τις κατηγορίες: Για να πάρει όλους τους διαφωνούντες η μπάλα. Παλιά βρώμικα κόλπα που δίδαξε ο Goebbels και που από τότε δεν έπαψαν να χρησιμοποιούνται…
Ας δούμε ποιο είναι το ερώτημα που θέτει ο δημοσιογράφος στον συνομιλητή του: «Θέλω να σε ρωτήσω αν εσύ από την αρχή πίστευες ότι αυτό το πράγμα είναι σοβαρό ή αν καταλάβαινες από ένα σημείο και μετά όλους αυτούς που λέγανε ποια μάσκα, δε θέλω μάσκα, με ενοχλεί η μάσκα, ποιος ιός, δεν υπάρχει ιός, και πάει λέγοντας;».
Το δίλημμα που θέτει φαντάζει λογικό και αθώο, αλλά δεν είναι. Στη μία πλευρά τοποθετεί την συνειδητοποίηση της σοβαρότητας της κατάστασης, χωρίς να διαβαθμίζει τη σοβαρότητα. Στην άλλη πλευρά τοποθετεί όσους υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχει ιός ή όσους βάζουν τον εγωισμό τους ή το καπρίτσιο τους πάνω από τη σοβαρότητα της κατάστασης. Υπονοείται ότι ο βαθμός σοβαρότητας της κατάστασης είναι αυτός που την παρουσιάζουν οι διαχειριστές της εξουσίας και οι καθεστωτικοί-συστημικοί επιστήμονες…
Στο δίλημμα αυτό δεν αφήνονται περιθώρια για τρίτη επιλογή. Όσοι διαφωνούν με τις κρατικές πολιτικές διαχείρισης της κρίσης, και υποστηρίζουν ότι υπάρχει μεν κίνδυνος αλλά υπάρχει και σημαντική ανισότητα στην κατανομή του κινδύνου, ότι η κατάσταση δεν είναι αυτή που μας περιγράφουν τα συστημικά μέσα, ότι τα λεγόμενα lock downs για διάφορους λόγους δεν λειτουργούν αποτρεπτικά της συνέχισης ή εξάπλωσης της πανδημίας, ότι οι χειρισμοί αντιμετώπισης της κατάστασης θα έπρεπε να είναι διαφορετικοί και στοχευμένοι στις πιο ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες, ότι η πανδημία χρησιμοποιείται ως πρόσχημα (εργαλειοποιείται, λένε κάποιοι) για την επιτάχυνση της μετάβασης στον πλήρη ολοκληρωτισμό, απλά δεν υπάρχουν για τα ιντερνετικά, ραδιοφωνικά, τηλεοπτικά και έντυπα καθεστωτικά και συστημικά μίντια. Η φωνή των επιστημόνων και γενικά των σκεπτόμενων ανθρώπων που εναντιώνονται σε όλη αυτή τη δυστοπική κατάσταση, αποσιωπάται ή εξομοιώνεται με τις κραυγές των ανεγκέφαλων γραφικών. Τη ίδια τύχη έχουν ακόμα και επιστήμονες που είναι μεν συστημικοί αλλά στο θέμα της πανδημίας δεν συντάσσονται με την κυρίαρχη άποψη και δεν συμφωνούν με τις φασιστικές μεθόδους που ακολουθούνται από την πολιτική εξουσία.
Η άγνοια της ύπαρξης αυτών των τελευταίων αντανακλάται στη χρήση της λέξης
«επιστήμονας» στον ενικό από τον καλεσμένο: «Τι πιο αληθινό μπορείς να ακούσεις από έναν επιστήμονα που σου λέει δεν την ξέρω τη λύση, ξέρω μόνο να σου πω πως μπορείς να προστατευτείς, και το ψάχνουμε»; Δεν υπάρχει ομοφωνία ανάμεσα στους επιστήμονες σχετικά με τους τρόπους προστασίας που προκρίνουν οι διαχειριστές της πολιτικής εξουσίας.
Κάποιοι «επιστήμονες» αναπαράγουν αυτά που λένε οι διαχειριστές της πολιτικής εξουσίας (καμιά φορά το παραδέχονται στις μεταξύ τους συνομιλίες, νομίζοντας ότι δεν τους ακούει κανείς), την ίδια στιγμή που κάποιοι άλλοι προτείνουν διαφορετικές λύσεις για την (μερική και στο μέτρο του δυνατού) προστασία των ατόμων και του κοινωνικού συνόλου. Κάποιοι «επιστήμονες» εδώ και χρόνια διεξάγουν επικίνδυνα πειράματα δημιουργίας υβριδικών-εργαστηριακών ιών και γενικά «όπλων βιολογικού πολέμου», χρηματοδοτούμενα πλουσιοπάροχα από τις μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες και από κρατικά κεφάλαια. (Βλ. «COVID-19: Το χρονικό μιας προαναγγελθείσης πανδημίας», theindependentresearchers.wordpress.com).
Τόσο αυτοί όσο και τα μέσα μαζικής προπαγάνδας της αστικής δημοκρατίας υποστηρίζουν
τα πειράματα αυτά στο όνομα της «ουδετερότητας της επιστήμης», της «προόδου» και του χρήματος που μπαίνει στις τσέπες τους. Απέναντι τους, κάποιοι λίγοι φώναζαν πριν από χρόνια, όταν ξεκίνησαν τα πειράματα αυτά, μάταια ότι όλα αυτά θα τα βρίσκαμε μπροστά μας στο άμεσο μέλλον και ότι οι συνέπειες τους θα ήταν ανυπολόγιστες, αντιμετωπίζοντας τη χλεύη του επιστημονικού κατεστημένου και την καταστολή από τις κρατικές αρχές.
Οι πρώτοι είναι αυτοί που σήμερα μας υποδεικνύουν να κάνουμε αυτά που μας λένε οι κυβερνήσεις. Μας λένε να εμβολιαστούμε και ότι τα εμβόλια δεν έχουν παρενέργειες. Μας λένε ότι όλο αυτό μπορεί να μας βγει σε καλό και να μας ξημερώσει ένα καλύτερο αύριο.
Οι δεύτεροι είναι αυτοί που −μερικώς ή ολικώς− θέτουν σε αμφισβήτηση το επιστημονικό κατεστημένο και το θεωρούν συνυπεύθυνο-συνένοχο για τις πανδημίες, την κλιματική αλλαγή και όλη τη δυστοπική κατάσταση που βιώνουμε σήμερα και ίσως βιώσουμε με ακόμα πιο ζοφερό τρόπο στο μέλλον. Η φωνή αυτών των τελευταίων ίσως δεν είναι γνωστή στους πολλούς, αφού τα media έχουν επιλέξει να προβάλλουν μόνο τους πρώτους.
Σε κάποια στιγμή ο παρουσιαστής της εκπομπής αναγγέλλει ότι θα γίνει ένα μικρό διάλειμμα και θα παίξει «ένα βίντεο που χαλαρώνει όλο αυτό, όλη αυτή τη θεωρία της συνωμοσιολογίας». Ακόμα όμως και στις στιγμές χαλάρωσης, δε λείπουν τα μηνύματα που απευθύνονται στο συλλογικό ασυνείδητο. Ο κωμικός που παίζει στο βίντεο, αναπαράγει τα τετριμμένα μοτίβα της χαμηλής ποιότητας σάτιρας (πλακίτσα του συρμού) και διακωμωδεί-γελοιοποιεί τους «συνωμοσιολόγους», χρησιμοποιώντας τα γνωστά αστειολογήματα και ατάκες που έχουν κατακλύσει τα antisocial media τα τελευταία χρόνια.
