ΕΘΝΟΓΛΩΣΣΑΜΥΝΤΟΡΕΣ
ΕΝΑΝΤΙΟΝ
CLICK AWAY

Οι επαφές μεταξύ γλωσσών
δεν έχουν
χαρακτήρα πολέμου


Σύμφωνα με έναν κοινό τόπο της τρέχουσας γλωσσο-λογίας του καθημερινού μας εθνικισμού (banal nationalism), η λέξη νοσταλγία είναι ελληνική και μαρτυρεί πόσο ανώτερη είναι η (αρχαία) ελληνική γλώσσα και πόσο την θαυμάζουν οι «ξένοι» οι οποίοι δανείζονται απ’ αυτήν.

Η εντύπωση αυτή, όπως συμβαίνει συνήθως με τους κοινούς τόπους, είναι εσφαλμένη. Η λέξη νοσταλγία, όπως και πολλοί άλλοι επιστημονικοί όροι, δεν αποτελεί δάνειο από την ελληνική (ακριβώς αντίστροφα: αποτελεί δάνειο προς την ελληνική).

Η λέξη αυτή δεν είχε προκύψει, ούτε χρησιμοποιηθεί ποτέ στο εσωτερικό κάποιας ελληνόφωνης κοινότητας ώστε να εξαχθεί εν συνεχεία σε άλλες. Πρόκειται για έναν νεολογισμό που κατασκευάστηκε με βάση δύο υπαρκτές ελληνικές λέξεις από ομιλητή άλλης γλώσσας.

Το ίδιο ισχύει για πλήθος άλλους θεωρητικούς όρους των ανθρωπιστικών και των φυσικών επιστημών και της τεχνολογίας (ελικόπτερο, κινηματογράφος, μικρόβιο κ.λπ.).

IMAGE DESCRIPTIONΜέχρι πρόσφατα, δεν υπήρχαν πολλά αντίστροφα παραδείγματα.

Ένα ακριβώς αντίστοιχο τέτοιο παράδειγμα, όμως, προέκυψε τις τελευταίες μέρες, και είναι ακριβώς ο όρος που έχει συγκεντρώσει τους μύδρους των γλωσσαμυντόρων: το click away.

Ο όρος αυτός αναφέρθηκε επανειλημμένα στον δημόσιο χώρο από γνωστό γλωσσολόγο (ο οποίος εκπορνεύει την επιστημονική του ιδιότητα για να εξασφαλίσει σε αντάλλαγμα ρόλο προφήτη του έθνους και συνοριοφύλακα του πολιτισμού του) ως κατεξοχήν παράδειγμα «αγγλικής λέξης» η οποία μεταφέρθηκε αυτούσια στα ελληνικά ως μη όφειλε, και την οποία θα ήταν καλό να αντικαταστήσουμε με μία άλλη, ελληνική.

Ωστόσο, η εισήγηση αυτή ήταν μία από τις (πολλές) περιπτώσεις στις οποίες η ο συνοριοφύλακας «έπνιξε» τον γλωσσολόγο. I’ve got news for you, Mr Babiniotis:

Η λέξη click away είναι η ελληνική λέξη. Είναι ένας όρος ο οποίος ναι μεν αποτελείται από δύο
αγγλικές λέξεις, αλλά δεν έχει προκύψει, ούτε χρησιμοποιηθεί ποτέ στο εσωτερικό κάποιας αγγλόφωνης κοινότητας με αυτή την έννοια, δηλαδή την έννοια «παραγγέλνω ένα προϊόν τηλεφωνικά ή ηλεκτρονικά και εν συνεχεία πηγαίνω σε ένα συμφωνημένο μέρος για να το παραλάβω», ώστε να εξαχθεί εν συνεχεία σε άλλες, και εν προκειμένω την ελληνική. Πρόκειται για έναν νεολογισμό που κατασκευάστηκε με βάση δύο υπαρκτές αγγλικές λέξεις από ομιλητή άλλης γλώσσας, και εν προκειμένω της ελληνικής.

Η σταυροφορία για την αντικατάσταση αυτού του ελληνικού όρου με έναν άλλο, «πιο ελληνικό», έχει ως λογική προϋπόθεση μία αφελή, επιφανειακή αντίληψη για το κριτήριο με το οποίο κρίνουμε τι είδους «διαβατήριο» έχουν οι λέξεις· κυρίως όμως, έχουν μία μεθοδολογικά εθνικιστική αντίληψη για το τι σημαίνουν, και τι αποτελέσματα παράγουν, οι μετακινήσεις και οι ωσμώσεις μεταξύ γλωσσών.


Ο Μπαμπινιώτης, και όσοι τον ακολουθούν, σκέφτονται τη γλώσσα με μία πολεμικού χαρακτήρα εικόνα (και πάλι, το μοντέλο τους δεν είναι γενικώς οποιοσδήποτε πόλεμος, αλλά ο πόλεμος μεταξύ τακτικών στρατών που ανήκουν ευδιάκριτα σε αντίστοιχα εθνικά κράτη, κατ’ αποκλεισμό, ακριβώς, της νομαδικής πολεμικής μηχανής): η «γλώσσα», γι’ αυτόν, είναι μία εδαφική επικράτεια· όταν γίνεται ένα «δάνειο», αυτό είναι κάτι σαν εισβολή και κατάληψη ενός τμήματος του εθνικού εδάφους από έναν ξένο στρατό.