Στους διαλόγους που παρουσιάζονται, από τη μία μιλά ο σοβαρός, υπεύθυνος τύπος που ακολουθεί τη γραμμή της επίσημης προπαγάνδας, και από την άλλη κάποιος αστείος, ανεύθυνος τύπος που υποστηρίζει τα πιο ακραία και παράλογα πράγματα που μπορεί να ακούσει κανείς για τον κορωνοϊό. Το δίπολο είναι το ίδιο με αυτό που μας παρουσίασε η εκπομπή: H λογική και υπεύθυνη φωνή της εξουσίας απέναντι στις παράλογες και ανεύθυνες κραυγές των «συνωμοσιολόγων».
Ακόμα και αυτή η φαινομενικά ανώδυνη σάτιρα παίζει το παιχνίδι της εξουσίας. Από το δίπολο αυτό απουσιάζει η τρίτη άποψη που αμφισβητεί με επιχειρήματα το κυρίαρχο αφήγημα. Δεν σατιρίζονται οι εξόφθαλμες αντιφάσεις του κυρίαρχου λόγου και των μέτρων που μας καλούν να τηρήσουμε, ούτε οι διάφορες παλινωδίες και γελοιότητες των διαχειριστών της εξουσίας.
Τα διλήμματα συνήθως είναι τεχνητά, πλαστά και εκβιαστικά. Αποκρύπτουν ή αγνοούν τις εναλλακτικές οδούς που υπάρχουν εκτός αυτών που παρουσιάζονται ως οι μοναδικές προς επιλογή. Ας αναφέρουμε μερικά από αυτά, στα οποία φαίνεται ξεκάθαρα αυτά τους τα χαρακτηριστικά: «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα», «Καραμανλής ή τανκς», «ή με τις κουκούλες ή με τις γραβάτες», «ή είστε μαζί μας ή είστε με τους “τρομοκράτες”» (Bush, Erdogan, κ.ά.).
Δύο τελευταίες παρατηρήσεις, κλείνοντας το κεφάλαιο αυτό:
Ο δημιουργός της όποιας σάτιρας πρέπει να είναι ελεύθερος να επιλέγει το είδος, το ύφος και το περιεχόμενο της και γενικά να κάνει να κάνει αυτό που κάνει χωρίς περιορισμούς. Ακριβώς το ίδιο όμως ισχύει και για την κριτική που γίνεται στη σάτιρα, ειδικά αν χρησιμοποιείται ως δεκανίκι από την όποια εξουσία.
Η εξουσία, όσο την εξυπηρετείς, μπορεί να σε χαϊδεύει και να σου πετάει και κανένα κόκκαλο, όπως το αφεντικό στο σκύλο. Μόλις όμως σταματήσεις να της είσαι χρήσιμος, θα σε πετάξει σαν στυμμένη λεμονόκουπα.
Έχουμε εξαλείψει τις αρρώστιες
Μετά τη σάτιρα, παρουσιάζεται μία σύντομη συνέντευξη που έδωσε ο κωμικός στους συντελεστές της εκπομπής. Σε αυτήν ρωτήθηκε αν «όλα αυτά» θα τον απέτρεπαν να κάνει το εμβόλιο. Απαντά ότι θα το έκανε, «δεδομένου ότι η επιστήμη και η ανθρωπότητα έχει φτάσει εδώ που έχει φτάσει, με τα εμβόλια και με αρρώστιες που τις έχουμε εξαλείψει». Είναι όμως έτσι;
Μπορεί να έχουν εξαλειφθεί κάποιες αρρώστιες που θέριζαν ζωές στο παρελθόν, όπως π.χ. η βουβωνική πανώλη, όμως υπάρχουν πολλές αρρώστιες που δεν έχουν εξαλειφθεί καθόλου. Αναφέρουμε ενδεικτικά μερικές από αυτές:
• Καρκίνοι διαφόρων ειδών (πάνω από 10 εκατομμύρια νεκροί το χρόνο).
• Ισχαιμική καρδιοπάθεια (9 εκατομμύρια νεκροί το χρόνο).
• Στεφανιαία νόσος (10 εκατομμύρια νεκροί το χρόνο).
• Γρίπη και πνευμονία (3 εκατομμύρια νεκροί το χρόνο).
• Χρόνια αποφρακτική πνευμονική νόσος (πάνω από 3 εκατομμύρια θάνατοι το χρόνο).
• Φυματίωση (1,5 εκατομμύρια νεκροί το χρόνο).
• Ελονοσία (περίπου 1,5 εκατομμύρια νεκροί το χρόνο).
• Διάρροια (περίπου 1,5 εκατομμύρια νεκροί το χρόνο, κυρίως παιδιά).
• ΗΙV-AIDS (700.000 νεκροί το χρόνο).
• Alzheimer (πάνω από 2 εκατομμύρια νεκροί το χρόνο).
• Διαβήτης (πάνω από 1,5 εκατομμύρια νεκροί το χρόνο).
• Χολέρα (πάνω από 100.000 θάνατοι το χρόνο).
• Ασθένειες του ήπατος (πάνω από 1,2 εκατομμύρια νεκροί το χρόνο).
Μπορεί ο βολεμένος «δυτικός» άνθρωπος να θεωρεί ότι όλοι ζούνε όπως αυτός, όμως σε πάρα πολλές περιοχές του πλανήτη, όπως π.χ. στην Αφρική, στην Ασία, στη Ν. Αμερική, ακόμα και δίπλα στην πόρτα μας, τα πράγματα δεν είναι καθόλου έτσι. Την ίδια στιγμή που κάποιος νοσηλεύεται με όλες τις ανέσεις σε ένα ιδιωτικό νοσοκομείο με μεγάλες πιθανότητες να αναρρώσει από κάποια ασθένεια, κάποιοι περιμένουν στην ουρά για ένα κρεβάτι σε ένα απαξιωμένο νοσοκομείο, και κάποιοι άλλοι απλά πεθαίνουν γιατί δεν έχουν πρόσβαση στο εμπόρευμα που ονομάζεται υγεία. Την ίδια στιγμή που κάποιοι έχουν τα χρήματα για να αγοράσουν ένα φάρμακο και να καταστείλουν τα συμπτώματα μιας ασθένειας, κάποιοι άλλοι υποφέρουν ή πεθαίνουν από την ίδια ασθένεια, επειδή δεν έχουν τα λεφτά να πάρουν κάποιο φάρμακο ή επειδή εκεί που ζουν δεν έχει φτάσει το εμπόρευμα που ονομάζεται φάρμακο
Επίσης, ο «δυτικός» άνθρωπος συνήθως αντιλαμβάνεται την υγεία ως την απουσία κάποιας ασθένειας που προσβάλλει το σώμα του. Σύμφωνα με το καταστατικό του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, η υγεία είναι «η κατάσταση της πλήρους σωματικής, ψυχικής και κοινωνικής ευεξίας και όχι μόνο η απουσία ασθένειας ή αναπηρίας». Ας σκεφτούμε πόσοι άνθρωποι τηρούν τα κριτήρια του ορισμού αυτού στη σημερινή συγκυρία.
Με αφορμή τα μηνύματα που θέλει να μας περάσει η εκπομπή με το κωμικό-χαλαρωτικό βίντεο, θέλουμε να θέσουμε το ερώτημα πόσο μακριά βρίσκεται ο τρόπος σκέψης του κωμικού από αυτόν που επιχειρεί να γελοιοποιήσει με τη σάτιρα του.
Η (βιο)στατιστική είναι αρλούμπες. Το ίδιο και η ελευθερία του λόγου
Ύστερα από αρκετούς προλόγους, κάποια στιγμή η κουβέντα (συζήτηση δεν τη λες) φτάνει στο θέμα των «συνωμοσιολόγων». Ο καλεσμένος, ως ειδήμων στον θέμα αυτό, αποφαίνεται γελώντας ότι «είναι για γέλια και για κλάματα όλη η κατάσταση αυτή. Τους ακολουθεί από πίσω και ένας στρατός με κοινοποιήσεις και likes».
Επειδή με τα γέλια και με τα κλάματα δε γίνεται δουλειά με «όλους αυτούς», αμέσως μπαίνει στο θέμα και ξετυλίγει μία σκέψη για την αντιμετώπιση τους:
Θα έπρεπε να έχουν και μία νομικής φύσεως… το επακόλουθο ρε παιδί μου… αυτό που ακολουθεί… Θα ‘πρεπε, από τη στιγμή που το κάνουν όλο αυτό… εγώ δεν μπορώ να καταλάβω γιατί το περνάνε έτσι στο ντούκου. Πώς βαφτίζεται αυτό στη θεωρία της δημοκρατίας; Ότι μπορώ να λέω ό,τι θέλω, όπως θέλω, σε επιστημονικά πράγματα, και να παίρνω και μαζί μου κόσμο; Τον παίρνω στο λαιμό μου στην ουσία, εντάξει;
Ας υποθέσουμε ότι εγώ δεν πίστευα και ακολουθούσα έναν Χ τραγουδιστή-ηθοποιό, κάτι, ο οποίος μου έλεγε φίλε δεν είναι έτσι και ότι μπήκαν αυτοί για να μας κάνουνε… και δεν το πίστευα και κολλούσα εγώ και πάθαινε ζημιά όλη μου η οικογένεια.
Δηλαδή, εμένα αυτός ο άνθρωπος με έχει πάρει στο λαιμό του, γιατί άρχισε να παρουσιάζει στατιστικές, να παρουσιάζει πράγματα, αρλούμπες στην ουσία −εντάξει;− τα οποία εγώ μπορεί να τα πίστευα. Αυτός ο άνθρωπος δηλαδή, νομικά το περνάει έτσι; Δηλαδή μου αραδιάζει δέκα αρλούμπες και μου τις λέει, δηλαδή ότι εγώ κάνω αυτό στατιστικά. Το θεωρεί δημοκρατία ότι εγώ λέω το λόγο μου, αλλά κανείς δεν τον κυνηγάει.
Η λέξη που έψαχνε να βρει στην αρχή του αποσπάσματος αυτού είναι η καταστολή. Δεν προτείνει απλά τη λογοκρισία· προτείνει ξεδιάντροπα την τιμωρία όσων ανθρώπων η γνώμη δεν συμφωνεί με την επικρατούσα. Ουσιαστικά προτείνει την κατάργηση της ελευθερίας του λόγου και της ελεύθερης διακίνησης ιδεών. Το πρόσχημα στη σημερινή συνθήκη είναι η δημόσια υγεία. Σε κάποια άλλη συνθήκη θα μπορούσε να είναι η «εθνική ασφάλεια» ή ο,τιδήποτε άλλο, αν ακολουθήσουμε τη «λογική» που ακολουθεί ο καλεσμένος. Είναι αυτό που το κράτος και πολλοί ιδιωτικοί οργανισμοί που το υποκαθιστούν λένε «για την ασφάλεια σας» ή «για λόγους δικής σας προστασίας».
Θεωρεί ότι ένας άνθρωπος που δημοσιοποιεί τις απόψεις του πάνω σε κάποιο θέμα μπορεί «να πάρει στο λαιμό του» κάποιους άλλους που θα τις διαβάσουν, λες κι αυτοί δεν έχουν κρίση ή δεν έχουν την ευθύνη των πράξεων και των αποφάσεων τους. Η παρουσίαση των ευρημάτων μίας έρευνας σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως άλλοθι για καταστολή. Αντιθέτως, στις ελεύθερες κοινωνίες δυνητικά αποτελεί τροφή για σκέψη ή την αφετηρία ενός διαλόγου.
Δεν μας λέει καθαρά ποιοι κατά τη γνώμη του δικαιούνται να εκφέρουν άποψη σε επιστημονικά θέματα. Αν αυτοί είναι οι επιστήμονες, τότε θα πρέπει να οριστεί (από κάποια ανώτερη αρχή να φανταστούμε) σε ποιον τομέα θα έχει δικαίωμα του λόγου ο καθένας από αυτούς (και ίσως και τι θα επιτρέπεται να λέει, «για να μην παίρνει ανθρώπους στο λαιμό του»…). Τι θα γίνει όμως αν κάποιοι επιστήμονες διαφωνήσουν με κάποιους άλλους και παρουσιάσουν δημόσια, για παράδειγμα, τα στοιχεία που αυτός θεωρεί αρλούμπες; «Νομικά θα το περάσουν έτσι»; Τα ερωτήματα αυτά απαντώνται είτε με την καταστολή της διαφορετικότητας και την επιβολή ενός μοντέρνου ολοκληρωτισμού με δημοκρατικό προσωπείο, είτε στα πλαίσια μιας οριζόντιας κοινωνικής δομής με πραγματικό σεβασμό στην ελευθερία του λόγου.
Δεν είναι όμως ο πρώτος που ζητά κάτι τέτοιο. Η αφορμή ήταν η δημοσίευση, μέσω ενός βίντεο, στα τέλη Οκτωβρίου μιας έρευνας που έκανε ένας τραγουδιστής, στην οποία αναφερθήκαμε πιο πριν. Σε αυτήν αμφισβητεί το κυρίαρχο αφήγημα για την πανδημία. Στο βίντεο –μεταξύ άλλων– παρουσιάζει συγκριτικές μελέτες αριθμών και στοιχεία βιοστατιστικής για να υποστηρίξει την άποψη του. Από την αρχή έκανε σαφές ότι δεν ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει κορωνοϊός. Αμφισβητεί τις διαστάσεις που οι ιθύνοντες ισχυρίζονται ότι έχει η πανδημία. Επίσης, πιστεύει ότι οι κυβερνώντες χρησιμοποιούν την κατάσταση ως πρόσχημα για να μετασχηματίσουν τις κοινωνίες και να επιβάλλουν ολοκληρωτικά καθεστώτα.
Μερικές μέρες μετά τη δημοσίευση του, εμφανίστηκαν διάφοροι τυχάρπαστοι στα antisocial media και σε διάφορα blogs και sites και ζητούσαν ευθέως την παρέμβαση του εισαγγελέα, την καταστολή του ανθρώπου που δημοσιοποίησε την έρευνα και το «κατέβασμα» του βίντεο. Παράλληλα εμφανίστηκαν διάφορα δημοσιεύματα με τίτλους όπως «εισαγγελική έρευνα για τα fake news στο βίντεο», «παρέμβαση εισαγγελέα για το βίντεο». Διαβάζοντας τους τίτλους αυτούς κάποιος έβγαζε το συμπέρασμα ότι είχε ήδη παρέμβει εισαγγελέας για το δημοσίευμα. Τα ίδια τα άρθρα μιλούσαν σε μέλλοντα χρόνο για επέμβαση της Εισαγγελίας, προαναγγέλλοντας τη: «ο εισαγγελέας θα διενεργήσει έρευνα». Σε κάποια η βεβαιότητα είχε γίνει πιθανολογία: «Από “κόσκινο” φαίνεται πως θα περάσει η Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών δημοσιεύματα εφημερίδων και βίντεο στο διαδίκτυο». Σε κάποια άλλα η παρέμβαση του εισαγγελέα ήταν ένα γεγονός που είχε ήδη γίνει: «η προϊσταμένη έδωσε εντολή για τη διενέργεια προκαταρκτικής έρευνας». Τα ίδια έλεγαν οι δημοσιογράφοι που έκαναν ρεπορτάζ για το θέμα σε κάποια τηλεοπτικά κανάλια και ραδιοφωνικούς σταθμούς. Σε κανένα από αυτά τα δημοσιεύματα ή ρεπορτάζ δεν αναφέρεται η πηγή της «είδησης» της εισαγγελικής παρέμβασης. Αυτό πέρασε απαρατήρητο από όσους κόπτονται για την περίφημη δημοσιογραφική δεοντολογία. Κανένας από όσους εμφανίζονται ως θιασώτες της υπεύθυνης δημοσιογραφίας δεν ερεύνησε αν έγινε όντως εισαγγελική παρέμβαση ή αν τα παραπάνω δημοσιεύματα ήταν fake news.
O άνθρωπος που παρουσίασε την έρευνα δήλωσε σχετικά με αυτά τα δημοσιεύματα: «Κάθε φορά που η κοινή γνώμη εξεγείρεται ενάντια σε πράγματα, βγαίνουν δημοσιεύματα ότι ο Εισαγγελέας θα κινηθεί τάχα μου ενάντια σε όσους λένε. Αυτά είναι πράγματα ανήκουστα, ούτε στη δικτατορία δεν συμβαίνουν αυτά και δεν θα συμβούν και τώρα· είμαι σίγουρος».
Μερικές εβδομάδες μετά τη δημοσίευση του, το βίντεο «κατέβηκε» από το facebook και λίγο αργότερα από το youtube. Γύρω στα μέσα Δεκεμβρίου, όταν έγιναν τα γυρίσματα της εκπομπής στην οποία αναφερόμαστε στο άρθρο μας, δεν είχε γίνει κάποια εισαγγελική παρέμβαση, αφού ο καλεσμένος απορούσε γιατί δεν είχαν κινηθεί οι μηχανισμοί καταστολής. Μέχρι σήμερα, περίπου 2,5 μήνες μετά τη δημοσίευση του βίντεο, δεν έχει πέσει στην αντίληψη μας κάποια είδηση για τη διενέργεια κάποιας σχετικής εισαγγελικής έρευνας…
Δεν είναι το άρθρο αυτό ο κατάλληλος χώρος για αναλύσουμε τη συμφωνία ή διαφωνία μας με κάποια ή όλα τα συμπεράσματα που παρουσιάζονται στο εν λόγω βίντεο. Διαφωνούμε με το ιδεολογικό πλαίσιο του συγκεκριμένου ανθρώπου, καθώς και με αυτό των περισσότερων ιστοσελίδων που το αναδημοσίευσαν. Οφείλουμε να πούμε όμως πως είμαστε κάθετα αντίθετοι με οποιουδήποτε είδους λογοκρισία, φίμωση και περιστολή ή καταστολή της ελευθερίας της έκφρασης. Όσοι έμμεσα ή άμεσα τις προτάσσουν, τις προωθούν ή συναινούν στην προώθηση τους, είναι φασίστες και ως τέτοιοι θα πρέπει να αντιμετωπίζονται.
Ο φασισμός δεν είναι μόνο σβάστικες και μαίανδροι. Μπορεί να χωρέσει μια χαρά στα κοστούμια και στις γραβάτες, αλλά και στην εναλλακτικούρα. Τότε μπορεί να είναι πιο ύπουλος και επικίνδυνος από τον άλλον.
Στη συγκεκριμένη εκπομπή δόθηκε βήμα σε έναν άνθρωπο να χαρακτηρίσει δύο φορές αρλούμπες το περιεχόμενο μίας μελέτης, χωρίς καν να αιτιολογήσει το χαρακτηρισμό του, και χωρίς καν να τον στηρίξει με το κάποιο επιχείρημα. Με αφοριστικό τρόπο απέρριψε τη μελέτη, χαρακτηρίζοντας την απαξιωτικά «στατιστικές». Το έμμεσο πλην σαφές μήνυμα που μεταδίδεται σε κάποιες ομάδες-στόχους είναι ότι δεν πρέπει να δίνουν σημασία στους αριθμούς (ειδικά όταν τους παρουσιάζει κάποιος μη «ειδικός») και ότι πρέπει να ακούνε αυτά που τους λένε οι «ειδικοί» που συνεργάζονται με το κράτος και είναι «καταξιώμενοι». Παράλληλα, επιχειρείται να γίνει στο ασυνείδητο του τηλεθεατή μία αντιπαραβολή των βιοστατιστικών δεδομένων με τα άλλα ευρήματα πορίσματα της επίσημης-καθεστωτικής επιστήμης.
Όμως, η επιδημιολογία και η βιοστατιστική είναι επιστημονικοί κλάδοι που συμπληρώνουν την ιατρική. Τα αποτελέσματα των μελετών τους μπορεί να αποβούν εξαιρετικά χρήσιμα σε πολλές περιπτώσεις. Όταν κάποια από αυτά δεν είναι συμβατά με το επίσημο αφήγημα, υπάρχουν διάφοροι τρόποι ακύρωσης τους, από την αποσιώπηση μέχρι την απαξίωση και τη διαστρέβλωση.
Ο παρουσιαστής δεν παρενέβη ούτε όταν ο συνομιλητής του ζήτησε την καταστολή κάποιων ανθρώπων που έκαναν μία έρευνα και παρουσίασαν τα ευρήματα της, ούτε όταν εκφράστηκε με απρεπείς χαρακτηρισμούς, χωρίς να τους τεκμηριώσει. Άραγε θα είχε την ίδια στάση, αν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο κάποιος καλεσμένος του ζητούσε τη δική του καταστολή και του έλεγε δύο φορές στον αέρα ότι λέει αρλούμπες; Αναρωτιόμαστε αν θα έδειχνε την ίδια ανεκτικότητα αν κάποιος καλεσμένος του έλεγε δύο φορές ότι λέει αρλούμπες κάποιος που δεν ήταν παρών στην εκπομπή, π.χ. ο ιδιοκτήτης του σταθμού, ο επικεφαλής της ομάδας εμπειρογνωμόνων για τον κορωνοϊό, ή ο πρωθυπουργός.
Οι διαφωνούντες κλείνονται στα ψυχιατρεία του «πολιτισμένου κόσμου»
Μιας και μιλάμε για την καταστολή των «αποκλινόντων», ανοίγουμε μία σχετική παρένθεση. Λίγες ημέρες πριν μεταδοθεί η εκπομπή, το γαλλικό κράτος συνέλαβε τον πρώην καθηγητή φαρμακευτικής χημείας, διευθυντή του Κέντρου Βιοϊατρικής Έρευνας της γαλλικής πόλης Poitiers, και γνωστό ερευνητή των νευρολογικών παθήσεων Jean-Bernard Fourtillan, λόγω της ολιγόλεπτης συμμετοχής του στο ντοκιμαντέρ Hold-up, στο οποίο είχε κατηγορήσει το Ινστιτούτο Pasteur για εργαστηριακή κατασκευή του COVID-19. Στη λεκτική διαμάχη που ακολούθησε την προβολή του ντοκιμαντέρ, ο διευθυντής του Ινστιτούτου απείλησε να τον μηνύσει, χωρίς να κάνει πράξη την απειλή του. Αντίθετα, ο Fourtillan κατέθεσε μήνυση κατά του διευθυντή του Ινστιτούτου.
Μετά την κατάθεση της μήνυσης, ο Fourtillan συλλήφθηκε. Κρατήθηκε προσωρινά σε ένα κέντρο κράτησης και κατόπιν κλείστηκε παρά τη θέληση του σε ψυχιατρικό ίδρυμα. Μία εβδομάδα μετά, μετά το σάλο που προκλήθηκε στη Γαλλία, απελευθερώθηκε, αφού το γαλλικό κράτος αναγκάστηκε να λήξει την κράτηση και τον εγκλεισμό του.
Αρκετό καιρό πριν από τα γεγονότα αυτά, είχε καταγγείλει ότι τα υποχρεωτικά εμβόλια που γίνονται στη Γαλλία περιέχουν αλουμίνιο και άλλες τοξικές ουσίες, επικίνδυνες για την ανθρώπινη υγεία. Στη Γαλλία τα περισσότερα καθεστωτικά media τον έχουν κατατάξει στην κατηγορία των «συνωμοσιολόγων». Σχεδόν κανένα μέσο δεν έχει μπει στην ουσία των καταγγελιών του. Στην Ελλάδα κανένα μέσο «ενημέρωσης» δεν δημοσίευσε την είδηση αυτή.
Ρε Γιωργάκη, να κεράσουμε μία πορτοκαλάδα;
Στη συνέχεια της συνέντευξης, ο αντι-συνωμοσιολόγος, προέβη σε μία κοινωνιολογική ανάλυση των συνωμοσιολόγων. Ο παρουσιαστής τον ακούει με προσοχή και σε κάποια στιγμή η κάμερα τον δείχνει να υπομειδιά και να κουνά το κεφάλι, συμφωνώντας με τα λεγόμενα του:
Αυτοί οι άνθρωποι πριν τα social media, ήταν οι κλασικοί τύποι οι οποίοι μπορεί να περπατούσαν στη γειτονιά μας, στο καφενείο, και να αρχίζανε να μας λένε ότι η γη είναι επίπεδη. Τον χτυπούσες στην πλάτη και του ‘λεγες, ρε Νικολάκη, να κεράσω μια πορτοκαλάδα; Έτσι ακριβώς λειτουργούσε.
Τώρα με τα social media αυτοί οι άνθρωποι έχουν τεράστια δύναμη. Βρίσκει κι άλλους και όλο αυτό μεγαλώνει και γίνεται άποψη.
Ένας άνθρωπος που πριν από τα social media δεν τον ήξερε κανείς (και γιατί να τον ήξερε άλλωστε;), διαπιστώνει ότι κάποιοι έγιναν κάτι μέσω και λόγω των social media. Ένας άνθρωπος με το δικό του επίπεδο σκέψης υποτιμά και απαξιώνει τους «κλασικούς τύπους». Ένας άνθρωπος με το δικό του επίπεδο λόγου, πριν από τα social media τους χτυπούσε στην πλάτη και απαξιούσε να ρίξει το επίπεδο του και συνδιαλεχτεί μαζί τους.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν όλη την εκπομπή, αναρωτιόμαστε πόσο μακριά είναι ο τρόπος σκέψης του από τον τρόπο σκέψης του ανθρώπου που ισχυρίζεται ότι η γη είναι επίπεδη.
Σε ευχαριστώ, ω εταιρεία
Προς το τέλος της εκπομπής, ο παρουσιαστής έχει ξεχάσει πια την οριοθέτηση των σκοπών της που έκανε ο ίδιος στην αρχή της. Τα «μαθήματα ζωής» επεκτείνονται πέρα από την εμπειρία του καλεσμένου.
Για πολλοστή φορά συνδέει μόνο τους γραφικούς τύπους με τις αντιδράσεις εναντίον του εμβολίου, και τον ρωτά αν θα κάνει το εμβόλιο. Η απάντηση που παίρνει είναι:
Προφανώς καταλαβαίνω ότι λόγω της αναγκαιότητας βγαίνει πιο γρήγορα απ’ ότι… Είναι ανάγκη να βγει γιατί προφανώς πεθαίνει κόσμος. Αλλά από τη στιγμή που μία εταιρεία μου βγάζει κάτι για να μην πεθάνω, δεν μπορεί να είναι, ρε παιδιά, τόσο… Δεν μπορεί να θέλουν όλοι το κακό μας.
Θα το κάνω το εμβόλιο γιατί έχω κάνει πάρα πολλά εμβόλια στη ζωή μου.
Πριν δώσει άμεσα απάντηση στο ερώτημα («θα το κάνω το εμβόλιο γιατί…»), ο καλεσμένος κάνει έναν μικρό πρόλογο. Σε αυτόν, νιώθει την ανάγκη να δικαιολογήσει την πολύ γρήγορη παρασκευή του και υπερασπίζεται –με το γνωστό δικό του τρόπο –τη χρησιμότητά του.
Οι δύο φράσεις-κλειδιά που χρησιμοποιεί, παρότι επιφανειακές, δεν είναι τυχαίες: «δεν μπορεί να θέλουν όλοι το κακό μας» και «θα το κάνω γιατί έχω κάνει πάρα πολλά εμβόλια στη ζωή μου». Η πρώτη κυκλοφορεί ευρέως τα τελευταία χρόνια ως απάντηση στους συνωμοσιολόγους, αλλά και σε όσους δεν συμφωνούν με τα κυρίαρχα ιδεολογήματα. Η δεύτερη είναι φανερό ότι απευθύνεται στο θυμικό των ανθρώπων που έχουν κάνει κι άλλα εμβόλια στη ζωή τους. Το μήνυμα είναι σαφές: Αφού έχετε κάνει και άλλα εμβόλια, γιατί όχι ένα ακόμα;
Στη συγκεκριμένη περίπτωση τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά όσο θέλουν να μας τα παρουσιάσουν κάποιοι μέσω των λεγομένων ηθοποιού και του τατουατζή. Αυτό φαίνεται και σε αυτά που αναφέρουμε πιο κάτω, αλλά μπορεί κάποιος να το διαπιστώσει ανατρέχοντας σε σχετικά δημοσιεύματα στο διαδίκτυο.
Ο εμβολιασμός είναι εθελοντικά υποχρεωτικός
Η ερώτηση που γίνεται και στους δύο είναι αν θα κάνουν το εμβόλιο. Το μήνυμα που δίνει μία τέτοια ερώτηση είναι ότι ο εμβολιασμός είναι προαιρετικός. Αυτό είναι τελείως ανακριβές. Όσοι δεν εμβολιστούν, δεν θα μπορέσουν να βρουν δουλειά ή δε θα μπορέσουν να συνεχίσουν να δουλεύουν σε τομείς που για να εργαστείς το εμβόλιο θα είναι προαπαιτούμενο. Κι αυτοί καλύπτουν την συντριπτική πλειοψηφία των επαγγελμάτων. Το ίδιο θα συμβεί στης χρήση των ιδιωτικοποιημένων και κρατικών μαζικών μέσων μεταφοράς (π.χ. αεροπλάνα, τρένα, υπεραστικά λεωφορεία).
Επίσης, δεν γνωρίζουμε αν θα υπάρξουν πειθαρχικές ή άλλες συνέπειες για όσους επιλέξουν να μην κάνουν το εμβόλιο. Στην εποχή της κοινοβουλευτικής δικτατορίας ο φόβος της καταστολής είναι υπαρκτός σε πολλές πτυχές της ζωής μας.
Για παράδειγμα, πριν από μερικές ημέρες δόθηκε στους υγειονομικούς προθεσμία 24 ωρών για να δηλώσουν στο υπουργείο Υγείας αν θα κάνουν το εμβόλιο ή όχι, ενώ ακόμα δεν έχουν φτάσει τα εμβόλια στην Ελλάδα… Μέχρι λίγο πριν από τα Χριστούγεννα, το 40% των υγειονομικών είχε δηλώσει ότι πρόκειται να συμμετάσχει στον εμβολιασμό. Το ποσοστό αυτών που τελικά θα το κάνουν ενδέχεται να είναι ακόμα χαμηλότερο. Ο πρόεδρος της ομοσπονδίας των υγειονομικών εξηγεί το γιατί και μιλά για πιέσεις που ασκήθηκαν:
Παρά τις πιέσεις που ασκήθηκαν κανένα νοσοκομείο δεν υπερβαίνει το 50% συμμετοχής στον εμβολιασμό. Το γενικό ποσοστό συμμετοχής διαμορφώνεται στο 40%. Μάλιστα πολλοί από όσους δήλωσαν «ναι» στον εμβολιασμό εξακολουθούν να προβληματίζονται με αποτέλεσμα να μην θεωρείται βέβαιο ότι θα εμβολιαστούν όταν έρθει η σειρά τους. Λένε «ναι» για να εξασφαλίσουν το εμβόλιο, λόγω έλλειψης, και έτσι να κερδίσουν χρόνο να σκεφτούν τι θα πράξουν.
Στα κανάλια και στα ραδιόφωνα, από το πρωί μέχρι το βράδυ γίνεται προπαγάνδα υπέρ του εμβολίου. Μερικοί δημοσιογράφοι μάλιστα επιτίθενται (ως εισαγγελείς;) σε όσους υγειονομικούς έχουν δηλώσει ότι δεν θα το κάνουν ή έχουν εκφράσει ανησυχίες και επιφυλάξεις για τις παρενέργειες του.
Σημειώνουμε, επίσης, ότι σε πρώτη φάση ο εμβολιασμός θα γίνει σε δύο δόσεις. Δεν γνωρίζουμε ακόμα πότε θα οριστεί να γίνει η δεύτερη φάση του εμβολιασμού. Είναι πιθανό να αποφασιστεί αυτός να γίνεται σε τακτικά ή μη χρονικά διαστήματα και να είναι υποχρεωτικός σε κάποιες πληθυσμιακές ομάδες ή σε όλον τον πληθυσμό μιας χώρας. Με το που έγινε αισθητή η πανδημία στην Ελλάδα, στις 11 Μαρτίου 2020, ψηφίστηκε ο νόμος 4675/2020, σύμφωνα με τον οποίο ο εμβολιασμός μπορεί να καθίσταται υποχρεωτικός για τις πληθυσμιακές ομάδες και τη χρονική διάρκεια που θα ορίζει ο υπουργός Παιδείας:
Σε περιπτώσεις εμφάνισης κινδύνου διάδοσης μεταδοτικού νοσήματος, που ενδέχεται να έχει σοβαρές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, μπορεί να επιβάλλεται, με απόφαση του Υπουργού Υγείας, μετά από γνώμη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Δημόσιας Υγείας, υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού με σκοπό την αποτροπή της διάδοσης της νόσου.
Ο βραβευμένος με νόμπελ ιατρικής Luc Montagnier δηλώνει
ότι δεν θα κάνει το εμβόλιο και ότι ο ιός έχει εργαστηριακή προέλευση
Ας δούμε όμως και μία διαφορετική συνέντευξη στην οποία θίγεται και το θέμα των εμβολίων. Σε αυτήν μιλά ένας άνθρωπος με επιχειρήματα διαφορετικής φύσης από αυτά του τατουατζή και του ηθοποιού που φιλοξενήθηκαν στην εκπομπή, αλλά και όσων επιδίδονται στο άθλημα της πλύσης εγκεφάλου στα καθεστωτικά-συστημικά media.
O Luc Montagnier είναι Γάλλος ιολόγος, κάτοχος του βραβείου Νόμπελ Ιατρικής και Φυσιολογίας το 2008. Σε μία συνέντευξη του στις 17 Δεκεμβρίου στο γαλλικό κανάλι FranceSoir, δήλωσε –μεταξύ άλλων- ότι δεν προτίθεται να κάνει το εμβόλιο. Ο Montagnier δεν είναι ένας αντι-συστημικός επιστήμονας. Είναι ένα παράδειγμα επιστήμονα που έχει υπηρετήσει το κατεστημένο για πολλά χρόνια. Δεν συμφωνεί σε πολλά σημεία με αυτά που επιχειρούνται να επιβληθούν στις κοινωνίες με το πρόσχημα της πανδημίας. Επειδή τα ελληνικά και διεθνή μέσα μαζικής προπαγάνδας δεν μπορούν με κανένα τρόπο να τον κατατάξουν στην προσφιλή τους κατηγορία των συνωμοσιολόγων, απλά αποσιώπησαν τη συνέντευξή του αυτή. Προτιμούν να αναπαράγουν κατ’ επανάληψη τις δηλώσεις κάποιων άλλων, επιστημόνων και μη, οι οποίοι συντάσσονται με τα συμφέροντα της υπερεθνικής φαρμακευτικής βιομηχανίας. Στα ελληνικά η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στο blog «Μαντάτα απ’ έξω».
Στη ενδιαφέρουσα αυτή συνέντευξη κάνει λόγο για «τελείως απρόβλεπτες συνέπειες (που μπορεί να έχουν τα mRNA εμβόλια)», για «μαθητευόμενους μάγους», για την «ανηθικότητα να χρησιμοποιείται ο άνθρωπος ως πειραματόζωο», για τον κίνδυνο που είναι πιθανό να υπάρξει και για τις επόμενες γενιές από τέτοια εμβόλια, για θεραπείες που είναι αποτελεσματικές και δεν κοστίζουν πολύ (αλλά δεν προωθούνται), για την έρευνα που δεν έχει στραφεί στη θεραπευτική αντιμετώπιση, καθώς και για τον ακούσιο εγκλεισμό του Jean-Bernard Fourtillan σε ψυχιατρείο. Κρατάμε επίσης τις δηλώσεις του ότι «το να βρούμε από πού προέρχεται ο ιός θα μας βοηθήσει να γνωρίσουμε με το τι έχουμε να κάνουμε» και ότι «δεν έχουμε ακριβή γνώση του τι έγινε στο εργαστήριο της Wuhan και σε συγκεκριμένα αμερικανικά εργαστήρια».
Ολόκληρη τη συνέντευξη του Luc Montagnier στα Γαλλικά μπορείτε να τη δείτε
στο βίντεο δεξιά.
Σε μία άλλη συνέντευξη που είχε δώσει στις 16 Απριλίου 2020, είχε δηλώσει πως μαζί με τον μαθηματικό Jean-Claude Perr έχει αναλύσει και την παραμικρή λεπτομέρεια της ακολουθίας των γονιδιωμάτων του ιού και έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι προήλθε από την προσπάθεια κάποιων να δημιουργήσουν εμβόλιο κατά του AIDS. Σύμφωνα με τον Montagnier, στοιχεία από το DNA του AIDS εισήχθηκαν από Κινέζους ερευνητές στο γονιδίωμα του γνωστού μας πια κορωνοϊού προκειμένου να δημιουργήσουν ένα εμβόλιο κατά του AIDS. Γι’ αυτόν τον υβριδικό, κατά τη γνώμη του, ιό, είχε πει τότε ότι «πρόκειται για έργο ενός μαθητευόμενου μάγου και όχι ενός επιστήμονα».
Είχε αναφέρει , επίσης, τη μελέτη ομάδας Ινδών επιστημόνων, την οποία έχουμε δημοσιεύσει αυτούσια, από την οποία προκύπτουν ισχυρές ενδείξεις για τη μη φυσική προέλευση του κορωνοϊού: «Δεν είμαστε οι πρώτοι που το λέμε αυτό. Μια ομάδα Ινδών ερευνητών δημοσίευσε επίσης μια εργασία στην οποία αποδεικνύεται ότι το πλήρως γονιδίωμα του κορωνοϊού έχει ακολουθίες ενός άλλου ιού του γνωστού HIV δηλαδή του AIDS».
Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα (ακόμα και τα όχι και τόσο επιστημονικά)
Ας επιστρέψουμε στην εκπομπή. Η διαπίστωση του καλεσμένου ότι «πεθαίνει κόσμος» από μόνη της δε λέει πολλά πράγματα. Εδώ και χρόνια «πεθαίνει κόσμος» σε όλον τον κόσμο από διάφορες ασθένειες, αλλά δεν έχουν βρεθεί αποτελεσματικά φάρμακα ή εμβόλια για πολλές από αυτές. Αντίθετα, το μεγαλύτερο μέρος της έρευνας στη βιοτεχνολογία έχει στραφεί στην παρασκευή εργαστηριακών ιών και γενικά όπλων βιολογικού πολέμου.
Ας υποθέσουμε ότι ο χρόνος παρασκευής των εμβολίων είναι αυτός που ισχυρίζονται οι εταιρείες που τα παρασκεύασαν. Ο χρόνος αυτός είναι κατά πολύ μικρότερος από το μέσο όρο του χρόνου παρασκευής εμβολίων διαχρονικά ή τις τελευταίες δεκαετίες. Ενώ μέχρι σήμερα δεν είχε ανακαλυφθεί κανένα εμβόλιο για κανέναν από τους προηγούμενους κορωνοϊούς, ξαφνικά εμφανίζονται μερικά εμβόλια σε χρόνο ρεκόρ. Οι επιστήμονες δεν έχουν δώσει επαρκείς εξηγήσεις για αυτό το παράδοξο γεγονός. Οι περισσότεροι από αυτούς το προσπερνούν σα να είναι κάτι φυσικό. Άλλοι ψελλίζουν διάφορες γενικολογίες για την κατακόρυφη πρόοδο της επιστήμης, για καινοτόμες τεχνολογίες και για αύξηση του αριθμού των εθελοντών.
Η πρόοδος της επιστήμης και οι καινοτόμες τεχνολογίες δεν είναι εξελίξεις των τελευταίων μηνών. Η αύξηση του αριθμού των εθελοντών δικαιολογεί εν μέρει μία επιτάχυνση των διαδικασιών. Δεν είναι ικανός παράγοντας για να δικαιολογήσει μία τόσο μεγάλη επιτάχυνση. Με διαδικασίες fast track τα εμβόλια εγκρίθηκαν «πριν ολοκληρωθούν οι μελέτες για την ασφάλεια, την αποτελεσματικότητα και, κυρίως για τις μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες σοβαρές παρενέργειές τους που είναι αντικειμενικά αδύνατο να προσδιοριστούν γιατί η διαπίστωσή τους απαιτεί εξαιρετικά μακροχρόνιο έλεγχο των εμβολίων».
Τα ποσοστά αποτελεσματικότητας τους γνωστοποιήθηκαν σε διαδοχικές ανακοινώσεις των ιδιωτικών εταιριών που τα παρασκεύασαν και όχι σε δημοσιεύσεις σε επιστημονικές ιστοσελίδες με την κατάλληλη επιστημονική τεκμηρίωση, έτσι ώστε να μελετηθούν και να γίνει διάλογος πάνω στα αποτελέσματα. Αυτή η σημαντική παρέκβαση από τις επιστημονικές διαδικασίες δεν ενόχλησε σχεδόν κανέναν από τους καθεστωτικούς «επιστήμονες». Αυτοί που συνήθως κόπτονται για την τήρηση του επιστημονικού πρωτοκόλλου και που κουνάνε το δάχτυλο σε όσους αμφισβητούν την επιστημοσύνη τους και επισημαίνουν τον κοινωνικό τους ρόλο, την προσπέρασαν ως κάτι αμελητέο.
«Δεν μπορεί να θέλουν όλοι το κακό μας»
Παραμένοντας στο επίπεδο και στο μήκος κύματος της διαπίστωσης αυτής του καλεσμένου, κάποιος θα μπορούσε να του απαντήσει ότι δεν μπορεί να θέλουν όλοι το καλό μας. Οπότε, παραμένοντας στο ίδιο μήκος κύματος, αν ορίσουμε τι είναι (τι θα θέλαμε να είναι) το καλό μας, τι είναι το κακό μας, και ποιοι είμαστε αυτοί που το ορίζουμε, έχουμε κάνει ένα πρώτο βήμα προς τη συνεννόηση.
Μηνύματα κοινωνικής υπευθυνότητας
μαζί με λίγη μεταφυσική
Όσο πλησιάζει προς το τέλος της, η κουβέντα «ελαφραίνει», χωρίς να λείπουν τα μηνύματα και τα «μαθήματα ζωής». Όταν ο καλεσμένος ρωτήθηκε αν έχει κοινοποιήσει ότι είχε προσβληθεί από τον ιό, απάντησε: «Όταν άρχισε ο κορωνοϊός σκεφτόμουν ότι αν κολλήσω και αρρωστήσω, δεν θα το πω πουθενά. Οι Έλληνες είναι τρελοί, αν τους πω ότι έχω κορωνοϊό μπορεί να μην έρχονται στο μαγαζί… Άσε, δεν είμαστε για τέτοια…».
Επίσης, είπε ότι κάποιος γνωστός του είχε προβλέψει ότι θα κολλήσει και θα νοσηλευτεί και ότι αυτός μέσα του τον πίστεψε. Η καθαρή και ανόθευτη μεταφυσική είναι το απαραίτητο συμπλήρωμα των «μαθημάτων ζωής» κάθε μεταμοντέρνας εναλλακτικούρας.
Πριν κλείσει η συνέντευξη
κάνουμε ένα τελευταίο lifting στην εικόνα του καλεσμένου
Πριν τελειώσει η συνέντευξη, ο παρουσιαστής δίνει την ευκαιρία στον «αναγνωρίσιμο» καλεσμένο του να μας μιλήσει για σημαντικά θέματα όπως το πώς τα πέρασε στην «καραντίνα», για το γάμο του που δεν έγινε λόγω των μέτρων, για ένα επεισόδιο που είχε σε αεροδρόμιο του εξωτερικού, κλπ.
Επίσης, και οι δύο μάς μεταδίδουν το σοφό μήνυμα ότι η «καραντίνα» έχει και τα θετικά της, αφού «δίνει τη δυνατότητα στα ζευγάρια να αναμετρηθούν». Η ωραιοποίηση της κατάστασης που βιώνουμε συνδυάζεται με lifestyle εικόνες κι από άλλους «γνωστούς και αναγνωρίσιμους». O παρουσιαστής προαναγγέλλει το σχετικό βίντεο προσκαλώντας μας να δούμε «πώς περνούν στην καραντίνα οι επώνυμοι».
Υπάρχει η άποψη ότι όσο περισσότερο οι μικροαστικές lifestyle χαζοχαρουμενιές μονοπωλούν τα media, τόσο θα αυξάνεται το ακροατήριο τους και τόσο περισσότερο θα εκλείπει η άλλη όψη της κοινωνίας: αυτή των ανθρώπων που σκέπτονται, που έχουν άλλες έννοιες και αγωνίες από το πώς πέρασε στη βίλα του τις διακοπές του ο κάθε γιάπης ή η κάθε ψωνισμένη τηλεπερσόνα, και που δεν έχουν καταπιεί το δόλωμα ότι τα πράγματα (πρέπει να) λειτουργούν με βάση το κοσμοείδωλο της εξουσίας. Η ιστορία μας έχει διδάξει ότι τέτοιες συναρτήσεις δεν είναι απαραίτητα γραμμικές.
Το τέλος κάθε σοβαρότητας
Αφήσαμε τελευταίο ένα σχόλιο του εκλεκτού καλεσμένου περί σοβαρότητας. Στο αεροδρόμιο της πόλης του Μεξικού ρώτησε κάποιους αστυνομικούς αν μιλούν αγγλικά. Σχολίασε την αρνητική τους απάντηση ως εξής: «Από τη στιγμή που αρχίζει το “I don’t speak English” σταματάει κάθε σοβαρότητα (στη συζήτηση) μεταξύ (της) μίας πλευράς και της άλλης». (προσθέσαμε εμείς τις φράσεις που είναι σε παρένθεση για την καλύτερη κατανόηση των λεγομένων του).
Ένας άνθρωπος με τη συγκεκριμένη εκφορά και ποιότητα λόγου στη μητρική του γλώσσα, οριοθετεί το πεδίο της σοβαρότητας μιας επικοινωνίας στο σημείο που ο συνομιλητής του δηλώνει ότι δεν μιλάει μία ξένη γλώσσα… Στην εποχή της αυθαιρεσίας και της αμετροέπειας που μας έτυχε να ζήσουμε, μάλλον η σοβαρότητα τελειώνει εκεί που αρχίζει να χάνεται η αίσθηση του μέτρου και που γίνονται «αντίστροφα κι ανάλογα τα λογικά και τα παράλογα».
Η φάμπρικα δε σταματά, δουλεύει νύχτα μέρα
Ο μηχανισμός μαζικής προπαγάνδας των media θα ήταν εξαιρετικά ελλιπής, αν περιοριζόταν σε κάποιες τηλεοπτικές εκπομπές. Είναι πολλοί αυτοί που δεν τις βλέπουν ολόκληρες ή που δεν τις βλέπουν καθόλου. Πολλοί δεν είδαν την συγκεκριμένη εκπομπή, ολόκληρη ή μέρη της. Ίσως το μεγαλύτερο μέρος αυτών που ανήκουν στις ομάδες-στόχους της ούτε καν μπήκε στον κόπο να ανοίξει την τηλεόραση.
Αυτό το κενό καλύπτουν πολλά blogs και sites, lifestyle και «σοβαρά». Συμπληρώνουν το έργο τηλεοπτικών εκπομπών σαν κι αυτήν. Παίρνουν κάποια αποσπάσματα τους και τα σχολιάζουν με τον γνωστό κίτρινο αλλά καθόλου αθώο τρόπο. Δεν αναπαράγουν ολόκληρη την εκπομπή για να μην κουράσουν τους αναγνώστες τους. Τους περνάνε όμως τα μηνύματα που πρέπει να τους περάσουν. Αυτό είναι που μετράει. Αυτός είναι ο ειδικός τους ρόλος· ο γενικότερος είναι η αποβλάκωση.
Από την επόμενη κιόλας μέρα της μετάδοσης της εκπομπής η φάμπρικα έπιασε δουλειά. Κυκλοφόρησαν δεκάδες δημοσιεύματα στο διαδίκτυο με τίτλους όπως «σοκάρει με αυτά που είπε», «συγκλονίζει η περιγραφή του», «έφτυνα αίμα, κόντευα να πεθάνω» κλπ.Όταν κάποιοι διαβάσαμε μερικά από αυτά, μας ήρθε στο μυαλό αυτό που είχε πει ο καλεσμένος για τους «συνωμοσιολόγους»: «τους ακολουθεί από πίσω και ένας στρατός από κοινοποιήσεις και likes». Με τη διαφορά ότι ο «στρατός» της φάμπρικας δεν περιορίζεται σε κοινοποιήσεις και likes…
Η ανεπάρκεια του τηλεκοντρόλ
Οποιοσδήποτε βλέπει ένα πρόγραμμα στην τηλεόραση, έχει την επιλογή να σταματήσει να το βλέπει με το πάτημα ενός κουμπιού στο τηλεκοντρόλ. Αν δεν είναι καταναλωτής των γνωστών τηλεοπτικών προϊόντων που έχουν κατακλύσει την τηλεόραση, μπορεί κάποια στιγμή, μετά από πολλές ώρες ή μέρες zapping, να πέσει πάνω σε κάποια εκπομπή της αρεσκείας του.
Το πάτημα του κουμπιού στο τηλεκοντρόλ δεν μπορεί να εξαφανίσει το γεγονός ότι οι θεωρητικά «δημόσιες» ραδιοτηλεοπτικές συχνότητες είναι ιδιωτικοποιημένες. Όσα κουμπιά και να πατήσει κανείς στο τηλεκοντρόλ, θα συνεχίσουν να τις χρησιμοποιούν και να τις λυμαίνονται σε μεγάλο βαθμό το κεφάλαιο και εν μέρει το κράτος. Αυτά που προβάλλονται στην τηλεόραση και μεταδίδονται στο ραδιόφωνο, ελέγχονται από αυτά. Επιδίωξη τους είναι κάποια στιγμή να ελέγξουν και το διαδίκτυο και να φιμώσουν ή να περιορίσουν όσους αντιστέκονται στην κυριαρχία του κεφαλαίου και γενικά οποιαδήποτε ανεξάρτητη φωνή ακούγεται ακόμα δυνατά.
Στην εποχή της ιδιωτικοποιημένης ιδιώτευσης οι ραδιοτηλεοπτικές συχνότητες είναι εμπορεύσιμο προϊόν, μέσο συσσώρευσης πλούτου, πηγή προπαγάνδας και παραπληροφόρησης και όχι δημόσιο αγαθό. Οι περισσότεροι άνθρωποι σήμερα θεωρούν φυσιολογικό αυτό το γεγονός. Με τον ίδιο τρόπο, η πλειοψηφία του πληθυσμού έχει εθιστεί στην κατάργηση του δημόσιου χώρου γενικότερα. Έτσι, χάνονται σταδιακά από τη συλλογική μνήμη οι έννοιες του δημόσιου(συλλογικού) και του αγαθού και αντικαθίστανται από αυτές του ιδιωτικού και του εμπορεύματος. Αν κάποτε επικρατήσουν στο συλλογικό ασυνείδητο αυτές οι τελευταίες ως οι μόνες πραγματικές και εφικτές, η διεκδίκηση των όρων συλλογικό και αγαθό από κάποιες μειοψηφίες θα αντιμετωπίζεται ως ουτοπία (ουκ-τόπος: ανύπαρκτος τόπος) από την πλειοψηφία και ίσως ποινικοποιηθεί ως πρόσκομμα στην πορεία προς την απόλυτη δυστοπία.
Το κείμενο που διαβάζετε, λοιπόν, δεν κινείται στα πλαίσια της απλής κριτικής μίας τηλεοπτικής συνέντευξης ή του «μου αρέσει-δεν μου αρέσει». Σε αυτό επιχειρήθηκε η ερμηνεία μερικών από τα μηνύματα με τα οποία μας κατακλύζει καθημερινά η σύγχρονη προπαγάνδα (στη συγκεκριμένη περίπτωση μέσω μίας φαινομενικά αθώας και «light» τηλεοπτικής συνέντευξης) και η αποδόμηση ενός κομματιού της τηλεοπτικής εικονικής πραγματικότητας που καθημερινά επιβάλλεται στη ζωή μας.
Το παραπάνω άρθρο δημοσιεύτηκε επίσης στην ιστοσελίδα
theindependentresearchers.wordpress.com με τίτλο: «Μία ωραία εκπομπή
με πολλά μηνύματα». Η εικονογράφηση έγινε με μέριμνα της «Ελεύθερης Έρευνας».