Οι «γλώσσες», ως εδάφη, είναι τοποθετημένες σε έναν πεπερασμένο χώρο, ώστε το πέρασμα ενός λεξιλογικού στοιχείου από μία γλώσσα σε άλλη συνιστά επέκταση της πρώτης γλώσσας εις βάρος της άλλης· δεν μπορεί παρά να συνεπάγεται αντίστοιχα συρρίκνωση της επικράτειας της «δανειολήπτριας» γλώσσας, και έτσι μακροπρόθεσμα να δημιουργεί κίνδυνο ολοκληρωτικής εξαφάνισής της.

Ή –πράγμα που είναι το ίδιο– οι εθνογλωσσαμύντορες σκέφτονται τη γλώσσα με βάση την εμφυλοποιημένη μεταφορά του έθνους ως ανθρώπινου σώματος το οποίο δέχεται διείσδυση. Όποιος «δανείζεται» τις λέξεις του άλλου είναι «παθητικός», ενώ αντίθετα όποιος «γονιμοποιεί» τις γλώσσες των άλλων με τη δική του σπορά είναι ενεργητικός και αντάξιος της ενδεδειγμένης αρρενωπότητας.

Οι γλώσσες, όμως, δεν λειτουργούν έτσι. Ο χώρος των γλωσσών δεν είναι διαγραμμισμένος, αλλά λείος. Είναι άπειρος. Δεν χρειάζεται να πετάξεις κάποιον ή κάτι έξω απ’ αυτόν για να προσθέσεις κάτι νέο. Οι επαφές μεταξύ γλωσσών δεν έχουν το χαρακτήρα πολέμου όπου κάποιος χαράσσει και ακολουθεί μια στρατηγική με την οποία κατανικά και υποτάσσει τον άλλο.

Οι γλώσσες δεν είναι τακτικοί στρατοί. Είναι ιοί. Παράσιτα. Μεταδίδονται, τρυπώνουν σε ξενιστές, χωρίς στρατηγική, χωρίς πρόγραμμα, απρόβλεπτα. Απεδαφικοποιούνται, και κάποια στιγμή φυτρώνουν εκεί που δεν τις έσπειρε κανείς. Το φύτρωμα αυτό δεν είναι κάποιος τρομερός κίνδυνος που μας απειλεί.



Ας πούμε, εδώ η δημιουργία του ελληνικού όρου click away, ο οποίος κόλλησε σαν παράσιτο σε δύο αγγλικές λέξεις και τις παραμόρφωσε, τις κλωνοποίησε, τις μετασχημάτισε, δεν είναι καθόλου διείσδυση, ούτε παθητικότητα. Είναι ένδειξη μίας επινόησης και μιας δημιουργικότητας. Με αυτόν δεν χάθηκε κάτι· παρήχθη κάτι νέο που δεν υπήρχε πριν.

Σε έναν τέτοιο χώρο, το να επιδίδεται κανείς σε gate keeping είναι χαμένος κόπος. Διότι δεν ωφελεί σε τίποτε να συσσωρεύεις όλα τα έπιπλα του σπιτιού πίσω από την πόρτα, όταν στο σπίτι αυτό δεν υπάρχουν τοίχοι. Αλλά επιπλέον, ακόμη και αν η προστασία και ο αεροστεγής αποκλεισμός αυτού του χώρου ήταν δυνατή, δεν θα ήταν επιθυμητή. Θα οδηγούσε σε ασφυξία αυτούς που είναι μέσα, χωρίς να γίνει καν αντιληπτός από όσες είναι έξω ή να τις επηρεάσει σε κάτι.

Κάποια στιγμή ίσως το καταλάβει αυτό και ο Μπαμπινιώτης. Αν και δεν είμαι πολύ αισιόδοξος.




Διαβάστε ακόμα
στην «Ελεύθερη Έρευνα»:

Ο σκοταδισμός της Ακαδημίας Αθηνών

Τσαρλατανισμοί του εθνικού μας (τους) γλωσσολόγου

Σλαβικής προέλευσης το όνομα «Μπαμπινιώτης»


Σημείωση:
Το παραπάνω κείμενο δημοσιεύτηκε επίσης
στο blog Nomadic universality με τίτλο:
«Το click away είναι ελληνική λέξη». Η εικονο-
γράφηση έγινε με μέριμνα της «Ελεύθερης Έρευνας».

Ο Άκης Γαβριηλίδης γεννήθηκε το 1964 στη Θεσσαλονίκη.
Έχει ολοκληρώσει διδακτορικό στη Φιλοσοφία του Δικαίου (ΑΠΘ) και μεταδιδακτορική έρευνα στην Πολιτική Ανθρωπολογία (ΠΑΜΑΚ).
Από το 1995 ζει στις Βρυξέλλες, όπου απασχολείται επαγγελματικά ως μεταφραστής και ερασιτεχνικά ως ραδιοφωνικός παραγωγός.
Πολυάριθμα πρωτότυπα κείμενα και μεταφράσεις του έχουν δημοσιευθεί σε έντυπα διαφόρων χωρών, καθώς και στο Διαδίκτυο (ιδίως στο μπλογκ nomadicuniversality).
Έχει εκδώσει επτά βιβλία στα ελληνικά και ένα στα αγγλικά για θέματα όπως η νεκροφιλία του πατριωτισμού, ο ελληνικός εμφύλιος, ο Άκης Πάνου, ο Μπίλλυ Ουάιλντερ, οι Πόντιοι και η οικονομικοπολιτική κρίση.

ΓΡΑΨΤΕ ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΣΑΣ